Ημέρα μνήμης η σημερινή στην Αυστρία, για τους τέσσερις Ρομά που πριν από 25 χρόνια έχασαν την ζωή τους από έκρηξη βόμβας του ακροδεξιού τρομοκράτη Φραντς Φουξ, ο οποίος συνελήφθη δύο χρόνια αργότερα και βρέθηκε ένοχος και για άλλες τέσσερις σειρές επιθέσεων με την αποστολή 25 επιστολοβομβών με συνολικά πέντε βαριά τραυματίες, ανάμεσα τους και ο τότε δήμαρχος της Βιέννης Χέλμουτ Τσιλκ.
Τη νύχτα της 4ης προς την 5η Φεβρουαρίου του 1995, τέσσερα μέλη της κοινότητας των ρομά στην κωμόπολη Όμπερβαρτ του αυστριακού ομόσπονδου κρατιδίου Μπούργκενλαντ, προσπάθησαν να απομακρύνουν από την είσοδο της κωμόπολης τους πινακίδα με την ρατσιστική επιγραφή «Ρομά πίσω στην Ινδία», η οποία ήταν παγιδευμένη με αυτοσχέδια βόμβα, που εξερράγη, στέλνοντας στον θάνατο τον Πέτερ Σαρκοζί, τον Γιόζεφ Σίμον και τους αδελφούς Καρλ και Έρβιν Χόρβαρτ.
Η δολοφονία των τεσσάρων ρομά, που συγκλόνισε την χώρα αλλά και τη διεθνή κοινή γνώμη, υπήρξε η μεγαλύτερη έως τώρα εγκληματική επίθεση με πολιτικά κίνητρα μετά το 1945 στην Αυστρία, της οποίας εκπρόσωποι της πολιτειακής και πολιτικής ηγεσίας, αλλά και πλήθος κόσμου, συμμετέχουν στις σημερινές εκδηλώσεις μνήμης στο Όμπερβαρτ.
Η σειρά των τρομοκρατικών επιθέσεων με αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς του Φραντς Φουξ, είχε αρχίσει στις 3 Δεκεμβρίου του 1993, όταν ο ιερέας Άουγκουστ Γιάνις και η παρουσιάστρια της δημόσιας Αυστριακής Ραδιοτηλεόρασης Σιλβάνα Μάιξνερ υπέστησαν βαρείς τραυματισμούς ως αποδέκτες των πρώτων επιστολοβομβών του δράστη.
Δύο ημέρες αργότερα, επόμενο θύμα επιστολοβόμβας ήταν ο δήμαρχος και τοπικός κυβερνήτης της Βιέννης Χέλμουτ Τσιλκ, οποίος έχασε δάκτυλα και παλάμη του αριστερού χεριού του, ενώ τον Αύγουστο του 1994 στην πόλη Κλάγκενφουρτ, ο αστυνομικός Τέο Κελτς ακρωτηριαζόταν και στα δύο χέρια του από την έκρηξη βόμβας η οποία βρισκόταν σε πακέτο που μετέφερε στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής που αναφερόταν ως αποδέκτης.
Της βομβιστικής επίθεσης με τους τέσσερις νεκρούς στο Όμπερβαρτ πριν από 25 χρόνια, που υπήρξε η πλέον αποτρόπαιη ενέργεια με ρατσιστικά κριτήρια του ακροδεξιού τρομοκράτη Φραντς Φουξ, ακολούθησε, δύο ημέρες αργότερα, στις 6 Φεβρουαρίου 1995, ο βαρύς τραυματισμός του υπαλλήλου της Υπηρεσίας Περιβάλλοντος στο Μπούργκενλαντ Έριχ Πράισλερ, από εκρηκτικό μηχανισμό.
Εκείνες τις ημέρες του Φεβρουαρίου του 1995, μετά την ρατσιστική δολοφονία των τεσσάρων ανδρών στο Όμπερβαρτ , η Αυστρία βρέθηκε σε κατάσταση ενός πρωτοφανούς «σοκ», με την κοινή γνώμη να συνειδητοποιεί για πρώτη φορά ως τμήμα της αυστριακής κοινωνίας τους ρομά, οι οποίοι μόλις δύο χρόνια νωρίτερα είχαν αναγνωριστεί επίσημα από την Αυστριακή Δημοκρατία ως εθνική μειονότητα.
Στην κηδεία των τεσσάρων θυμάτων του ακροδεξιού τρομοκράτη, στην οποία συμμετείχαν πολλές χιλιάδες κόσμου, η επίσημη Πολιτεία είχε δώσει τότε το παρών με τον ομοσπονδιακό πρόεδρο Τόμας Κλέστιλ, τον πρόεδρο της Βουλής (σ.σ. και μετέπειτα επί 12 χρόνια ομοσπονδιακό πρόεδρο) Χάιντς Φίσερ και τον αντικαγκελάριο Έρχαρντ Μπούσεκ, ο οποίος εκπροσωπούσε τον απουσιάζοντα σε αποστολή στο εξωτερικό ομοσπονδιακό καγκελάριο Φραντς Βρανίτσκι.
Ο δράστης των βομβιστικών επιθέσεων με τους τέσσερις νεκρούς και τους πολλούς τραυματίες, Φραντς Φουξ, κατά την σύλληψή του από αστυνομικούς, έπειτα από πολύμηνες έρευνες, τον Οκτώβριο του 1997 στην ιδιαίτερη πατρίδα του, στο Γκράλα στο ομόσπονδο κρατίδιο της Στυρίας, πυροδότησε εκρηκτικό μηχανισμό που είχε ως αποτέλεσμα τον ακρωτηριασμό των χεριών του.
Το 1999 ο Φραντς Φουξ καταδικάστηκε σε ισόβια και σε εγκλεισμό σε ίδρυμα για ψυχικά διαταραγμένους εγκληματίες, όπου στις 26 Φεβρουαρίου του 2000 αυτοκτόνησε μέσα στο κελί του.