Δεκάδες διαδηλωτές έκλεισαν την είσοδο στο λιμάνι Ουμ Κασρ του Ιράκ σήμερα, λίγες ώρες μετά την επανέναρξη της λειτουργίας του, ανακοίνωσαν αξιωματούχοι του λιμανιού.
Η λειτουργία του Ουμ Κασρ έχει σταματήσει εδώ και περισσότερο από μία εβδομάδα, αφού διαδηλωτές έχουν κλείσει τους δρόμους που οδηγούν σε αυτό το λιμάνι στο νότιο Ιράκ, από το οποίο διέρχονται οι περισσότερες εισαγωγές σιτηρών, ζάχαρης και φυτικών ελαίων από τις οποίες εξαρτάται η χώρα. Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ότι η αναστολή της λειτουργίας του έχει κοστίσει στη χώρα περισσότερα από 6 δισεκ. δολάρια.
Όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ νωρίς σήμερα οι περισσότεροι διαδηλωτές αποχώρησαν και το λιμάνι άρχισε και πάλι να λειτουργεί. Όμως δεκάδες ακτιβιστές και συγγενείς ενός διαδηλωτή που σκοτώθηκε σε συγκρούσεις με τις δυνάμεις ασφαλείας επέστρεψαν και απέκλεισαν την κεντρική πύλη του Ουμ Κασρ.
Στο μεταξύ αξιωματούχοι των υπηρεσιών ασφαλείας και της πετρελαϊκής βιομηχανίας επισήμαναν ότι σήμερα ξεκίνησε και πάλι να λειτουργεί το διυλιστήριο της Νασιρίγια, αφού χθες, Τετάρτη, διαδηλωτές είχαν εμποδίσει την πρόσβαση σε αυτό σε βυτιοφόρα.
Οι κινητοποιήσεις αυτές προκάλεσαν ελλείψεις καυσίμων στη νότια επαρχία Ντι Καρ.
Καταγγέλλοντας «τις απώλειες δισεκατομμυρίων δολαρίων», η εκπρόσωπος του ΟΗΕ στο Ιράκ ζήτησε «να προστατευθούν οι υποδομές».
Φόβοι για το χειρότερο
Οι Ιρακινοί διαδηλωτές, που ζητούν «την πτώση του καθεστώτος», φοβούνται ότι η διακοπή του Ίντερνετ αποτελεί ένδειξη της επιστροφής στη χρήση βίας από τις δυνάμεις ασφαλείας.
Από την έναρξη την 1η Οκτωβρίου του κινήματος διαμαρτυρίας σχεδόν 280 άνθρωποι, σύμφωνα με απολογισμό του AFP, έχουν σκοτωθεί.
Από την πλευρά τους οι αρχές έχουν προτείνει κοινωνικές και συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, όμως οι διαδηλωτές εξακολουθούν να ζητούν την παραίτηση όλων των υπευθύνων τους οποίους θεωρούν διεφθαρμένους και ανίκανους, αλλά και την εκ βάθρων αλλαγή του πολιτικού συστήματος που εδραιώθηκε μετά την πτώση του Σαντάμ Χουσέιν.
Στο νότιο Ιράκ, όπου κυριαρχούν οι φυλές και οι περισσότεροι κάτοικοι είναι σιίτες, η πολιτική ανυπακοή συνεχίζει να παραλύει σχολεία και κυβερνητικούς θεσμούς.
Στη Βαγδάτη οι διαδηλωτές δέχθηκαν επανειλημμένα χθες, Τετάρτη, πυρά από τις δυνάμεις ασφαλείας, κυρίως στη γέφυρα αλ Σουχάντα.
Σε αυτή, την τέταρτη γέφυρα που οι αρχές έχουν κλείσει με τσιμεντόλιθους προκειμένου να εμποδίσουν το πλήθος που εξακολουθεί να κατασκηνώνει νύκτα- μέρα στην πλατεία Ταχρίρ, πολλά τουκ-τουκ μετέφεραν τραυματίες.
Κομμένο Ίντερνετ
Το Ίντερνετ είχε κοπεί επί δύο εβδομάδες στη Βαγδάτη και το νότιο Ιράκ, ενώ δεν έχει αποκατασταθεί η πρόσβαση στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης που επιβλήθηκε στις αρχές Οκτωβρίου.
Από τη Δευτέρα το βράδυ έχει ξανακοπεί η σύνδεση στο Διαδίκτυο.
Πολλοί ακτιβιστές έχουν συλληφθεί, σύμφωνα με πηγές των υπηρεσιών ασφαλείας, και γιατροί ανησυχούν καθώς δεν έχουν νέα από συναδέλφους τους που προσφέρουν τις πρώτες βοήθειες στους τραυματίες διαδηλωτές, ενώ πολλοί κάνουν λόγο για «επιχειρήσεις οργανωμένων απαγωγών».
Σε αυτό «το κλίμα φόβου» ακτιβιστές λένε ότι ανησυχούν για την αντίδραση των δυνάμεων ασφαλείας, οι οποίες από την πλευρά τους επισημαίνουν ότι μάχονται κατά «των δολιοφθορέων» που έχουν διεισδύσει μεταξύ των διαδηλωτών.
«Η διακοπή της πρόσβασης στο Ίντερνετ είναι μια ένδειξη ότι θα χυθεί αίμα», επισήμανε κυβερνητική πηγή.
Πολιτικό αδιέξοδο
Στο πολιτικό πεδίο, η κατάσταση έχει περιέλθει σε αδιέξοδο. Την Τρίτη ο Ιρακινός πρωθυπουργός Άντελ Άμπντελ Μάχντι απέρριψε την πρόταση του προέδρου Μπάρχαμ Σάλεχ για τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών, εκτιμώντας ότι αυτό είναι αδύνατο.
Σύμφωνα με υψηλόβαθμους αξιωματούχους, ο Άμπντελ Μάχντι είναι πλέον απομονωμένος και σε αντιπαράθεση με τον Σάλεχ, ενώ δέχεται και τις πιέσεις των φιλο-ιρανών συμμάχων του.