Την υπογραφή διυπουργικού διατάγματος, το οποίο μειώνει στους τέσσερις μήνες την προθεσμία επαναπατρισμού μεταναστών, κατ΄εφαρμογήν συμφωνιών που έχουν συνομολογηθεί με διάφορες χώρες προέλευσης, ανακοίνωσε σήμερα η ιταλική κυβέρνηση.
Η γνωστοποίηση της υπογραφής του διατάγματος έγινε από τον υπουργό Εξωτερικών της χώρας, Λουίτζι ντι Μάιο.
Το διυπουργικό διάταγμα (υπουργεία Εξωτερικών, Δικαιοσύνης, Εσωτερικών) μειώνει την προθεσμία «για την στοιχειοθέτηση του εάν ένας μετανάστης μπορεί να παραμείνει στην Ιταλία ή να επαναπατρισθεί από τα δύο χρόνια στους τέσσερις μήνες», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, εξηγώντας ότι σχετικές συμφωνίες υπάρχουν ήδη με το Μαρόκο και την Τυνησία, αλλά πρέπει «να ενισχυθούν και να επικυρωθούν».
Γύρω στις δέκα χώρες περιλαμβάνονται στον κατάλογο των χωρών που πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο του διατάγματος, ανάμεσά τους η Αλβανία, η Βοσνία/Ερζεγοβίνη, η Γκάνα, το Κόσοβο, τα Σκόπια, το Μαυροβούνιο, η Σενεγάλη, η Σερβία.
«Το διάταγμα αυτό δεν προσβάλλει κανένα ανθρώπινο δικαίωμα. Είναι θέμα δυσκινησίας των διαδικασιών σε σχέση με τις χώρες, περιλαμβανομένων μεσογειακών χωρών, με τις οποίες συνεργαζόμαστε και συναλλασσόμαστε σε καθημερινή βάση», εξήγησε ο Ντι Μάιο.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας διευκρίνισε ότι προβλέπεται ειδικό «ταμείο επαναπατρισμού» ύψους 50 εκατομμυρίων ευρώ για την «υποστήριξη των διεθνών συμφωνιών στο πλαίσιο της συνεργασίας και της ανάπτυξης».
Σύμφωνα με όσα είπα και όπως αναμεταδίδει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, «η ανακατανομή των μεταναστών δεν μπορεί να είναι η οριστική λύση». Για τον λόγο αυτό θεωρεί ότι πρέπει να συνομολογηθούν «συμφωνίες με δημοκρατικά κράτη που ψηφίζουν, χώρες με τις οποίες έχουμε υπογράψει εμπορικές συμφωνίες».
Πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεξεργάζονται αυτήν την χρονική στιγμή σχέδιο αυτόματης ανακατανομής των μεταναστών που φθάνουν στην Μάλτα και την Ιταλία.
Προκαταρκτική συμφωνία υπεγράφη στις 23 Σεπτεμβρίου στην Μάλτα, από τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία και τη Μάλτα, η οποία αναμένεται να επικυρωθεί από τα κράτη μέλη κατά την διάρκεια του ευρωπαϊκού συμβουλίου «Δικαιοσύνη και Εσωτερικές Υποθέσεις» στο Λουξεμβούργο στις 8 Οκτωβρίου.