Στη χώρα μας έχει συζητηθεί πολύ τα τελευταία χρόνια για τα προβοκατόρικα πρωτοσέλιδα της που έχουν πυροδοτήσει ένα άνευ προηγουμένου ανθελληνικό κύμα στη Γερμανία και έχουν ψυχράνει τις σχέσεις ανάμεσα στους δύο λαούς.
Όμως, η «Bild», που ως η πρώτη σε αναγνωσιμότητα ταμπλόιντ γερμανική εφημερίδα διαμορφώνει εδώ και δεκαετίες την κοινή γνώμη στη χώρα της, έχει παράδοση μισού αιώνα στις αθέμιτες δημοσιογραφικές πρακτικές και στη στοχοποίηση ανθρώπων, ομάδων και θεσμών με στόχο το κέρδος.
Με ύφος λαϊκίστικο και χροιά εθνικιστική, η «Bild», η οποία ιδρύθηκε το 1952 από τον Αξελ Σπρίνγκερ, είναι περήφανη για τις «σταυροφορίες» που διεξήγαγε κατά καιρούς – εναντίον της ΕΕ, διάφορων πολιτικών και των μεταναστών.
Παρ’ όλο που αυτοαποκαλείται «ανεξάρτητη και υπεράνω κομμάτων», έχει πετύχει να επιβάλλει τη δική της τρομοκρατία. Όπως αναφέρει το Έθνος, η πληθώρα σεξουαλικών σκανδάλων και η κυριαρχία των ανάλαφρων εικόνων στις σελίδες της προωθούσαν μέχρι σήμερα το προφίλ της διασκεδαστικής, κουτσομπολίστικης και «ροζ» εφημερίδας (μόλις την Πέμπτη, ύστερα από 28 χρόνια και 5.000 φωτογραφίες γυμνών γυναικών στο πρωτοσέλιδό της, αποφάσισε να σπάσει την παράδοση και να τις μεταφέρει στα ενδότερα), ωστόσο, όπως χαρακτηριστικά σχολίασε ο αποκαλυπτικός δημοσιογράφος Γκίντερ Βάλραφ, «η “Bild” δεν παρακολουθεί την πολιτική, κάνει πολιτική».
Μία και μόνο εφημερίδα θεωρήθηκε το 1968 υπεύθυνη για το αντιφοιτητικό κλίμα που καλλιεργήθηκε τότε στη Γερμανία. Κατά τη διάρκεια των εξεγέρσεων στο στόχαστρο της «Bild» τέθηκαν οι φοιτητές, οι οποίοι από την πλευρά τους απέδωσαν σε αυτήν και στον εκδότη Σπρίνγκερ την ευθύνη, όχι μόνο για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν από το κράτος οι φοιτητικές διαδηλώσεις, αλλά και, πιο συγκεκριμένα, για την απόπειρα δολοφονίας του Ρούντι Ντούτσκε, του «προσώπου» του γερμανικού φοιτητικού κινήματος. Νωρίτερα, η εφημερίδα είχε δημοσιεύσει πρωτοσέλιδους τίτλους, όπως «Σταματήστε τον Ντούτσκε τώρα!».