Αντιμέτωπες με την επιστροφή των πολιτών τους –ή με την επιθυμία τους να επιστρέψουν– που είχαν φύγει για να ενταχθούν στις γραμμές του Ισλαμικού Κράτους, η Γαλλία, η Γερμανία και η Βρετανία προκρίνουν τη διαχείριση του προβλήματος από τις αστυνομικές και δικαστικές αρχές, αναγνωρίζοντας όμως ότι ορισμένες φορές πράττουν κατά περίπτωση.
Με συνεντεύξεις τους σε μέσα ενημέρωσης ή, εμμέσως, με τις εκκλήσεις των οικογενειών τους, οι Ευρωπαίοι πολίτες που αιχμαλωτίστηκαν στη Συρία ή το Ιράκ μετά τις ήττες του ΙΚ στο πεδίο των μαχών, ζητούν το τελευταίο διάστημα να τους επιτραπεί να επιστρέψουν στις χώρες τους.
«Κυρία καγκελάριε, θέλω να επιστρέψω με το παιδί μου, βοηθήστε μας (…) Δεν χρειάζεται να φοβάστε, δεν είμαι τρομοκράτισσα» δηλώνει, μιλώντας γερμανικά, μια γυναίκα που κρατά στην αγκαλιά της ένα μωρό. Το βίντεο που εικονίζει τη Νάντια Ραμαντάν, 31 ετών, από τη Φραγκφούρτη, αναρτήθηκε στις αρχές Οκτωβρίου στον ιστότοπο της γερμανικής εφημερίδας Zeit.
Η Ραμαντάν συνελήφθη πρόσφατα μαζί με τα τρία παιδιά της από Κούρδους μαχητές στη Ράκα, το προπύργιο του ΙΚ στη Συρία. Όμως το Βερολίνο αρνήθηκε να της παράσχει βοήθεια και η τύχη της παραμένει άγνωστη.
Σύμφωνα με τις γερμανικές υπηρεσίες πληροφοριών, 950 Γερμανοί εντάχθηκαν στο ΙΚ από το 2011. Από αυτούς, περίπου το ένα τρίτο επέστρεψαν στη Γερμανία ενώ 150 σκοτώθηκαν. «Θεωρούμε επικίνδυνη την επιστροφή στη Γερμανία αυτών των παιδιών των τζιχαντιστών που υπέστησαν πλύση εγκεφάλου σε μια εμπόλεμη ζώνη, αυτόν τον κίνδυνο πρέπει να τον λάβουμε υπόψη μας» σχολίασε ο επικεφαλής των υπηρεσιών πληροφοριών Χανς-Γκέοργκ Μάσεν.
Στη Γαλλία, όπου οι οικογένειες περίπου 20 γυναικών οι οποίες έφυγαν για να ζήσουν στο «χαλιφάτο» ζητούν από τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν να τις επαναπατρίσει μαζί με τα παιδιά τους, οι αρχές τηρούν αυστηρή στάση. «Αν πρόκειται για το Ιράκ, τα πρόσωπα που βρίσκονταν σε ιρακινό έδαφος και αιχμαλωτίστηκαν, θα δικαστούν στο Ιράκ» επανέλαβε σήμερα η υπουργός Ενόπλων Δυνάμεων Φλοράνς Παρλί. «Για τη Συρία (…) αν υπάρχουν Γάλλοι υπήκοοι στο συριακό έδαφος που κρατούνται από διάφορες αρχές, ενημερώνεται η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού (…) Τα πρόσωπα που θα επιστρέψουν στη γαλλική επικράτεια γνωρίζουν ότι μπορεί να διωχθούν δικαστικά», εξήγησε.
Σύμφωνα με στοιχεία της γαλλικής κυβέρνησης, περίπου 1.700 Γάλλοι έφυγαν για να ενταχθούν με τους τζιχαντιστές στη Συρία και το Ιράκ μετά το 2014. Από αυτούς, οι 278 σκοτώθηκαν (ενδέχεται όμως να είναι περισσότεροι) και 302 (244 ενήλικοι και 58 ανήλικοι) επέστρεψαν στη Γαλλία.
Στην επιστολή τους, οι οικογένειες των Γαλλίδων που κρατούνται στη Συρία ζητούν από τον πρόεδρο Μακρόν να κάνει ό,τι μπορεί «για να διευκολύνει την επιστροφή αυτών των νεαρών γυναικών και των παιδιών τους στη χώρα, όπου φυσικά θα πρέπει να δώσουν λόγο στις αρμόδιες αρχές».
Στη Βρετανία, όπου έχουν επιστρέψει περίπου 425 πρώην μαχητές, σύμφωνα με μια πρόσφατη έκθεση του κέντρου μελετών Σουφάν, ο στόχος των αρχών είναι «να τους δικάσουν» ώστε «να παραμείνουν στη φυλακή για μεγάλο διάστημα», διαμήνυσε την περασμένη εβδομάδα ο Μαρκ Ρόουλι, ο διευθυντής της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας. Παραδέχτηκε όμως ότι δεν είναι πάντα εφικτό να παρουσιαστούν στους δικαστές επαρκή στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι θα πρόσωπα αυτά έχουν διαπράξει εγκλήματα και συνιστούν σημαντικό κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια. Για τέτοιες περιπτώσεις, είπε ότι εξετάζεται η λήψη «προληπτικών μέτρων», όμως για παράδειγμα, «να τους εγκαταστήσουμε κάπου και να εφαρμόσουμε ένα σύστημα παρακολούθησης».
Ορισμένοι στη βρετανική κυβέρνηση συνιστούν την εφαρμογή πιο ριζοσπαστικών μεθόδων. «Θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι αυτοί οι άνθρωποι συνιστούν σοβαρό κίνδυνο», είπε στις 22 Οκτωβρίου ο Ρόρι Στιούαρτ, υφυπουργός αρμόδιος για τη διεθνή ανάπτυξη. «Και δυστυχώς ο μόνος τρόπος για να το αντιμετωπίσουμε, σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, είναι να τους σκοτώσουμε», πρόσθεσε.