Σε… εκλογικούς ρυθμούς βρίσκεται η Μεγάλη Βρετανία και όπως φαντάζει λογικό, καθώς η χώρα είναι μια εκ των εγγυητριών δυνάμεων της Κύπρου, υπάρχει έντονο ενδιαφέρον και στη Μεγαλόνησο για τα αποτελέσματα. Ωστόσο, σύμφωνα με εκτίμηση του επίκουρου καθηγητή της Νομικής Σχολής του πανεπιστημίου Λευκωσίας, Οδυσσέας Χρήστου, το Κυπριακό ζήτημα σίγουρα δεν βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα, σε περίοδο εσωτερικής πολιτικής κρίσης.

«Πιθανά τα δύο κόμματα να παραμείνουν στις παραδοσιακές τους γραμμές σε αυτό το θέμα» εκτιμά ο καθηγητής Οδυσσέας Χρήστου. Στο ερώτημα κάτω από ποιες προϋποθέσεις θα μπορούσαν οι Βρετανοί να επιστρέψουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο καθηγητής απαντά ότι «η ΕΕ είναι αναγκασμένη να λειτουργήσει τιμωρητικά, έτσι ώστε να δημιουργήσει αποθαρρυντικά αντικίνητρα», τόνισε με δηλώσεις του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Κύριος Χρήστου.

Συγκεκριμένα, για το πραγματικό διακύβευμα των εκλογών στη Βρετανία, απάντησε: «Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τις ακόλουθες τάσεις:

  1. Το βασικό διακύβευμα είναι οι συνέπειες του δημοψηφίσματος για το Brexit τόσο για τη χώρα όσο και για το πολιτικό της σύστημα.
  2. Η εκτίμηση της Μέι και των Συντηρητικών ότι θα υπήρχε πολιτικό κέρδος ως αποτέλεσμα της κήρυξης εκλογών ήταν υπεραισιόδοξη
  3. Το τίμημα της λάθος εκτίμησης για το δημοψήφισμα από τον Κάμερον το πλήρωσε το UKIP αντί οι Συντηρητικοί, αφού φαίνεται ότι η πρόσφατη άνοδος των Εργατικών δεν έχει μειώσει τα γενικά ποσοστά των Συντηρητικών σε μεγάλο βαθμό, αλλά έχει μειώσει τη διαφορά λόγω της λαϊκής απονομής ευθύνης στο UKIP
  4. Η παραδοσιακή ταξική διαφοροποίηση μεταξύ των Εργατικών και των Συντηρητικών έχει ελαχιστοποιηθεί, αφού φαίνεται ότι προσελκύουν περίπου τα ίδια ποσοστά από την στρωματοποίηση κοινωνικών τάξεων
  5. Η αναδυόμενη διαφοροποίηση ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα είναι διαγενεακή με τους νέους να υποστηρίζουν τους Εργατικούς και τους πιο ηλικιωμένους να υποστηρίζουν τους Συντηρητικούς».

Σε ερώτηση αν υπάρχει η εκτίμηση ότι τα τελευταία χρόνια η χώρα έχει ένα πρόβλημα με την ποιότητα των ηγετών της και εάν η τελευταία διαφορά Κόρμπιν-Μέι; μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστη, είπε: «Όντως, παρατηρείται ότι – πέραν των βαρυσήμαντων θεμάτων που απασχολούν τον βρετανικό λαό με το Brexit, αλλά και τα κοινωνικοπολιτικά φαινόμενα που οδήγησαν σε αυτό και εντείνονται με την έξαρση των πρόσφατων τρομοκρατικών επιθέσεων στο ΗΒ – υπάρχει μια γενική παραδοχή έλλειψης πολιτικού χαρίσματος σε μια χώρα που χαρακτηρίζεται διαχρονικά (και λόγω της φύσεως του πολιτικού συστήματος της, πρωτίστως του χαρακτηριστικού της αξιωματικής αντιπολίτευσης) από δυνατές πολιτικές φιγούρες.

Τόσο από την πλευρά των δύο μεγάλων κομμάτων, όσο και σε ότι αφορά στα μικρότερα κόμματα, υπάρχει μια έντονη τάση αμφισβήτησης σε δύο βασικούς πυλώνες:

  1. Η αμφισβήτηση της ικανότητας των κομματικών ηγετών να ηγηθούν της χώρας σε μια κατάσταση μελλοντικής αβεβαιότητας.
  2. Η αμφισβήτηση της ικανότητας των κομματικών ηγετών να αντιληφθούν τις πραγματικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο βρετανικός λαός και να παρέχουν λύσεις. Και τα δύο προϋπήρχαν του δημοψηφίσματος, αλλά ο δεύτερος πυλώνας έχει ενισχυθεί, καθώς δημιουργήθηκαν διάφορες αντιλήψεις παραπλάνησης του λαού από τις κομματικές ηγεσίες.

Η Μέι είχε άνετο προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις και κάλεσε πρόωρες εκλογές για να ενισχύσει την εντολή της να διαπραγματευτεί το Μπρέξιτ, εναντίον ενός υποτιθέμενου αδύναμου ηγέτη της αντιπολίτευσης από το αριστερό μέρος του κόμματός του. Η παραδοσιακή αντίληψη του Κόρμπιν ως γενικά αδύναμου ηγέτη, και πιο συγκεκριμένα ως αδύναμου σε ζητήματα ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής, δεν φαίνεται να λειτουργεί εναντίον του.

Τουναντίον, οι ιδεολογικά αριστερές προτάσεις περί κρατικοποίησης φαίνονται να τυγχάνουν θετικής εκτίμησης. Σίγουρα δεν βοήθησε την πρωθυπουργό η αντίληψη αναξιοπιστίας που φαίνεται να αναδύεται σαν κριτήριο επιλογής, ιδίως λόγω της άρνησης της να συμμετέχει σε δημόσιο διάλογο που είχε άμεσο αντίκτυπο με τους ψηφοφόρους».

Σχετικά με το κάτω από ποιες προϋποθέσεις θα μπορούσαν οι Βρετανοί να επιστρέψουν στην ΕΕ, απάντησε: «Η ενδεδειγμένη μέθοδος επιστροφής του ΗΒ στην ΕΕ είναι η εκ νέου υποβολή ένταξης. Όμως, διάφορες δηλώσεις αξιωματούχων της ΕΕ αφήνουν να εννοηθεί ότι μια τέτοια ενέργεια θα τύχει ταχείας διαχείρισης και δεν θα αντιμετωπιστεί ως ένα οποιοδήποτε νέο κράτος μέλος. Αυτό φυσικά εξυπακούεται ότι στο εντωμεταξύ το ΗΒ δεν θα έχει αποκλίνει – τόσο νομικά όσο και θεσμικά – από το ευρωπαϊκό κεκτημένο, κάτι που φαίνεται να αποτελεί μελλοντικό στόχο της πρωθυπουργού Μέι βάσει προσφάτων δηλώσεων της και πιθανώς να δυσχέραινε μια τέτοια μελλοντική εξέλιξη.

Το ίδιο μπορεί να πει κάποιος και την πιθανότητα δημιουργίας μιας ειδικής σχέσης ανάμεσα σε ΕΕ και ΗΒ, όπου το διακύβευμα για την ΕΕ είναι να μην δημιουργήσει προηγούμενο όπου η αποχώρηση κράτους μέλους να οδηγεί προς θετικές προς αυτό εξελίξεις. Με άλλα λόγια, η ΕΕ είναι αναγκασμένη να λειτουργήσει τιμωρητικά έτσι ώστε να δημιουργήσει αποθαρρυντικά αντικίνητρα».

Τέλος, για το εάν η πολιτική κατάσταση στη Βρετανία θα επηρεάσει -και με ποιον τρόπο- τη στάση της στη διάσκεψη για την Κύπρο, που θα συνέλθει λίγο μετά τις εκλογές, σημείωσε: «Είναι δύσκολο να εκτιμηθεί η επίδραση των εκλογών σε αυτό το ζήτημα καθώς σίγουρα δεν βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα σε περίοδο εσωτερικής πολιτικής κρίσης. Πιθανά τα δύο κόμματα να παραμείνουν στις παραδοσιακές τους γραμμές σε αυτό το θέμα».