«Ο Ντόναλντ Τραμπ όχι μόνο δίνει σε μια παρέα δισεκατομμυριούχων τον έλεγχο της κυβέρνησής μας, αλλά τους προσφέρει και ειδική φορολογική μεταχείριση, μόνο με την υπογραφή τους» για τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση, υποστήριξε η Ελίζαμπεθ Ουόρεν, γερουσιαστής των Δημοκρατικών από τη Μασαχουσέτη, σύμφωνα με την εφημερίδα The New York Times.
Οι δηλώσεις αυτές της Ουόρεν έγιναν την προηγούμενη εβδομάδα, καθώς η ίδια άσκησε κριτική σε ένα «παραθυράκι» του κώδικα φορολογίας, που επιτρέπει σε όσους αναλαμβάνουν κυβερνητικά καθήκοντα να μεταθέτουν χρονικά την πληρωμή φόρων για τις πωλήσεις μετοχών τους.
Μεταξύ των προσώπων που έχει επιλέξει ο Τραμπ για την άσκηση κυβερνητικών καθηκόντων, συμπεριλαμβάνονται και μερικοί από τους πλουσιότερους Αμερικανούς. Η νομοθεσία που εφαρμόζεται στις ΗΠΑ, τους υποχρεώνει να πωλήσουν τις μετοχές τους, αλλά και τις εταιρίες τους, προκειμένου να συμμορφωθούν με τις νομικές προβλέψεις για την αποφυγή της σύγκρουσης συμφερόντων μεταξύ των κυβερνητικών καθηκόντων τους και των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους.
Η χρονική μετάθεση της πληρωμής των φόρων από τις πωλήσεις μετοχών, προβλέπεται σε νόμο του 1989 κι έχει αντισταθμιστικό χαρακτήρα, έναντι της εφαρμογής του μέτρου.
Το «παραθυράκι» αυτό, θα βρεθεί στο επίκεντρο της πολιτικής επικαιρότητας μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες καθώς μερικά από τα πρόσωπα που έχει επιλέξει ο Τραμπ είναι δισεκατομμυριούχοι που ελέγχουν μεγάλες εταιρίες συμμετοχών που θα πρέπει να πωλήσουν, προκειμένου οι διορισμοί τους να εγκριθούν κατά τις ακροάσεις των ειδικών επιτροπών της Γερουσίας, αλλά και να δημοσιοποιηθεί η οικονομική τους κατάσταση.
Αρκετοί αναλυτές εκτιμούν ότι πρόκειται για “μεγάλο δώρο” που θα επιτρέψει στα πάμπλουτα στελέχη της νέας αμερικανικής κυβέρνησης, να μην πληρώσουν φόρους για μεγάλο μέρος των κερδών από την πώληση των μετοχών τους. Ωστόσο, δεν πρόκειται για απαλλαγή φόρου, καθώς ο φόρος αυτός θα πληρωθεί αργότερα.
Η γερουσιαστής Ουόρεν, μαζί με άλλους τρεις γερουσιαστές, έχουν προτείνει την εφαρμογή νομοθεσίας που θα περιορίζει την εφαρμογή του αναφερόμενου νόμου, μέχρι το ποσό του ενός εκατομμυρίου δολαρίων για τα κέρδη από την πώληση μετοχών, σύμφωνα με την εφημερίδα The New York Times.
Η άσκηση της κριτικής εντοπίζεται στο γεγονός ότι τα οικονομικά ποσά που θα συγκεντρωθούν από την πώληση των μετοχών, θα είναι δυνατό να αξιοποιηθούν για επενδύσεις σε άλλους τομείς μετά τη λήξη της κυβερνητικής θητείας, των στελεχών της νέας κυβέρνησης.