Η Άνγκελα Μέρκελ και η πολιτική της του ανοίγματος προς τους πρόσφυγες βρίσκονται περισσότερο παρά ποτέ στο στόχαστρο μετά τη δεύτερη διαδοχική εκλογική ήττα που υπέστησαν χθες, Κυριακή, σε μια ψηφοφορία η οποία σηματοδοτήθηκε από την εγκατάσταση της λαϊκιστικής δεξιάς στο γερμανικό πολιτικό τοπίο.
Οι αντίπαλοι της πορείας που ακολουθήθηκε από την καγκελάριο στο θέμα της μετανάστευσης δεν καθυστέρησαν να αποκτήσουν φωνή, ενώ οι ανησυχίες της κοινής γνώμης για την έλευση εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών από το καλοκαίρι του 2015 δεν έχουν πάψει να αυξάνονται.
Η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU) της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ «απειλείται από μια τεράστια και διαρκή απώλεια εμπιστοσύνης στην καρδιά του εκλογικού της σώματος», προειδοποίησε ένα από τα στελέχη του βαυαρικού κλάδου του κινήματος, της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU), ο Μάρκους Σέντερ, ο οποίος ζητεί τη ριζική σκλήρυνση των μέτρων που αφορούν τη μετανάστευση.
Καθώς συγκέντρωσε μόλις το 17,6% των ψήφων στις περιφερειακές εκλογές στο Βερολίνο, το συντηρητικό κόμμα της καγκελαρίου κατέγραψε το χειρότερο αποτέλεσμα της μεταπολεμικής ιστορίας του στην πόλη.
Χάνει έδαφος κυρίως προς όφελος της νέας ανερχόμενης πολιτικής δύναμης, του αντιμεταναστευτικού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) που, συγκεντρώνοντας το 14,2% των ψήφων, κατάφερε να σπάσει ένα μεταπολεμικό ταμπού: να εγκαταστήσει στο γερμανικό πολιτικό τοπίο έναν σχηματισμό της λαϊκιστικής δεξιάς ο οποίος σε ορισμένους τομείς φλερτάρει με τις θέσεις της άκρας δεξιάς.
Αφού είχε εμφανιστεί αρχικά ως εξαίρεση, η Γερμανία φαίνεται πως βρίσκεται κι αυτή αντιμέτωπη με το παγκόσμιο κύμα των εθνικοσυντηρητικών λαϊκιστικών κινημάτων. Στην Ευρώπη με τη Βρετανία και το Brexit της, στην Αυστρία, στη Γαλλία όπου το Εθνικό Μέτωπο μπορεί να φθάσει στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών της άνοιξης του 2017, στην Πολωνία ή την Ουγγαρία, αλλά και στις ΗΠΑ με τον Ντόναλντ Τραμπ.
Η άνοδος του AfD σε μια μεγάλη κοσμοπολίτικη μητρόπολη, όπως το Βερολίνο, επιβεβαιώνει ότι το κόμμα που γεννήθηκε πριν από τρία χρόνια δεν περιορίζεται πλέον στις υποβαθμισμένες ζώνες της πρώην ΓΛΔ, όπου έχει τα προπύργιά του, γεγονός που το φέρνει σε πολύ καλή θέση για να μπει σ’ έναν χρόνο στην ομοσπονδιακή βουλή με τις βουλευτικές εκλογές.
«Είμαστε πλέον ένα καθιερωμένο κόμμα», δήλωσε εκφράζοντας την ικανοποίησή του ένας από τους ηγέτες του, ο Γεργκ Μόιτεν.
Η CDU από την πλευρά της κατέγραψε στην πρωτεύουσα την πέμπτη οπισθοδρόμησή της σε τέτοιες εκλογές. Το κόμμα δεν θα εκπροσωπείται πλέον παρά μόνο σε έξι από τις 16 κυβερνήσεις των περιφερειακών κρατιδίων της χώρας, σε δύο από τις οποίες ως ήσσων εταίρος στον κυβερνητικό συνασπισμό.
Ο εταίρος της CDU στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), εξέρχεται κι αυτό πολύ εξασθενημένο από τις εκλογές στο Βερολίνο, καταγράφοντας το χειρότερο μεταπολεμικό αποτέλεσμά του (21,6%) σ’ ένα όλο και πιο κατακερματισμένο πολιτικό τοπίο.
«Με την απογοήτευση που εγκαθίσταται, ο φόβος για μια απώλεια της εξουσίας το 2017 θα μπορούσε να πάρει έκταση στους κόλπους της CDU» και «να αυξήσει την πίεση επί της κυρίας Μέρκελ για να εξηγήσει περισσότερο την πολιτική στρατηγική της», εκτιμά στην εφημερίδα Handelsblatt ο πολιτειολόγος Γκέρο Νοϊγκεμπάουερ.
Σήμερα, αντί να αναχωρήσει για τη Νέα Υόρκη για τη σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, η καγκελάριος επέλεξε να παραμείνει στο Βερολίνο για να μιλήσει το μεσημέρι στους δημοσιογράφους.
Πάντως η καγκελάριος δεν φαίνεται ακόμη να απειλείται, καθώς στο κόμμα της δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή. «Η Μέρκελ εκμεταλλεύεται την αβεβαιότητα της CDU για το τι θα μπορούσε να συμβεί σε περίπτωση που έφευγε», εκτιμά σήμερα η εφημερίδα Sueddeutsche Zeitung.
Υπέρ της Μέρκελ είναι ακόμη το γεγονός ότι δεν έχει πλέον να αντιμετωπίσει σημαντικές τοπικές εκλογές πριν από τα τέλη Μαρτίου του 2017. «Είναι η μοναδική καλή είδηση για εκείνη», εκτιμά η εφημερίδα Die Welt.