Αύξηση των κρουσμάτων παιδικής κακοποίησης και του αριθμού των παιδιών που μεταφέρονται σε νοσοκομεία με σοβαρές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, προκάλεσε η ύφεση της αμερικανικής οικονομίας σύμφωνα με μια νέα έρευνα.
Αναφορές που συνδέουν την παιδική κακοποίηση με την ύφεση έχουν εμφανιστεί και στο παρελθόν, αλλά η παρούσα έρευνα, η οποία βασίζεται σε στοιχεία νοσοκομείων από τέσσερις αμερικανικές πολιτείες και δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση Pediatrics, είναι μια από τις πρώτες οι οποίες στηρίζουν αυτή τη σχέση με ισχυρά στοιχεία.
Παρότι δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η οικονομική κατάσταση από μόνη της προκαλεί την αύξηση των κρουσμάτων παιδικής κακοποίησης, παλαιότερες έρευνες έχουν συνδέσει το γονεϊκό στρες με την παιδική κακοποίηση.
Η έρευνα διεξήχθη σε παιδιά κάτω των πέντε ετών στο Κεντάκι, το Οχάιο, την Πενσιλβάνια και την Ουάσινγκτον και έδειξε ότι από το 2004 ως το 2009, 422 παιδιά διαγνώστηκαν με αυτό που οι γιατροί αποκαλούν «κρανιοεγκεφαλικό τραύμα από κακοποίηση».
Η πλειονότητα των παιδιών κατέληξε σε μονάδα εντατικής θεραπείας και το 16% εξ αυτών πέθανε.
Κατά την τριετία μέχρι τον Δεκέμβριο του 2007, περίπου την εποχή που ενέσκηψε η οικονομική κρίση, ο ρυθμός των «κρανιοεγκεφαλικών τραυμάτων από κακοποίηση» ήταν 8,9 το έτος ανά 100.000 παιδιά. Μετά από αυτή την ημερομηνία ο αριθμός αυτός ανήλθε σε 14,5 ανά 100.000 παιδιά.
Όπως παρατηρεί η Ρέιτσελ Μπέργκερ, ειδική σε θέματα παιδικής κακοποίησης στην Παιδιατρική Κλινική του Πίτσμπεργκ και μια από τους συγγραφείς της μελέτης, σημειώθηκε μεγάλη αύξηση στον αριθμό των παιδιών που μετεφέρθηκαν στο νοσοκομείο όπου εργάζεται με κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις εντός του 2008.
Από τα 17 κρούσματα ανά έτος, ο αριθμός αυτός ανήλθε σε 37 μέσα στο 2008.
«Σχεδόν συνέχεια υπήρχε ένα βρέφος στην μονάδα εντατικής θεραπείας» προσθέτει.
Ο μέσος όρος ηλικίας των παιδιών στην έρευνα ήταν εννέα μηνών.
Στις ΗΠΑ, περίπου 1.800 βρέφη μεταφέρονται στο νοσοκομείο κάθε χρόνο με κρανιοεγκεφαλικά τραύματα από κακοποίηση.
Στατιστικά στοιχεία σε ομοσπονδιακό επίπεδο δείχνουν μία μείωση στα κρούσματα παιδικής κακοποίησης μέσα στο 2008, αλλά η Μπέργκερ είπε ότι τα στοιχεία αυτά δεν είναι απολύτως αξιόπιστα καθώς εξαρτώνται από το πώς ορίζεται η κακοποίηση.
Η Μπέργκερ πρόσθεσε ότι η έλλειψη οικονομικών πόρων μπορεί να έχει αναγκάσει τις μητέρες να αφήνουν τα παιδιά τους με ανθρώπους οι οποίοι δεν ασχολούνται συστηματικά με την φροντίδα τους, όπως ο πατέρας τους ή κάποιος άλλος άνδρας.
«Συνήθως ο δράστης είναι ο πατέρας ή κάποιος άλλος άνδρας που φροντίζει το παιδί. Πολύ σπάνια δράστης είναι η μητέρα. Είναι οι άνθρωποι στους οποίους δίνει μια μητέρα το παιδί της να το κρατήσουν που καταλήγουν να είναι οι δράστες».
Η Ελίζαμπεθ Γκέρσοφ, ψυχολόγος, η οποία ασχολείται με τις σχέσεις γονέων-παιδιών, υποστηρίζει ότι η μικρή ηλικία των παιδιών αφήνει να εννοηθεί ότι το κλάμα τους μπορεί να προκάλεσε την κακοποίηση.
Αν κάποιος που φροντίζει ένα βρέφος το τραντάξει βίαια για να σταματήσει να κλαίει, μπορεί να του προκαλέσει το «σύνδρομο του απότομου τραντάγματος του μωρού» με πιθανότερη κατάληξη την εγκεφαλική βλάβη.
Η Γκέρσοφ εξηγεί ότι τα βρέφη κλαίνε μόνο για πέντε λόγους: επειδή πεινούν, είναι κουρασμένα, βαριούνται, πονάνε ή χρειάζεται να αλλάξουν πάνα.
Η Μπέργκερ είπε ότι η κυβέρνηση δεν λαμβάνει μέτρα για να βοηθήσει τους γονείς που δεν διαθέτουν χρήματα να αντεπεξέλθουν.
«Ουσιαστικά αυξήσαμε το στρες μειώνοντας τον αριθμό των προγραμμάτων αρωγής βρεφών και παιδιών» λέει και προσθέτει ότι έχουν επιβληθεί μειώσεις στην επιδότηση για βρεφονηπιακούς σταθμούς και στα γονεϊκά επιδόματα.
«Όταν οι πολίτες αυτής της χώρας έχουν στρες, για παράδειγμα εξαιτίας ενός τυφώνα, ως κοινωνία τους προσφέρουμε βοήθεια. Στην περίπτωση αυτή έχουμε οικονομική ύφεση και αυτό που συμβαίνει στη συγκεκριμένη περίοδο είναι να αποσυρόμαστε».