Η αύξηση του αριθμού σε καταδίκες για υποδαύλιση μίσους που επιβάλλονται τα τελευταία χρόνια στην Αυστρία, κυρίως μέσω του διαδικτύου και των social media, επισημαίνεται από Αυστριακούς δικαστές, με την ευκαιρία της σημερινής καταδίκης μίας 40χρονης μητέρας από δικαστήριο της Βιέννης σε τετράμηνη φυλάκιση, για σχετική ανάρτηση στο Facebook.
Το ότι έχει μειωθεί η ανοχή των αρχών απέναντι στην υποδαύλιση μίσους, αποδεικνύεται από τα στατιστικά στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία, ενώ το 2013 είχαν υπάρξει σε όλη την Αυστρία οκτώ καταδίκες και το 2014 ανήλθαν σε 30, μέσα στο 2015 έφτασαν τις 44, έπειτα από 282 σχετικές μηνύσεις.
Στην ετήσια έκθεση για το 2015, της υπηρεσίας Προστασίας του Συντάγματος του αυστριακού υπουργείου Εσωτερικών, γίνεται σαφές πως έχει αυξηθεί ο αριθμός των αδικημάτων με ακροδεξιές, ξενοφοβικές, ρατσιστικές και αντισημιτικές προθέσεις, κάτι που επιβεβαιώνεται και από τα σημερινά στοιχεία που έδωσαν στη δημοσιότητα οι δικαστικές αρχές, ως προς τις καταδίκες με την κατηγορία της αποκαλούμενης «ναζιστικής δραστηριοποίησης», οι οποίες το 2013 ανέρχονταν σε 49, το 2014 σε 62 και το 2015 σε 71.
Στη σημερινή απόφασή του, το δικαστήριο στη Βιέννη βρήκε ένοχη την κατηγορούμενη για την προτροπή της «πολύ απλά, πυροβολείστε», που είχε αναρτήσει στο Facebook, ενώ την απάλλαξε από την κατηγορία πως με την προτροπή αυτή καλούσε πραγματικά σε δολοφονία προσφύγων, αναγνωρίζοντας ως ελαφρυντικό, ότι απλά με την ανάρτησή της αποσκοπούσε στην εκτόνωσή της.
Η κατηγορούμενη, στην απολογία της ανέφερε ότι βλέποντας εικόνες από τα σύνορα της ΠΓΔΜ, στις οποίες πρόσφυγες είχαν επιτεθεί «με πρωτοφανή βία» εναντίον συνοριακών υπαλλήλων, τις συνέδεσε με τους διαμένοντες σε προσφυγικό καταυλισμό σε απόσταση 300 μέτρων από την κατοικία της, οι οποίοι, όπως ισχυρίστηκε, έδιωχναν παιδιά από το παιδικό πάρκο της περιοχής, ενώ παραδέχθηκε πως υπήρξε υπερβολική η αντίδρασή της με την ανάρτηση στο Facebook.
Πολύ αυστηρότερο υπήρξε πρόσφατα στην ετυμηγορία του, δικαστήριο της αυστριακής πόλης του Ίνσμπρουκ, καταδικάζοντας σε φυλάκιση τριών ετών, με την κατηγορία της ναζιστικής δραστηριοποίησης και της υποδαύλισης μίσους, έναν 33χρονο κάτοικο της πόλης, ο οποίος είχε αναρτήσει στον ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης Facebook, σχόλια με ξενοφοβικό περιεχόμενο.
Στα αξιόποινα σχόλια που ο ίδιος είχε αναρτήσει στην προσωπική του σελίδα στο Facebook, αναφέρονταν μεταξύ άλλων, «χρειαζόμαστε έναν Χίτλερ για να τους εξαφανίσει», «σκοτώστε αυτά τα εκτρώματα», «σκοτώστε κάθε μαύρο Μουσουλμάνο», «αγοράστε όπλα».
Αξίζει να σημειωθεί πως η καταδικαστική απόφαση στο Ίνσμπρουκ για ναζιστική δραστηριοποίηση, ελήφθη στη βάση της παραβίασης του «Νόμου Απαγόρευσης», ο οποίος είχε ψηφιστεί αμέσως μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στις 8 Μαίου του 1945, από την πρώτη (προσωρινή) αυστριακή κυβέρνηση και με αυτόν απαγορευόταν το ναζιστικό κόμμα και ρυθμιζόταν νομικά η αποναζιστικοποίηση της Αυστρίας.
Ο νόμος που είναι ενσωματωμένος στο αυστριακό Σύνταγμα και είχε τροποποιηθεί το 1947 και τελευταία το 1992, προβλέπει την επιβολή αυστηρών ποινών για οποιαδήποτε δράση σχετιζόμενη με τον εθνικοσοσιαλισμό (σ.σ. από «απλή» συνθηματολογία, σύμβολα και εμβλήματα μέχρι την ενεργή προπαγάνδα) και εφαρμόζεται σχεδόν πάντα από τα αυστριακά δικαστήρια σε τέτοιες περιπτώσεις.
Με βάση αυτό το νόμο είχαν διαλυθεί επίσημα και είχαν απαγορευτεί μετά τον πόλεμο όλες οι ναζιστικές ή συγγενείς ιδεολογικά οργανώσεις, και είχαν κατασχεθεί υπέρ του αυστριακού κράτους οι περιουσίες τους, ενώ απαγορεύεται η επανίδρυσή τους και κάθε άλλου είδους δραστηριότητα εθνικοσοσιαλιστικής κατεύθυνσης.