Η κατάσταση στο προσφυγικό στην Ελλάδα βελτιώνεται σιγά-σιγά, οι άνθρωποι που καταφθάνουν καταγράφονται, και ο ίδιος είναι σίγουρος πως θα επιστρέψει η εμπιστοσύνη από τις υπόλοιπες χώρες για μία κοινή λύση της προσφυγικής κρίσης, όταν αυτές βλέπουν ότι η κατάσταση είναι υπό έλεγχο, τονίζει σε σημερινή συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα «Ντερ Στάνταρντ», ο πρώτος αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φρανς Τίμερμανς, ο οποίος, στο πλαίσιο επίσκεψης του στη Βιέννη, είχε συνομιλίες με τον νέο Αυστριακό ομοσπονδιακό καγκελάριο, Κρίστιαν Κερν και τον νέο υπουργό Εσωτερικών, Βόλφγκανγκ Σομπότκα.
Ο ίδιος παραδέχεται πως σε σχέση με την προσφυγική κρίση δεν λειτουργούν μεν όλα όπως είχε προταθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (σσ όπως η μετεγκατάσταση προσφύγων από Ελλάδα και Ιταλία), ωστόσο έχουν γίνει βήματα προς τα εμπρός, και η συνεργασία με την Τουρκία οδήγησε στο αντί να καταφθάνουν καθημερινά στην Ελλάδα πάνω από 3.000 άνθρωποι, ο αριθμός αυτός να περιοριστεί μόνον σε 50, και κανείς πλέον δεν πνίγεται.
Όπως επισημαίνει ο Φρανς Τίμερμανς, σε άλλο σημείο της συνέντευξής του, για πρώτη φορά στα 30 χρόνια που βρίσκεται στην ευρωπαϊκή πολιτική, συνειδητοποιεί πως η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να έχει πισωγυρίσματα που μπορούν να την καταστρέψουν, χωρίς ο ίδιος να λέει πως αυτό θα συμβεί- κάτι που δημιουργήθηκε από ανθρώπινο χέρι μπορεί επίσης να καταστραφεί από ανθρώπινο χέρι, και αυτό πρέπει να συνειδητοποιήσουν εκείνοι που λένε ότι η Ευρώπη ήταν πάντα Ευρώπη και θα παραμείνει.
Τονίζει επίσης πως κύρια αιτία που η Ευρώπη δεν αποτελεί μη αντιστρέψιμο εγχείρημα, είναι η κρίση την οποία οι Ευρωπαίοι βιώνουν από πολλά χρόνια και η οποία έχει οδηγήσει τους ανθρώπους σε μία ανασφάλεια και έχει προκαλέσει μία δυσπιστία ανάμεσα στα κράτη.
Για παράδειγμα, όπως προσθέτει, με την κρίση του ευρώ έχει δημιουργηθεί στη Βόρεια Ευρώπη η αίσθηση πως στον Νότο οι άνθρωποι δεν θέλουν να εργάζονται, γιατί είναι τεμπέληδες, ενώ αντίθετα στην Ελλάδα και στην Ισπανία πολλοί σκέπτονται πως είναι αναγκασμένοι να αποδεχθούν μία μεταρρυθμιστική πολιτική ενάντια στα συμφέροντά τους, την οποία υπαγορεύει η Γερμανία. Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε μία αίσθηση πως στην ΕΕ μαίνεται ένας αγώνας του ενός εναντίον του άλλου, αναφέρει.
Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, πράγματι αυτή την εντύπωση έχει κανείς συχνά στη διάρκεια της προσφυγικής κρίσης, όπου μερικές χώρες δεν έπραξαν αυτά που έπρεπε να πράξουν και προωθούσαν όλους παρακάτω, όμως οι υπόλοιπες χώρες επί πολλά χρόνια δεν επέδειξαν αλληλεγγύη απέναντι στην Ελλάδα και στην Ιταλία, δηλαδή στις χώρες που είχαν πληγεί περισσότερο και όλα αυτά έχουν δημιουργήσει μία κατάσταση που δυσκολεύει να συμφωνήσουν όλες οι χώρες σε μία κοινή πολιτική.
Όμως, κατά την άποψή του, πίσω από αυτά κρύβεται ένα πολύ βαθύτερο πρόβλημα, και αυτό βρίσκεται στο γεγονός πως τα μεσαία στρώματα των κοινωνιών έχασαν την εμπιστοσύνη τους στη βελτίωση της ζωής τους και δεν έχουν πλέον την αίσθηση πως θα έλθουν καλύτερες ημέρες για τους ίδιους και τα παιδιά τους, και δεν αρκούνται να ακούν από τους πολιτικούς ότι «ήδη περνούν καλά», αλλά εκείνο που θέλουν οι άνθρωποι είναι προτάσεις για το μέλλον.
Αυτή τη στιγμή, όπως σημειώνει, από τα κλασικά κόμματα λίγα ακούγονται πάνω σε αυτό, ενώ τα λαϊκιστικά κόμματα έχοντας ισχυρότερα ιδεολογικά κίνητρα, μπορούν και επιχειρηματολογούν. Ο ίδιος δεν συμμερίζεται αυτόν τον εθνικισμό, αυτή τη νοοτροπία πως «μόνοι μας τα κάνουμε καλύτερα», ωστόσο οι λαϊκιστές παρουσιάζουν μία εικόνα την οποία είναι πρόθυμοι να αποδεχθούν άνθρωποι που φοβούνται ότι θα χάσουν τα κεκτημένα τους.
Όπως επισημαίνει ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκείνο που υπήρξε λάθος από όλους σε ευρωπαϊκό επίπεδο, είτε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, είτε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ήταν πως για μεγάλο χρονικό διάστημα δίνονταν περισσότερες υποσχέσεις από ό,τι υλοποιούνταν, και για να εξισορροπηθεί αυτό δίνονταν ακόμη περισσότερες υποσχέσεις.