Να υπάρξουν αυστηρές έρευνες και να δοθούν σαφείς πολιτικές απαντήσεις, με σχετική νομοθεσία και ποινικές διώξεις που θα στοχεύουν στην αποτροπή τέτοιων πρακτικών, ζητά ο ομοσπονδιακός καγκελάριος της Αυστρίας, Βέρνερ Φάιμαν, σε σημερινές δηλώσεις του σε σχέση με τις αποκαλύψεις για τα λεγόμενα Panama Papers.
Σύμφωνα με τον καγκελάριο, στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της οικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης, η Αυστρία ανέλαβε τα τελευταία χρόνια αρκετές πρωτοβουλίες, όπως την κατάργηση του τραπεζιτικού απορρήτου σε περιπτώσεις ξεπλύματος χρήματος, ή την υλοποίηση των προτύπων του ΟΟΣΑ στην ανταλλαγή δεδομένων και την εφαρμογή μέτρων κατά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού.
Ο ίδιος ανέφερε ότι πολλά έγιναν και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, ωστόσο αποδεικνύεται πως χρειάζονται τέτοια μέτρα και σε παγκόσμιο επίπεδο και θα πρέπει να υπάρξει σκληρή στάση απέναντι σε μη συνεργαζόμενες τρίτες χώρες και να επιβληθούν κυρώσεις σε εκείνα τα κράτη που το επιχειρηματικό τους μοντέλο στηρίζεται προφανώς στη συγκάλυψη της φορολογικής απάτης με offshore εταιρείες.
Όπως επισημαίνει στις δηλώσεις του ο αυστριακός καγκελάριος, είναι εμφανής η αντίσταση που προβάλλεται και στο εσωτερικό της Ευρώπης, καθώς «δυστυχώς» διαπιστώνεται το πόσο δύσκολο είναι να καθιερωθεί ακόμη και σε έναν «συνασπισμό των προθύμων» ένας φόρος στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, διότι επικρατούν συνέχεια οι αντιστάσεις των εκπροσώπων των «λόμπι».
«Όμως, αυτό δεν σημαίνει πως θα εγκαταλείψουμε την προσπάθεια, αλλά ότι θα πρέπει να αγωνιστούμε σφοδρότερα για δικαιοσύνη», τονίζει χαρακτηριστικά στις δηλώσεις του ο καγκελάριος Βέρνερ Φάιμαν.
Όπως ανακοινώθηκε σήμερα, η αρμόδια Ρυθμιστική Αρχή της Αυστρίας για τις χρηματοπιστωτικές αγορές διενεργεί έρευνα για το κατά πόσο δύο τράπεζες της χώρας, η «Raiffeisen Bank International» και η «Hypo Landesbank Vorarlberg», ακολούθησαν τους κανόνες κατά του ξεπλύματος μαύρου χρήματος, καθώς τα δύο χρηματοπιστωτικά ιδρύματα κατονομάζονται στα αρχεία που διέρρευσαν για τις δραστηριότητες των offshore εταιρειών.
Εκπρόσωπος της Ρυθμιστικής Αρχής δήλωσε ότι εξετάζεται κατά πόσο τηρήθηκαν οι διαδικασίες, όπως οι έλεγχοι για τη φύση των συναλλαγών και τα άτομα που εμπλέκονται σε αυτές, σημειώνοντας ο ίδιος πως εάν κριθεί απαραίτητο, οι υποθέσεις αυτές μπορούν να παραπεμφθούν στις αρμόδιες διωκτικές αρχές.