Σε εξέλιξη βρίσκεται τις τελευταίες μέρες επιχείρηση ανακατάληψης της Μοσούλης από τις ιρακινές δυνάμεις. Περίπου 1,2 εκατομμύρια άνθρωποι, σύμφωνα με εκτιμήσεις, αναζητούν ασφαλές καταφύγιο. Στα τέλη του 2015 οι ιρακινές ένοπλες δυνάμεις κατάφεραν να εκδιώξουν το ISIS από το Ραμάντι. Αργά αλλά σταθερά οι κάτοικοι αρχίζουν να επιστρέφουν στις εστίες τους, αντικρίζοντας μια «πόλη φάντασμα». Την ευρύτερη περιοχή επισκέφτηκε στο πλαίσιο ρεπορτάζ ο γερμανός δημοσιογράφος Ούλι Γκακ, γράφει η Deutsche Welle. Ποιοι είναι αυτοί που συνάντησε στην στρατηγικής σημασίας πόλη Ραμάντι, που απέχει μόλις 100 χλμ. από τη Βαγδάτη; «Πρόκειται για σουνιτικές φυλές οι οποίες είχαν παραμείνει εκεί ή και που εν μέρει άρχισαν τώρα να επιστρέφουν. Στην πραγματικότητα η πόλη είναι άδεια, είναι κατεστραμμένη, δεν υπάρχουν υποδομές, νερό, ρεύμα. Η πόλη δεν είναι κατοικήσιμη. Οι σουνιτικές φυλές όμως θέλουν να επιστρέψει ο κόσμος, πιθανότατα στα μέσα Απριλίου». Από πού προέρχονται όμως οι άνθρωποι που συναντά κανείς σήμερα στο Ραμάντι; «Υπάρχουν μεγάλοι σουνιτικοί προσφυγικοί καταυλισμού στις πύλες της Βαγδάτης. Δεν τους επιτρέπεται όμως να εισέλθουν στην πόλη επειδή η σιιτική τοπική ηγεσία εκφράζει φόβους ότι ανάμεσα στους σουνίτες βρίσκονται ενδεχομένως άτομα που συνεργάζονται με το ISIS. Πολλοί όμως θέλουν να γυρίσουν για να έχουν απλά μια στέγη πάνω από το κεφάλι τους. Με τα όσα είδα όμως, η ζωή στο Ραμάντι είναι απλά αδύνατη».
Τους χρησιμοποιούσαν σαν «ανθρώπινες ασπίδες»
Και αυτό οφείλεται σε πολλούς και διαφορετικούς λόγους, σύμφωνα με τον γερμανό δημοσιογράφο: «Η πόλη είναι κατά το ήμισυ κατεστραμμένη. Σε πολλά κτήρια υπάρχουν νάρκες. Σουνίτες φύλαρχοι μου διηγήθηκαν ότι εξουδετέρωσαν μέσα σε λίγες μέρες περισσότερους από 3.000 εκρηκτικούς μηχανισμούς. Και δεν τους ανακάλυψαν καν όλους. Ορισμένοι μηχανισμοί έχουν τοποθετηθεί τόσο διαβολικά που θα έπρεπε να ανατινάξεις ολόκληρο το κτήριο. Δεν μπορείς να τους εξουδετερώσεις». Τι διηγούνται οι άνθρωποι που έζησαν τις μάχες του Ραμάντι τα προηγούμενα χρόνια; «Ότι το Ισλαμικό Κράτος τους χρησιμοποιούσε ως ανθρώπινες ασπίδες. Όταν επιτίθονταν ο ιρακινός στρατός και το ISIS αναγκαζόταν σε οπισθοχώρηση, ωθούσαν αμάχους μεταξύ των δυο πλευρών προκειμένου ο στρατός να μην μπορεί να συνεχίσει την προέλασή του. Πολλοί σκοτώθηκαν. Συναντήσαμε ανθρώπους που μας έδειξαν φρικτά τραύματα, ανάμεσά τους και παιδιά. Το Ισλαμικό Κράτος διεξάγει έναν ανελέητο πόλεμο και δεν λαμβάνει υπόψη τους αμάχους».
Δραματική αύξηση των εκτοπισμένων στο εσωτερικό
Γιατί επιστρέφουν όμως εθελοντικά οι κάτοικοι στην πόλη υπό τις παρούσες συνθήκες; «Είναι η απόγνωση. Δεν ξέρουν που να πάνε. Η κατάσταση είναι φρικτή. Πολλοί επιτίθενται σε μέλη οργανώσεων αρωγής, τόσο μεγάλη είναι η απελπισία τους. Δεν πρόκειται άλλωστε για οργανωμένους καταυλισμούς. Οι άνθρωποι φτάνουν μέχρι ορισμένα σημεία, για παράδειγμα στον Τίγρη και η σιιτική κυβέρνηση δεν τους αφήνει να περάσουν το ποτάμι. Και έτσι δημιουργούνται καταυλισμοί με 30.000 έως 40.000 ανθρώπους. Σε αυτά προστίθενται και συγκρούσεις μεταξύ σουνιτών και σιιτών». Ο γερμανός δημοσιογράφος εμφανίζεται σχεδόν βέβαιος ότι σύντομα θα ακολουθήσει ένα νέο μαζικό προσφυγικό κύμα από το Ιράκ προς την Ευρώπη: «Ο αριθμός των προσφύγων στο εσωτερικό του Ιράκ θα αυξηθεί δραματικά. Στην παρούσα φάση βρίσκονται σε εξέλιξη επιχειρήσεις για την απελευθέρωση της δεύτερης μεγαλύτερης ιρακινής πόλης, της Μοσούλης και το ISIS βρίσκεται σε φάση οπισθοχώρησης. Τα Ηνωμένα Έθνη υπολογίζουν μόνον στην περιοχή της Μοσούλης με έναν αριθμό 1,2 εκατομμυρίων ανθρώπων που προσπαθούν να αποφύγουν τις συγκρούσεις. Αυτό θα ασκήσει πιέσεις στην Τουρκία όπου θα προσπαθήσουν να καταφύγουν οι άνθρωποι για να συνεχίσουν προς Γερμανία. Πιστεύω ότι θα πρέπει να αναμένουμε ένα νέο κύμα προσφύγων από το Ιράκ. (…) Εκτιμώ ότι εντέλει θα είναι περισσότεροι από 1,2 εκατομμύρια, διότι η κατάσταση στη Μοσούλη είναι καταστροφική. Η τιμή του φυσικού αερίου εκτοξευτεί στο 10πλάσιο έως και 20πλάσιο, οι άνθρωποι δεν έχουν λεφτά».