Το ποσοστό των ανθρώπων που ζουν υπό συνθήκες ακραίας φτώχειας αναμένεται να πέσει ως το τέλος του έτους για πρώτη φορά στην ιστορία κάτω από το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού, ανακοίνωσε χθες η Παγκόσμια Τράπεζα.
Για πολλά χρόνια η ακραία φτώχεια οριζόταν ως η εξασφάλιση των προς το ζην με εισόδημα χαμηλότερο από 1,25 δολάρια την ημέρα. Ωστόσο η Παγκόσμια Τράπεζα προσάρμοσε στα σημερινά δεδομένα τον αριθμό αυτόν θέτοντας το όριο στα 1,90 δολάρια την ημέρα.
Ως το τέλος του έτους ο αριθμός των ανθρώπων που θα ζουν υπό συνθήκες ακραίας φτώχειας στον κόσμο θα έχει μειωθεί στα 702 εκατομμύρια, ή στο 9,6% του παγκόσμιου πληθυσμού, έναντι 902 εκατομμυρίων ή 12,8% του παγκόσμιου πληθυσμού που ήταν το 2012, σύμφωνα με τα στοιχεία του παγκόσμιου οργανισμού.
«…οι προβλέψεις αυτές δείχνουν ότι είμαστε η πρώτη γενιά στην ανθρώπινη ιστορία που μπορεί να δώσει τέλος στην ακραία φτώχεια», δήλωσε ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας Τζιμ Γιονγκ Κιμ.
Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στη σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε η Παγκόσμια Τράπεζα, «μεγάλη ανησυχία προκαλεί η αυξανόμενη συσσώρευση της φτώχειας παγκοσμίως στην υποσαχάρεια Αφρική».
Αν και το ποσοστό των ανθρώπων, που ζουν υπό συνθήκες ακραίας φτώχειας στην υποσαχάρεια Αφρική, αναμένεται να πέσει από 42,6%, που ήταν το 2012 σε 35,2% ως το τέλος του 2015, αυτό εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει σχεδόν τους μισούς από τους ανθρώπους που ζουν υπό συνθήκες ακραίας ένδειας παγκοσμίως.
Ο πρόεδρος του θεσμού προειδοποίησε επίσης ότι η επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης, η αστάθεια στις χρηματαγορές, οι συγκρούσεις, η υψηλή ανεργία μεταξύ των νέων και ο αντίκτυπος των κλιματικών αλλαγών εγείρουν εμπόδια στο να επιτευχθεί ο στόχος του ΟΗΕ να δοθεί ένα τέλος στην φτώχεια ως το 2030.
“Ωστόσο παραμένει στο χέρι μας εφόσον οι υψηλές μας προσδοκίες συνδυαστούν με σχέδια χωρών που θα βοηθήσουν τα εκατομμύρια των ανθρώπων που εξακολουθούν να ζουν υπό συνθήκες ακραίας φτώχειας” στον κόσμο, κατέληξε ο Τζιμ Γιονγκ Κιμ.