Στη νέα δικάσιμο της υπόθεσης «Ρούμπι-Γκέιτ», σήμερα το πρωί, στην ιταλική συμπρωτεύουσα, ο ιταλός πρωθυπουργός αποφάσισε να μην παρουσιασθεί ενώπιον των δικαστικών και ζήτησε από τους δικηγόρους του να αμφισβητήσουν την ορθότητα της διαδικασίας.
«Ο πρωθυπουργός, ήταν, όντως, πεπεισμένος ότι η συγκεκριμένη κοπέλα είχε στενή σχέση συγγένειας με τον πρώην αιγύπτιο πρόεδρο, Χόσνι Μουμπάρακ, ότι ήταν ανιψιά του. Για το λόγο αυτό, ή πρέπει να αθωωθεί άμεσα, ή, αν θεωρηθεί ότι έδρασε στα πλαίσια των πολιτικών καθηκόντων του, να κριθεί από ειδικό δικαστήριο για υπουργούς», δήλωσε ο συνήγορός υπεράσπισης του κ. Μπερλουσκόνι, Νικολό Γκεντίνι.
Για να στηρίξει την θέση αυτή ο Γκεντίνι πρόσθεσε ότι «υπάρχουν πολλοί μάρτυρες που θα μπορούσαν να επιβεβαιώσουν ότι ο Μπερλουσκόνι νόμιζε όντως ότι η Ρούμπι Καρίμα ήταν συγγενικό πρόσωπο του Μουμπάρακ. Μεταξύ αυτών, ο υπουργός Εξωτερικών Φράνκο Φρατίνι, ο εκπρόσωπος τύπου του πρωθυπουργού Πάολο Μποναγιούτι και η διερμηνέας που ήταν παρούσα στην τελευταία συνάντηση του ιταλού πρωθυπουργού με τον πρώην πρόεδρο της Αιγύπτου, κατά την οποία, συζητήθηκε το θέμα».
O κ. Μπερλουσκόνι στις 28 Μαΐου 2010 είχε τηλεφωνήσει στην διεύθυνση της αστυνομίας του Μιλάνου όπου είχε οδηγηθεί η ανήλικη, τότε, Ρούμπι, για να ζητήσει «να αφεθεί ελεύθερη διότι ήταν συγγενής του Χόσνι Μουμπάρακ». Είχε αφήσει να εννοηθεί ότι σε αντίθετη περίπτωση θα μπορούσε να δημιουργηθεί σοβαρό διπλωματικό επεισόδιο.
Όπως τονίζουν ιταλικά μέσα ενημέρωσης, είναι σαφές ότι οι δικηγόροι του ιταλού πρωθυπουργού θα συνεχίσουν να επικεντρώνονται στην αμφισβήτηση της αρμοδιότητας του δικαστηρίου του Μιλάνου με αναφορές και στην υπερβολική -κατά την άποψή τους- χρήση τηλεφωνικών παρακολουθήσεων, προκειμένου να καθυστερήσουν όσο περισσότερο μπορούν την έναρξη της ουσιαστικής φάσης της δίκης.