Ήρθε η ώρα για ένα mea culpa, γράφει για τη Γερμανίδα καγκελάριο ο Roger Cohen στην εφημερίδα New York Times, αναφέροντας πως θα ήταν ακόμη εγκλωβισμένη στην ανατολική Γερμανία αν ο Kohl αμφιταλαντεύονταν πολιτικά όπως κάνει και η ίδια…
Το μεγαλύτερο χάρισμα της Γερμανίας από το 1945 ήταν η προβλεπτικότητα, αυτή τώρα εξαφανίστηκε και δεν είναι σίγουρο αν η Μέρκελ μπορεί να την επαναφέρει, επισημαίνει ο αρθρογράφος κάνοντας μια σύντομη αναδρομή στις τελευταίες κινήσεις και της που μάλλον δεν τη δικαίωσαν.
Ακολουθεί το πλήρες άρθρο:
«Όταν ζούσα στη Γερμανία στα τέλη της δεκαετίας του ’90, η σύγκριση της χώρας με τη Γαλλία ήταν συγκλονιστική. Η Γερμανία είχε μια «ανοιχτωσιά» που έρχονταν σε πλήρη αντίθεση με την «επισημότητα» της Γαλλίας.
Η Γαλλία ήταν ό,τι πρέπει για να ονειρεύεσαι, αλλά η Γερμανία για να σκέφτεσαι.
Όλα φαίνονταν δυνατά, και τα φαντάσματα του παρελθόντος μπορεί να μην είχαν εξαφανιστεί, αλλά είχαν τουλάχιστον απορροφηθεί.
Το Βερολίνο είχε βάθος. Είχε σκοπό. Ένα έθνος που βγήκε από τις στάχτες του και ενώθηκε. Η χώρα δεν βγήκε από το τέλμα με ευχές και όνειρα, αλλά με σκληρή εργασία.
Η Γερμανία, με λίγα λόγια, μόλις πριν 10 χρόνια, ήταν διαφορετική από τη σημερινή Γερμανία της Άνγκελα Μέρκελ, που εμμονικά οσμίζεται την αίσθηση των ψηφοφόρων και φημίζεται για τις απρόβλεπτες πολιτικές της.
Υπάρχει πάντα το «γερμανικό ζήτημα». Αυτή η πληγή της Ευρώπης του 20ου αιώνα που έκλεισε με εξωτερική βοήθεια. Οι ΗΠΑ στήριξαν τη Γερμανία. Η Γαλλία προσπάθησε να την επανασχεδιάσει. Η Πολωνία τη συγχώρεσε. Όμως η σκληρή εργασία έγινε από πλευράς των ίδιων των Γερμανών. Ξεπέρασαν τα ενοχικά σύνδρομα του παρελθόντος, εκμεταλλεύτηκαν τη πολιτική ύφεση, κατασκεύασαν την Ε.Ε., και τέλος προχώρησαν στην ενοποίηση των δυο Γερμανιών.
Όλα αυτά ήταν κολοσσιαία επιτεύγματα, που πραγματοποιήθηκαν με συνέπεια και φαντασία. Εκατοντάδες εκατομμύρια Ευρωπαίων επωφελήθηκαν. Τον τελευταίο όμως χρόνο, όλα αυτά μοιάζουν να ανατρέπονται, και η χώρα δείχνει να μην αισθάνεται και τόσο άνετα με την νέα ισχύ της, αβέβαιη για τον τελικό της σκοπό.
Πρώτα είδαμε μια Μέρκελ να παγώνει την ευρωπαϊκή αντίδραση στη κρίση του χρέους της Ελλάδας. Και καθώς το μέλλον του ευρώ κρέμονταν από μια κλωστή, η καγκελάριος δεν έδειχνε να ενδιαφέρεται για το μέλλον της Ευρώπης, αλλά κυρίως για τις εκλογές του Μάιου 2010 στη Βεστφαλία, την πιο πολυπληθή περιφέρεια της χώρας. Πολύ ρηχή σκέψη δηλαδή.
Στη συνέχεια κωλυσιέργησε. Και όσο το έκανε, η εμπιστοσύνη στο ευρώ κλονίζονταν. Η Ιρλανδία και η Πορτογαλία έσπευδαν κι αυτές προς τη χρεοκοπία, ενώ η εφημερίδα Bild δημιουργούσε άγρια ατμόσφαιρα επιτιθέμενη εναντίον των Ελλήνων, και ζητώντας τη πώληση ελληνικών νησιών. Το αποτέλεσμα ήταν να αυξηθεί η οργή των Ευρωπαίων απέναντι στη Γερμανία. Και σαν να μην έφταναν αυτά, οι Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ έχασαν τη Βεστφαλία. Έμαθαν όμως το μάθημά τους;
Όχι. Ένα χρόνο αργότερα, έρχεται η κρίση της Λιβύης και της Ιαπωνίας. Και η Merkel μια από τα ίδια. Δεν ασχολήθηκε με το μέλλον της αραβικής άνοιξης, ή τη μοίρα της Fukushima, αλλά με τη Στουτγάρδη, και πιο συγκεκριμένα με τις εκλογές της 27/3 στη Βάδη-Βυρτεμβέργη. Τι κάνει λοιπόν η καγκελάριος όταν πρέπει να διαλέξει μεταξύ της υψηλής πολιτικής και της διανοητικής στενότητας; Επιλέγει το δεύτερο. Και έτσι σήμερα, βλέπουμε τη νέα Γερμανία, να σκέφτεται στενά και περιορισμένα.
Μπλεγμένη σε δύσκολες συμμαχίες με τους εταίρους της Ελεύθερους Δημοκράτες, και τον ασυνάρτητο υπουργό Εξωτερικών Γκίντο Βεστερβέλε, η καγκελάριος στόχευσε σε διπλό εκλογικό ρίσκο επί θεμάτων στρατού και περιβάλλοντος, χάνοντας και στα δυο.
Σνόμπαρε τους βασικούς συμμάχους της Γερμανίας, τη Γαλλία και την Αμερική, στο ζήτημα της επέμβασης στη Λιβύη, και παρήγγειλε μεταβολή 180 μοιρών στη πυρηνική πολιτική, εξαιτίας της εμπειρίας της Ιαπωνίας. Έκλεισε (προσωρινά) επτά πυρηνικές μονάδες, προκαλώντας αμφιβολίες για τη μόλις περσινή της απόφαση να επεκτείνει τη διάρκεια ζωής των γερμανικών πυρηνικών εργοστασίων, που προμηθεύουν τη χώρα με το ¼ της ηλεκτρικής της ενέργειας. Όπως δήλωσε ο επικεφαλής του γερμανικού Επιμελητηρίου Βιομηχάνων, «Ο πανικός και η κομματική πολιτική αποτελούν κακούς συμβούλους».
Τελικά η Μέρκελ έχασε και στο κρατίδιο της Βάδης Βυρτεμβέργης έπειτα από 58 χρόνια κυριαρχίας των Χριστιανοδημοκρατών. Η μεγαλύτερη όμως απώλεια ήταν η αξιοπιστία της. Ο κυβερνητικός συνασπισμός της δεν δείχνει σοβαρός.
Ήρθε η ώρα για ένα mea culpa. Η απώλεια του ευρωπαϊκού ιδεαλισμού είναι η πιο σοκαριστική αλλαγή στη Γερμανία, εδώ και δεκαετίες. Η Μέρκελ, η οποία θα ήταν ακόμη εγκλωβισμένη στην ανατολική Γερμανία αν ο Kohl αμφιταλαντεύονταν πολιτικά όπως κάνει αυτή, χρειάζεται να βάλει κάτω το κατά πόσο η Γερμανία, με 3% ανάπτυξη και χαμηλή ανεργία, επωφελείται από την Ε.Ε., από το ευρώ, και από μια αγορά μισού δισεκατομμυρίου ανθρώπων, χωρίς σύνορα.
Οι Γερμανοί Χριστιανοδημοκράτες δεν μπορούν να συμπεριφέρονται σαν τους αμήχανους Βρετανούς Τόρις. Να κλείνουν δηλαδή τα μάτια στα ζητήματα της Ε.Ε., ελπίζοντας πως τα προβλήματα θα εξαφανιστούν ως δια μαγείας. Η Γερμανίδα καγκελάριος θα πρέπει να ηγηθεί της Ευρώπης. Να χτίσει γέφυρες προς Ανατολάς, και να συνεργαστεί με τη Ρωσία του Μεντβέντεβ αντί αυτής του Πούτιν. Και θα πρέπει επίσης να παραδεχτεί το λάθος της στο θέμα της Λιβύης, και να επαναφέρει τη χώρα της στη συμμετοχή στην συμμαχική επιχείρηση εναντίον του Καντάφι.
Τέλος, πρέπει να αφήσει τη διστακτικότητα στο ζήτημα της πυρηνικής ενέργειας. Η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης έχει ανάγκη την πυρηνική ενέργεια, τουλάχιστον για το εγγύς μέλλον. Αυτό που ήταν σωστό το 2010, δεν είναι απαραίτητα σωστό και το 2011. Οι ΑΠΕ μπορεί να αξίζουν, αλλά δεν είναι ακόμη έτοιμες για σοβαρά πράγματα.
Το μεγαλύτερο χάρισμα της Γερμανίας από το 1945 ήταν η προβλεπτικότητα. Αυτή τώρα εξαφανίστηκε. Και δεν είναι σίγουρο αν η Μέρκελ μπορεί να την επαναφέρει».