Δύσκολα μπορεί κανείς να φανταστεί τον τρόμο που θα ένιωθε ο αείμνηστος Ίαν Μπανκς αν μάθαινε πως η θρυλική σειρά βιβλίων του Culture είναι από τις αγαπημένες του Έλον Μασκ. Όπως αναφέρει σε άεθρο του ο Guardian ο Σκωτσέζος συγγραφέας, δηλωμένος σοσιαλιστής, δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί θαυμαστές με δεξιές πολιτικές πεποιθήσεις εκτιμούσαν μυθιστορήματα, που κατά τη γνώμη του, ήταν προφανώς επιθέσεις στον κόσμο τους.

Αυτό όμως δεν σταμάτησε τον Μασκ, του οποίου η εταιρεία Neuralink που αναπτύσσει εμφυτεύσιμες διεπαφές εγκεφάλου-υπολογιστή, εμπνεύστηκε άμεσα από την έννοια του «neural lace» που περιγράφεται στα βιβλία του Μπανκς. Οι πλωτές πλατφόρμες που χρησιμοποιεί η SpaceX για την προσγείωση πυραύλων έχουν όλες ονόματα εμπνευσμένα από διαστημόπλοια της σειράς Culture.

Ολόκληρη η καριέρα του Μασκ φαίνεται πως βασίζεται σε μια προσπάθεια αναπαραγωγής μυθιστορημάτων επιστημονικής φαντασίας. Η επιθυμία του να αποικίσει τον Άρη προήλθε από τα μυθιστορήματα Foundation του Ίσαακ Ασίμοφ (ο οποίος επίσης είχε αριστερές πολιτικές πεποιθήσεις). Το Cybertruck της Tesla είναι, σύμφωνα με τον ίδιο τον Μασκ, «αυτό που θα οδηγούσε ο Blade Runner». Και πράγματι, αν κάποιος θέλει να φαντάζεται πως ζει σε μια ζοφερή δυστοπία, το Cybertruck εξυπηρετεί τον σκοπό. Το εργαλείο τεχνητής νοημοσύνης του Μασκ, Grok, πήρε το όνομά του από τη μαρσιανή λέξη για το «καταλαβαίνω» στο βιβλίο Stranger in a Strange Land του Ρόμπερτ Χάινλαϊν, ενώ ο τόνος του έχει βασιστεί στο The Hitchhiker’s Guide to the Galaxy. Ο συγγραφέας του, Ντάγκλας Άνταμς, που είχε αυτοκόλλητο «κατά του απαρτχάιντ» στη γραφομηχανή του, δύσκολα θα ενθουσιαζόταν με αυτή τη συσχέτιση.

Ο Μασκ δεν είναι μόνος του στον ενθουσιασμό αυτό. Ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ μετονόμασε την εταιρεία του και επένδυσε 100 δισεκατομμύρια δολάρια στην επιδίωξη του «metaverse», μιας λέξης που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο μυθιστόρημα Snow Crash του Νιλ Στίβενσον το 1992. Ο Ζούκερμπεργκ είναι τόσο εμμονικός με το συγκεκριμένο έργ, στο οποίο οι άνθρωποι συνδέονται σε έναν εικονικό κόσμο για να αποφύγουν έναν πραγματικό κόσμο που έχει καταρρεύσει, που κάποτε ζήτησε από όλους τους product managers του Facebook να το διαβάσουν ως μέρος της εκπαίδευσής τους. Το Snow Crash ενέπνευσε επίσης την ανάπτυξη του Google Earth και ήταν υποχρεωτική ανάγνωση για την ομάδα ανάπτυξης του Xbox της Microsoft. Ο Τζεφ Μπέζος αγαπά τόσο πολύ τον Στίβενσον, που τον προσέλαβε να δουλέψει για την εταιρεία πυραύλων του, Blue Origin.

Αν η επιρροή της επιστημονικής φαντασίας περιοριζόταν μόνο στον σχεδιασμό προϊόντων, δεν θα υπήρχε πρόβλημα. Αν ο Ζούκερμπεργκ θέλει να ξοδέψει την περιουσία του για ένα προσωπικό όραμα ή αν ο Μασκ θέλει να κατασκευάζει αντιαισθητικά οχήματα, είναι δική τους υπόθεση. Ίσως, που και που, να προκύψει και κάτι χρήσιμο.

Το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι η επιστημονική φαντασία δεν έχει επηρεάσει μόνο τις εμπορικές τους ιδέες, αλλά και τη διαστρεβλωμένη αντίληψή τους για την κοινωνία και την πολιτική. Το κυρίαρχο είδος επιστημονικής φαντασίας τη δεκαετία του ’80 και του ’90, όταν οι σημερινοί ηγέτες της Silicon Valley μεγάλωναν, ήταν το cyberpunk, όπως εκφράζεται στα μυθιστορήματα του Γουίλιαμ Γκίμπσον (ο οποίος επινόησε τον όρο «κυβερνοχώρος») και του Στίβενσον, καθώς και σε δεκάδες ταινίες και βιντεοπαιχνίδια. Πατέρας του είδους θεωρείται ο Φίλιπ Ντικ, του οποίου τα μυθιστορήματα και τα διηγήματα ενέπνευσαν ταινίες όπως Blade Runner, Total Recall και Minority Report.

Οι ιστορίες του Ντικ χαρακτηρίζονταν από παράνοια ενισχυμένη με αμφεταμίνες. Τίποτα δεν είναι αξιόπιστο και κανείς δεν είναι αυτό που φαίνεται. Ένα στυλ που, αναμφίβολα, έχει επηρεάσει όσο λίγα άλλες πτυχές της σύγχρονης κουλτούρας και αισθητικής. Το Matrix (1999) είναι ένα μόνο παράδειγμα της επιρροής του Ντικ: ο ίδιος μιλούσε συχνά για άλλους κόσμους και υπαινισσόταν ότι η πραγματικότητά μας είναι μια προσομοίωση.

Όπως επεσήμανε ο ιστορικός Ρίτσαρντ Χόφσταντερ στο διάσημο δοκίμιό του του 1964, το «παρανοϊκό στυλ» αποτελεί μακροχρόνιο χαρακτηριστικό της δεξιάς πολιτικής των ΗΠΑ, όμως το Matrix του έδωσε νέα ορολογία και εικόνες. Το κόκκινο χάπι που παίρνει ο Neo, επιλέγοντας να ξεφύγει από την προσομοίωση και να δει την πραγματικότητα, επανανοηματοδοτήθηκε από τον ακροδεξιό blogger Κέρτις Γιάρβιν, συνεργάτη του Τζέι Ντι Βανς, ως κεντρική μεταφορά για την «alt-right». Το γεγονός ότι οι τρανς αδελφές Γουατσόφσκι, που σκηνοθέτησαν την ταινία, είχαν κατά νου μια μεταφορά για τη δική τους καταπίεση, είναι πικρά ειρωνικό.

Αυτή η ανατροπή νοήματος είναι, ωστόσο, συνηθισμένη. Τη βλέπουμε ξεκάθαρα στον τρόπο με τον οποίο οι δυστοπικές ρυθμίσεις της cyberpunk λογοτεχνίας αντιμετωπίζονται από τους σημερινούς ηγέτες της τεχνολογίας ως προφητικά οράματα ενός κόσμου από τον οποίο πρέπει να δραπετεύσουν, είτε με την αποίκιση του Άρη, είτε με τη δημιουργία metaverses, είτε στην περίπτωση του χρηματοδότη του Βανς, Πίτερ Τιλ, με την υποστήριξη προσπαθειών δημιουργίας νέων πόλεων-κρατών μέσω αγοράς γης σε αναπτυσσόμενες χώρες. Στα πρωτότυπα μυθιστορήματα, βέβαια, υπεύθυνοι για τη δημιουργία των δυστοπιών ήταν άνθρωποι σαν αυτούς, λλά κατάφεραν να μεταφέρουν την ευθύνη στις μάζες.

Στο Snow Crash υπάρχει κάτι που λέγεται «the Raft», μια συλλογή πλοίων γεμάτων με μολυσμένους, ελεγχόμενους από το μυαλό πρόσφυγες που κατευθύνονται στη δυτική ακτή των ΗΠΑ. Είναι μια εικόνα που παραπέμπει στο ρατσιστικό μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας The Camp of the Saints του Ζαν Ρασπαΐγ από το 1973, όπου ένας τεράστιος στόλος Ινδών προσφύγων καταστρέφει τον δυτικό πολιτισμό. Το συγκεκριμένο έργο έχει μακρά σχέση με την ακροδεξιά και έχει αναφερθεί από τον πρώην διευθυντή της καμπάνιας του Τραμπ, Στιβ Μπάνον. Είναι ιδιαίτερα αγαπητό και στον Στίβεν Μίλερ, κύριο σύμβουλο πολιτικής του Τραμπ και στενό φίλο του Μασκ (η σύζυγός του, Κέιτι, είναι εκπρόσωπος του Doge).

Δεν είναι δύσκολο να δει κανείς τις πράξεις του Τιλ, του Μασκ και άλλων γύρω τους ως μια απόπειρα να προλάβουν αυτή την έκβαση, συνδέοντας τις φυλετικές εμμονές της ακροδεξιάς με το ιδιόμορφο τεχνο-ουτοπικό τους όραμα. Όταν ο Τιλ γράφει ότι «δεν πιστεύω πλέον πως η ελευθερία και η δημοκρατία είναι συμβατές» ή όταν ο Μασκ εφευρίσκει ιστορίες για τους Δημοκρατικούς που φέρνουν μετανάστες μέσω απάτης επιδομάτων, εκφράζουν απροκάλυπτα αυτόν τον φόβο της «εισβολής». Η μεγαλύτερη ειρωνεία είναι πως, στην απελπισία τους να χτίσουν διαφυγές, κινδυνεύουν να δημιουργήσουν ακριβώς τις δυστοπίες που φοβούνται.

Ο Τιλ ονομάζει συχνά εταιρείες που χρηματοδοτεί με ονόματα από τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών. Ο Τζέι Ντι Βανς, νυν αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, εργάστηκε σε δύο από αυτές, την Mithril Capital και την Narya Capital (αναφορές σε ένα πολύτιμο μέταλλο και ένα μαγικό Δαχτυλίδι της Φωτιάς, αντίστοιχα). Μια τρίτη, η Palantir, είναι μια παγκόσμια εταιρεία ανάλυσης δεδομένων και λογισμικού, προμηθευτής του βρετανικού NHS και ανάδοχος αμυντικών έργων για πολλές κυβερνήσεις. Το όνομά της προέρχεται από τον ισχυρό λίθο «όρασης» που χρησιμοποιήθηκε από τον Σάρουμαν και τον Σάουρον για να ελέγξουν τον κόσμο. Ο Τιλ είναι, ξεκάθαρα, φανατικός του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών – το πρόβλημα είναι ότι δεν είναι σαφές ποιανού το μέρος πήρε.