Μια συντετριμμένη γυναίκα, της οποίας η αδερφή βιάστηκε και πνίγηκε σε μπανιέρα, προειδοποιεί ότι ο δράστης θα ξαναχτυπήσει, ενώ εκλιπαρεί το συμβούλιο που αποφάσισε την αποφυλάκισή του να τον κρατήσει πίσω από τα κάγκελα.
Η Ζαν Γουίτφιλντ δολοφονήθηκε από τον βιαστή Μάικλ Ουέιντ το 1999, αφού τον είχε αφήσει να μπει στο σπίτι της στο Γκέιτσχεντ, κοντά στο Νιούκαστλ.
Ο Ουέιντ είχε αποφυλακιστεί μόλις λίγους μήνες πριν από την επίθεση, αλλά η ευάλωτη Ζαν, που ζύγιζε λίγα κιλά και υπέφερε από αρθρίτιδα, δεν ήταν σε θέση να αντισταθεί στη δύναμη και την αγριότητά του.
Όταν ο σύντροφός της, Ντένις Φάλον, πήγε στη δουλειά του την 5η Αυγούστου 1999, ο δολοφόνος υπέβαλε την 42χρονη σε μια τρομακτική δοκιμασία.
Αφού την χτύπησε και την βίασε, την έπνιξε στη μπανιέρα του σπιτιού της, με τον Φάλον να ανακαλύπτει αργότερα το άψυχο σώμα της μέσα στο νερό.
Ο δράστης φυλακίστηκε και του επιβλήθηκε ελάχιστη ποινή 20 ετών φυλάκισης για τα εγκλήματά του.
Ωστόσο, οι επικεφαλής του διοικητικού συμβουλίου αποφυλάκισης αποφάσισαν τώρα ότι είναι ασφαλές να αποφυλακιστεί και πάλι, κάτι που ανησυχεί την οικογένεια του θύματος.
Η αδερφή της Ζαν, Τζόαν Ρόμπινσον, μιλώντας στην εφημερίδα The Sun, είπε με θλίψη: «πήρε τη ζωή της Ζαν και κατέστρεψε τη δική μου και τώρα θέλουν να του δώσουν μια δεύτερη ευκαιρία;»
Το διοικητικό συμβούλιο της αποφυλάκισης άκουσε πώς ο Ουέιντ παρουσίασε «αντικοινωνική και παρανοϊκή συμπεριφορά» κατά τη διάρκεια του εγκλήματος, ενώ ισχυρίστηκε ότι είχε δυσκολίες στις «οικείες σχέσεις» και «κρατούσε έχθρες, είχε χαμηλή ανοχή στην απογοήτευση και ήταν εύκολο να εκδηλώσει επιθετικότητα και θυμό».
Όπως αναφέρει η Daily Mail ο Ουέιντ αρνήθηκε τον βιασμό και τη δολοφονία το 1999, αλλά το δικαστήριο του Κράουν στο Τίσσαϊντ τον βρήκε ένοχο μετά από δίκη.
Ωστόσο, 25 χρόνια αργότερα, οι υπεύθυνοι της αποφυλάκισης ενέκριναν την τέταρτη αίτησή του για αποφυλάκιση, γεγονός που σημαίνει ότι μπορεί να βγει από τη φυλακή το επόμενο έτος.
Το επισείρημά τους είναι ότι ο δράστης ολοκλήρωσε προγράμματα για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα σεξουαλικής επιθετικότητας και αλκοολισμού στη φυλακή.

Το σκεπτικό της ακρόασης ανέφερε: «η επιτροπή εξέτασε τις συνθήκες του εγκλήματος, την πρόοδο που σημείωσε κατά τη διάρκεια της φυλάκισης και τα αποδεικτικά στοιχεία που παρουσιάστηκαν. Η επιτροπή έκρινε ότι η φυλάκιση δεν είναι πλέον απαραίτητη για την προστασία του κοινού».
Η Τζόαν, όμως, καλεί τις γυναίκες να παραμείνουν σε εγρήγορση, αν ο δολοφόνος της αδερφής της απελευθερωθεί.
«Για χρόνια, ζω με το τραύμα του τι έκανε σε αυτήν, και η σκέψη ότι θα είναι και πάλι στον κόσμο με αρρωσταίνει. Πώς μπορούν να βάλουν κάποιον σαν αυτόν πίσω στην κοινωνία;», αναφέρει χαρακτηριστικά και προσθέτει ότι η απόφαση θα ήταν προδοσία για όλες τις γυναίκες και τα κορίτσια.
«Τα λιοντάρια δεν αλλάζουν τα δικά τους σημάδια. Είναι ένα τέρας που θα σκοτώσει ξανά», πρόσθεσε.
Η ανήσυχη γυναίκα έγραψε μια επιστολή στο διοικητικό συμβούλιο της αποφυλάκισης σε μια απελπισμένη προσπάθεια να αποτρέψει την αποφυλάκιση του Ουέιντ, θυμίζοντας πώς το τραύμα από τη δολοφονία της Ζαν την οδήγησε σε σκέψεις αυτοκτονίας.
Περιέγραψε τις εφιαλτικές νύχτες, όπου ο δολοφόνος εμφανιζόταν στην πόρτα της, καθώς ήξερε πού εργάζεται.
Μιλώντας στην εφημερίδα, η Τζόαν εξέφρασε την ανησυχία της για την απόφαση του συμβουλίου αποφυλάκισης να τον αφήσει ελεύθερο, λόγω της συμμετοχής του σε συμβουλευτικά προγράμματα, καθώς δεν αντιμετώπιζε «πειρασμούς», όπως γυναίκες και αλκοόλ, κατά τη διάρκεια της φυλάκισης.
«Όταν θα είναι στους δρόμους, ελεύθερος, θα είναι σαν παιδί σε ζαχαροπλαστείο», προειδοποίησε, καλώντας τις γυναίκες να παραμείνουν σε επαγρύπνηση, καθώς «μπορεί να εμφανιστεί σε μια παμπ και να αρχίσει να μιλά σε γυναίκες» που δεν θα γνωρίζουν το παρελθόν του.