Ο όρος «νυμφομανία» αφορά μόνο τον γυναικείο πληθυσμό και αναφέρεται στην παθολογική κατάσταση της υπερσεξουαλικής δραστηριότητας.
Ο αντίστοιχος όρος για τον ανδρικό πληθυσμό είναι η «σατυριίαση» ή ο «δονζουανισμός». Στις μέρες μας κανένας από τους παραπάνω όρους δεν χρησιμοποιείται από την επιστημονική κοινότητα η οποία εντάσσει την εν λόγω σεξουαλική παθολογία στην διαταραχή του σεξουαλικού εθισμού.
Μιλώντας για παθολογία, είναι δύσκολο να υπάρξει η διάγνωση του σεξουαλικού εθισμού μιας -σε αντίθεση με τις άλλες εξαρτήσεις όπως τα ναρκωτικά, ο τζόγος, το αλκοόλ κλπ.- η σεξουαλικότητα αποτελεί βασικό βιολογικό χαρακτηριστικό των ανθρώπων και φυσικά δεν μπορεί -ούτε είναι θεμιτό- να διακοπεί. Επίσης, η διάγνωση δυσχαιρένεται ακόμη περισσότερο από το ερώτημα του πότε θεωρείται τελικά υπερβολική η σεξουαλική δραστηριότητα ώστε να κάνουμε λόγο για εθισμό;
Σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα, ο εθισμός αυτός είναι υπαρκτός όταν όλη η συμπεριφορά του ατόμου κινείται γύρω από την αναζήτηση σεξουαλικού παρτενέρ και σωματικής επαφής. Μάλιστα, θεωρείται ότι η συγκίνηση που προκαλεί αυτή η καθημερινή αναζήτηση είναι η «ψυχοτρόπα» εξάρτηση της σεξουαλικότητας (σε αντιστοιχία με την αλλοίωση της αντίληψης από τα ναρκωτικά και το αλκοόλ κλπ.). Μέσω αυτού του «φτιαξίματος» αυξάνεται η ανδρεναλίνη και το άτομο μπορεί και λαμβάνει την ικανοποίηση που ζητά, κρατώντας έτσι τα προβλήματα και τις δυσκολίες σε απόσταση. Όπως συμβαίνει όμως με όλες τις εξαρτήσεις, η ικανοποίηση όσο περνά ο καιρός μονοπωλεί το ενδιαφέρον του ατόμου με αποτέλεσμα αργά ή γρήγορα να μην μπορεί να νιώσει καμία ευχαρίστηση ή να αντλήσει οποιαδήποτε ικανοποίηση πλην αυτής που προσφέρει το εξαρτητικό αντικείμενο. Στην προκειμένη το σεξ.
Το αποτέλεσμα είναι η δυστυχία του ατόμου μιας και το σεξ ξεφεύγει από τον έλεγχό του και παύει να γίνεται επιλογή αφού είναι αναγκαίο προκειμένου να μπορέσει να αισθανθεί λίγη ευχαρίστηση. Άμεση συνέπεια είναι η ολοένα αυξανόμενη σεξουαλική εμμονή με το πέρασμα του χρόνου.
Ο σεξουαλικός εθισμός ενέχει αρκετούς κινδύνους, κάποιοι από τους οποίους ιδιαιτέρως σοβαρούς. Έτσι ο παθών / η παθούσα:
• απειλείται η σωματική του υγεία με αφροδίσια και σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσημάτα εξαιτίας των πολλών κι ευκαιριακών εραστών
• δυσκολεύεται η σύναψη συντροφικής σχέσης με αποτέλεσμα την μοναξιά
• απειλείται η επαγγελματική σταδιοδρομία καθώς και η κοινωνική εικόνα λόγω της μη αποδεκτής υπερσεξουαλικής συμπεριφοράς
• αποκλεισμός από το οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον πάλι λόγω της μη αποδεκτής συμπεριφοράς
• η πορνεία είναι σύνηθης στις σεξουαλικά εθισμένες γυναίκες (όπως συμβαίνει και στις γυναίκες – χρήστες ναρκωτικών αλλά για άλλους λόγους)
• το εθισμένο άτομο συνήθως κρύβει την ανάγκη του με αποτέλεσμα να ζει μυστική ζωή, γεγονός που επίσης συχνά οδηγεί στην απομόνωση
Όπως φαίνεται από τα παραπάνω, η παθολογική αυτή κατάσταση είναι σοβαρή, δημιουργώντας πληθώρα προβλημάτων στο άτομο που χρήζει βοηθείας. Η ατομική ή ομαδική ψυχοθεραπεία είναι αποτελεσματικές. Ιδιαίτερη μνεία χρήζει η Γνωσιακή ψυχοθεραπεία κατά την οποία ο θεραπευτικός στόχος έγκειται στην αλλαγή των πεποιθήσεων του ατόμου σχετικά με το σεξ, ώστε να σταματήσει να αποτελεί ευκαιριακό ξέσπασμα και να γίνει συνειδητή επιλογή που θα του προσφέρει απόλαυση, ευτυχία αλλά και τη χρήση του ως εκδήλωση αγάπης στους συντροφικούς δεσμούς. Όπως είναι λογικό, τούτη η αποκατάσταση μπορεί να γίνει μόνο μέσω της επαφής του ατόμου με τις εσωτερικές του δυσκολίες και τα απτά του προβλήματα, ούτως ώστε να μπορεί να τα διαχειρισθεί και όχι να τα αγνοεί μέσω της υπέρμετρης σεξουαλικής δραστηριότητας.
Πριν κλείσουμε, είναι σημαντικό να ξεκαθαρισθεί ότι η λεγόμενη «νυμφομανία» σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί την επιτομή της αισθησιακής και σεξουαλικής γυναίκας, που οι άνδρες θέλουν να φαντάζονται και οι κατά φαντασίαν παθούσες να υπερηφανεύονται. Οι πραγματικές παθούσες βρίσκονται όπως είδαμε σε μια δυσχερή θέση και προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον εθισμό τους χρειάζονται αφενός την υποστήριξη του οικογενειακού και του φιλικού περιβάλλοντος, αφετέρου την συλλογική στήριξη μιας κοινωνίας που κατανοεί και δεν περιθωριοποιεί ή στην προκειμένη ωραιοποιεί.
Πηγή: k-mag.gr