Το μπιλιάρδο με την μορφή που όλοι το γνωρίζουμε σήμερα, εμφανίστηκε κατά τον 15ο αιώνα, ενώ άρχισε να γίνεται ιδιαιτέρως δημοφιλές στο κοινό κατά τον 16ο αιώνα. Οι πρώτοι κανόνες αναφορικά με το πώς παίζεται γράφτηκαν περίπου το 1770, ενώ από το 1996 η παγκόσμια συνομοσπονδία μπιλιάρδου αναγνωρίστηκε και επισήμως από τη διεθνή Ολυμπιακή επιτροπή.
Έχετε αναρωτηθεί, ποτέ, ωστόσο για ποιο λόγο η τσόχα στο τραπέζι του μπιλιάρδου είναι πράσινη και όχι κάποιο άλλο χρώμα, όπως κόκκινο ή μπλε; Η απάντηση έρχεται από πολύ παλιά, και πιο συγκεκριμένα από τον 14ο αιώνα και τον «προκάτοχο», αν μπορούμε να το πούμε έτσι, του μπιλιάρδου.
Όπως αναφέρει, λοιπόν, το mentalfloss.com κατά τον 14ο αιώνα, το μπιλιάρδο -ή ο πρόδρομος του παιχνιδιού- παιζόταν αρχικά σε εξωτερικούς χώρους, στο γκαζόν. Ήταν παρόμοιο με το κροκέ, καθώς και σε αυτό μια μπάλα χτυπιόταν από κάποιο είδος ραβδιού γύρω και μέσα από μια σειρά από καμάρες και πασσάλους και υπήρχε συνήθως ένας στόχος, ίσως ένα αντικείμενο σε σχήμα κώνου, το οποίο οι παίκτες προσπαθούσαν να ανατρέψουν.
Παιζόταν κυρίως από τους βασιλείς και τους ευγενείς, γι’ αυτό και μετακινήθηκε τελικά σε εσωτερικούς χώρους, ώστε να προστατευτούν τόσο από τον καιρό, όσο και από πιθανούς εχθρικούς προς την κυβέρνηση και τη μοναρχία ντόπιους που θα μπορούσαν κάποια στιγμή να τους βλάψουν.
Αν και οι γραπτές πληροφορίες είναι σχετικά λίγες, οι Γάλλοι ήταν εκείνοι που πρώτοι κουράστηκαν να σκύβουν ώστε να χτυπήσουν τις μπάλες στους εξωτερικούς χώρους και έτσι μετέφεραν το άθλημα σε εσωτερικούς χώρους. Μάλιστα, ένα τραπέζι μπιλιάρδου καταγράφηκε σε μια λίστα των βασιλικών αγαθών του Βασιλιά Λουδοβίκου του ΧΙ το 1470.
Το παιχνίδι εξελίχθηκε με την πάροδο του χρόνου και προστέθηκαν προστατευτικά από καουτσούκ και «τσέπες» στο τραπέζι του παιχνιδιού. Όμως το πράσινο κάλυμμα έχει παραμείνει μέχρι σήμερα, ως νοσταλγική υπενθύμιση του αρχικού τερέν, που δεν ήταν άλλο από το γκαζόν.