Ο Lee Kuan Yew, ο πρώτος πρωθυπουργός της χώρας, φημίζεται ως ο άνθρωπος που μετέτρεψε τη Σιγκαπούρη από ένα μικρό λιμάνι σε παγκόσμιο εμπορικό κέντρο. Ωστόσο, ήταν γνωστός και για την «εμμονή» που είχε τόσο με την τάξη, όσο και με την κόσμια συμπεριφορά. Δύο έννοιες που «προσωποποιήθηκαν» με την απαγόρευση της τσίχλας στη χώρα του.
Η απαγόρευση της τσίχλας παραμένει μία από τις πιο γνωστές πτυχές της ζωής στη Σιγκαπούρη, μαζί με τους νόμους της χώρας κατά των σκουπιδιών, των γκράφιτι, του φτυσίματος, της ούρησης οπουδήποτε αλλού εκτός από τουαλέτα κ.α.
Όταν η Σιγκαπούρη έγινε ανεξάρτητη το 1965, ήταν μια μικρή χώρα με λίγους πόρους, οπότε ο Lee εκπόνησε ένα σχέδιο επιβίωσης, θέλοντας να καταστήσει την πόλη του ως μια «πρώτης τάξης όαση, σε μια περιοχή του τρίτου κόσμου».
Εδώ και αρκετά χρόνια, λοιπόν, η Σιγκαπούρη ξεπέρασε κατά πολύ άλλες ανεπτυγμένες χώρες όσον αφορά στην καθαριότητα, τις εκτάσεις με γκαζόν και το αποτελεσματικό σύστημα μεταφορών. Απ’ ό,τι φαίνεται ο, απόφοιτος του Cambridge, Lee στόχευε στην τελειότητα.
Η απαγόρευση της τσίχλας, λοιπόν, επιβλήθηκε με άμεσο στόχο την διατήρηση της καθαριότητας στην πόλη. Ωστόσο, δεν ήταν αυτή η αφορμή που οδήγησε στην επιβολή του νόμου. Μάλιστα, σύμφωνα με τον Lee, του είχε ζητηθεί ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν και εφαρμόστηκαν κάποιοι αρχικοί έλεγχοι, όπως η απαγόρευση των διαφημίσεων που προωθούσαν την πώληση ή κατανάλωση τσίχλας.
Για χρόνια η κυβέρνηση της Σιγκαπούρης φέρεται να δαπανούσε περίπου 150.000 δολάρια ετησίως προκειμένου να απομακρύνει τις αποξηραμένες τσίχλες από τα πεζοδρόμια, τις κλειδαρότρυπες ακόμη και τις θέσεις των δημόσιων συγκοινωνιών.
Αρχικά, ο Lee Kuan Yew ήταν αντίθετος σε μια πλήρη απαγόρευση, συμφωνώντας με τους αντιπάλους ότι ήταν πολύ δραστικό ένα μέτρο που θα μπορούσε να καθοριστεί πιο εύκολα μέσω της εκπαίδευσης και επιβολής προστίμων εναντίον επαναλαμβανόμενων παραβατών. Όλα αυτά, ωστόσο, άλλαξαν το 1987 με την έναρξη του συστήματος Mass Rapid Transit, το κόστος του οποίου είχε αγγίξει στα 5 δισεκατομμύρια δολάρια, με τους πολιτικούς της χώρας να δείχνουν ιδιαιτέρως ενθουσιώδεις για το πώς το συγκεκριμένο έργο θα εκσυγχρόνιζε και θα έφερνε ακόμη και τεχνολογική επανάσταση στη Σιγκαπούρη.
Έτσι, όταν κάποια ασυνείδητοι πολίτες άρχισαν να κολλάνε τσίχλες στους αισθητήρες των πορτών των τρένων, προκαλώντας δυσλειτουργία στις πόρτες με αποτέλεσμα μεγάλες διακοπές των σιδηροδρομικών υπηρεσιών, η τσίχλα, και επισήμως πια, δεν ήταν ευπρόσδεκτη στο νησί.
Η απαγόρευση της εισήχθη από τον Πρόεδρο Goh Chok Tong το 1992, δημιουργώντας πολλές ισχυρές απόψεις τόσο υπέρ όσο και κατά του μέτρου. Οι υποστηρικτές της απαγόρευσης χαιρέτησαν το τέλος της αντιαισθητικής ενόχλησης, ειδικά εκείνων των οποίων οι δουλειές αφορούσαν στην απομάκρυνσή τους από διάφορες επιφάνειες. Οι αντίπαλοι, από την άλλη πλευρά, θεώρησαν ότι η ξαφνική απαγόρευση της τσίχλας ήταν πολύ σκληρή και περιοριστική στις ατομικές ελευθερίες των ανθρώπων.
Σχεδόν μια δεκαετία μετά την έναρξη της απαγόρευσης, ένας δημοσιογράφος του BBC πρότεινε ότι η ύπαρξη τόσο αυστηρών νόμων θα είχε αρνητικό αντίκτυπο στην επιχειρηματική δημιουργικότητα που προσπαθούσε να καλλιεργήσει ο Lee Kuan Yew. Αναρωτιέστε ποια ήταν η επίσημη απάντηση του Lee; «Αν δεν μπορείτε να σκεφτείτε επειδή δεν μασάτε, δοκιμάστε μια μπανάνα»!