Στο βόρειο τμήμα της Καρπάθου υπάρχει ένα ορεινό χωριό που έχει σταματήσει λες στο χρόνο. «Ξεχασμένο» από τον πολιτισμό, οι κάτοικοί του διατηρούν τα ήθη και τις παραδόσεις τους ακέραια στο πέρασμα του χρόνου, δημιουργώντας την αίσθηση στον επισκέπτη του ότι έχει μπει σε χρονομηχανή.

Ο λόγος για το χωριό Όλυμπος, όπου η λαϊκή παράδοση παραμένει ζωντανή μέχρι σήμερα, με τις μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες να κυκλοφορούν ακόμη με τις παραδοσιακές φορεσιές του νησιού αλλά και τους ντόπιους να μιλούν ακόμη την τοπική διάλεκτο.

Το συγκεκριμένο σημείο που βρίσκεται το χωριό -μεταξύ δύο βουνοκορφών σε υψόμετρο 310 μέτρων- επιλέχθηκε όταν οι κάτοικοι του νησιού αναζητούσαν ένα πιο ασφαλές και δύσβατο μέρος προκειμένου να σωθούν από τις επιδρομές των πειρατών, αναγκασμένοι να εγκαταλείψουν τους παραλιακούς οικισμούς για πιο δυσπρόσιτα ορεινά μέρη. Κάπως έτσι, λοιπόν, δημιουργήθηκε η Όλυμπος η οποία αρχιτεκτονικά ακολουθεί τα πρότυπα των οικισμών του μεσαίωνα, μια εικόνα που παραμένει σχεδόν αναλλοίωτη στο πέρασμα των χρόνων μέχρι σήμερα.

Το χωριό και οι κάτοικοί του ήταν αποκομμένοι από το υπόλοιπο νησί μέχρι και την δεκαετία του ’80, καθώς ο δρόμος που οδηγούσε σε αυτό ήταν αρκετά δύσβατος και δεν ευνοούσε ιδιαιτέρως τις μετακινήσεις. Μέχρι τότε, μάλιστα, η όποια επικοινωνία μπορούσαν να έχουν οι κάτοικοί του με την Κάρπαθο, πραγματοποιούνταν μέσω θαλάσσης, από το λιμάνι του Διαφανίου. Σε αυτό το γεγονός ίσως και να οφείλεται η ιδιόμορφη πολιτιστική παράδοση του χωριού που παραμένει ζωντανή μέχρι και σήμερα.

Αυτές τις ημέρες, οι παραδόσεις για το θρήνο και το πένθος της Μεγάλης Εβδομάδας έχουν την τιμητική τους στο χωριό. Μόνο κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας οι κάτοικοι της Ολύμπου αποχωρίζονται τις πολύχρωμες παραδοσιακές φορεσιές τους, αντικαθιστώντας τες με μια πένθιμη ενδυμασία.

Αυτό, ωστόσο, που καθιστά τη μοναδικότητα του χωριού κατά τους εορτασμούς του Πάσχα είναι το έθιμο της Μεγάλης Τρίτης, κατά την διάρκειά του οποίου οι κάτοικοι του χωριού στολίζουν τις εικόνες στις εκκλησίες με χρωματιστά μαντήλια και τις κουβαλάνε στα χέρια μέχρι το νεκροταφείο.