«Βασανιστήρια έκαναν στο κορίτσι μας, το βασάνισαν» ξέσπασε ο πατέρας της Ελένης Τοπαλούδη, ακούγοντας τον ιατροδικαστή να μιλά για τα ευρήματα που εντόπισε στο άψυχο σώμα της αδικοχαμένης φοιτήτριας και οδήγησαν στο συμπέρασμα πως έπεσε θύμα εγκληματικής ενέργειας.
Ο ιατροδικαστής Παναγιώτης Κοτρέτσος εστίασε στα γεγονότα των μοιραίων ωρών μέσα από τη δική του ματιά. «Δεν υπάρχει συναίνεση στο θάνατο…», είπε ο μάρτυρας αναφερόμενος στον ισχυρισμό των κατηγορουμένων ότι η νεαρή φοιτήτρια έκανε μαζί τους συναινετικό σεξ. «Οποιαδήποτε συναίνεση και να υπήρχε δεν υπάρχει περίπτωση να κάλυπτε αυτά που έγιναν μετά…», ανέφερε συμπληρώνοντας πως η συγκεκριμένη υπόθεση «είναι κάτι που εκφεύγει ακόμη και της ακραίας ανθρώπινης συμπεριφοράς. Μου δίνει την εντύπωση ότι ο δράστης θεωρεί πως αυτή είναι η σωστή πρακτική δεν πρόκειται για αυτό που λέμε ότι ξέφυγε».
Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή, ο θάνατος της Ελένης επήλθε από πνιγμό, ωστόσο, κατά την ιατροδικαστική εξέταση εντόπισε πολλαπλά τραύματα στο σώμα της κοπέλας και αναφέρθηκε κυρίως στις βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις που έφερε, απόρροια των χτυπημάτων που, σύμφωνα με την κατηγορία, δέχτηκε από τους δυο κατηγορούμενους. Το κάταγμα στο κρανίο, τα σημάδια στο λαιμό από μαχαίρι αλλά και άλλα που παραπέμπουν σε απόπειρα στραγγαλισμού συνθέτουν το παζλ της εικόνας που παρουσίαζε το άψυχο σώμα της Ελένης σύμφωνα με τον ιατροδικαστή. Μια σοκαριστική περιγραφή που ήρθε να επιβεβαιώσει την εικόνα της Ελένης στις φωτογραφίες που συμπεριλαμβάνονται στη δικογραφία και υπέδειξε η πρόεδρος στο μάρτυρα. Ο πατέρας της άτυχης φοιτήτριας, στη διάρκεια της κατάθεσης, κρατούσε το κεφάλι του και ειχε στρέψει το βλέμμα του στο έδαφος.
«Το κάταγμα στο κρανίο ήταν πολύ σοβαρό είχε εγκεφαλική αιμορραγία η οποία θα μπορούσε να επιφέρει το θάνατο. Ο θάνατος δεν ήταν ακαριαίος και δεν ξέρουμε ποια θα ήταν η τύχη της αν την είχε φροντίσει γιατρός. Χωρίς, ωστόσο, ιατρική βοήθεια ο θάνατος ήταν σίγουρος… Ένας μη ειδικός που θα έβλεπε την κοπέλα σε κωματώδη κατάσταση πολύ εύκολα θα μπορούσε να πιστέψει ότι η κοπέλα ήταν νεκρή αλλά δεν ήταν», ανέφερε ο μάρτυρας ξεκαθαρίζοντας πως η Ελένη δεν είχε καμία τύχη από τη στιγμή που βρέθηκε στη θάλασσα. «Δεν θέλαμε να πιστέψουμε (σ.σ. ο ίδιος και οι συνάδελφοι του) ότι ένας άνθρωπος πέταξε έναν άλλο ζωντανό. Θέλαμε να πιστέψουμε ότι πίστευαν πως ξεφορτώθηκαν ένα νεκρό άνθρωπο», είπε εκτιμώντας πως η Ελένη «έμεινε ζωντανή για λίγα μόνο λεπτά μέσα στο νερό. Ένας αναίσθητος άνθρωπος θα πάρει νερό με την πρώτη ανάσα».
Μάλιστα, συμφώνησε με την παρατήρηση της εισαγγελέως ότι ενδεχομένως η περίπτωση της νεαρής φοιτήτριας θα μπορούσε να εξελιχθεί όπως αυτή της Μυρτούς της Πάρου. «Είχε ελπίδες να ζήσει αν είχε πάει στο νοσοκομείο» είπε.
Ο μάρτυρας εξέφρασε την πεποίθηση πως οι δυο κατηγορούμενοι συνεργάστηκαν για να πετάξουν την Ελένη στη θάλασσα σε μια προσπάθεια να εξαφανίσουν τα ίχνη του εγκλήματος τους. «Δεν υπήρχε κανένα σημάδι ότι σύρθηκε για να πεταχτεί. Η απουσία σημαδιών με κάνει να πιστεύω πως δεν την μετέφερε ένας», τόνισε και στη συνέχεια αναφέρθηκε στην πιθανότητα η Ελένη να μην εντοπιζόταν ποτέ. «Αν την είχαν παρασύρει τα ρεύματα μπορεί να μην την βρίσκαμε ποτέ. Μπορεί να βρισκόταν στην Αίγυπτο», επεσήμανε ο μάρτυρας υπογραμμίζοντας πως σε κάθε περίπτωση το νερό της θάλασσας εξαφάνισε στοιχεία που βοηθούν στην εξιχνίαση του εγκλήματος, όπως το DNA.
Η δίκη συνεχίζεται στις 31 Ιανουαρίου 2020.