Σήμερα 13 Ιανουαρίου ξεκίνησε η δίκη για τον βιασμό και τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη στην Ρόδο, τα ξημερώματα της 28ης Νοεμβρίου του 2018.
Κατηγορούμενοι για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συναυτουργία και για βιασμό, από δράστες που ενεργούσαν από κοινού είναι ένας 20χρονος Αλβανός κι ένας 21χρονος Έλληνας, οι οποίοι μπήκαν στο δικαστήριο με συνοδεία αστυνομικών.
Η δίκη ήταν συναισθηματικά φορτισμένη, με το κλίμα να είναι ιδιαίτερα «βαρύ» με τους γονείς της αδικοχαμένης Ελένης Τοπαλούδη να κάνουν λόγο για κατεστραμμένες ζωές μετά από τον θάνατο της κόρης τους.
Φαίνεται όμως το κλίμα δεν επηρέασε και τους δυο κατηγορούμενους. Και αυτό γιατί ο ένας από τους δυο έκανε μία άσεμνη χειρονομία στους φωτορεπόρτερ που ήταν εκεί για να καλύψουν τη δίκη.
Όπως βλέπετε στις φωτογραφίες, ο κατηγορούμενος με καταγωγή από τη Ρόδο δεν δίστασε να υψώσει το μεσαίο του δάχτυλο στους φωτορεπόρτερ.
Πώς ξετυλίχθηκε το κουβάρι της υπόθεσης
Στον τρόπο που ξετύλιξε το κουβάρι της υπόθεσης της δολοφονίας της Ελένης Τοπαλούδη αναφέρθηκε, καταθέτοντας ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, ο άνθρωπος στον οποίο «χρεώνεται» η εξιχνίαση του αποτρόπαιου εγκλήματος.
Το τατουάζ που είχε η αδικοχαμένη φοιτήτρια στο πόδι της βοήθησε στην ταυτοποίησή της, όπως περιέγραψε ο διοικητής του Κλιμακίου ειδικών αποστολών του Λιμενικού, Θωμάς Ζόβας, ο οποίος λόγω των χτυπημάτων που έφερε το άψυχο σώμα της όταν εντοπίστηκε πεταμένο στη θάλασσα εκτίμησε ότι βρισκόταν μπροστά σε εγκληματική πράξη.
Με αντίπαλο το χρόνο, όπως είπε, καθώς είχαν περάσει ήδη 48 ώρες από το έγκλημα, αναζήτησε μέσω καμερών τη μοιραία διαδρομή. Οι εικόνες που κατέγραψαν οι κάμερες οδήγησαν στον νεαρό Αλβανό κατηγορούμενο καθώς ο μάρτυρας έκανε μαζί του γυμναστική και τον γνώριζε στην όψη.
Όπως κατέθεσε, ο νεαρός ήταν εκείνος που με τη μαρτυρία του οδήγησε στον Ροδίτη συγκατηγορούμενο του υποδεικνύοντας παράλληλα τόσο τον τόπο του εγκλήματος όσο και αυτόν που πέταξαν την Ελένη που ψυχορραγούσε αλλά και τα πράγματα της.
«Θεωρώ πως ο κατηγορούμενος μου είπε την αλήθεια», τόνισε ο μάρτυρας, ο οποίος αναφερόμενος στο διαμέρισμα – σφαγείο εξέφρασε τη βεβαιότητα πως η άτυχη κοπέλα πάλεψε για τη ζωή της. «Είχε παντού αίματα στο σπίτι. Είχαν καθαρίσει το χώρο αλλά μετά τον έλεγχο με το ειδικό φως προέκυψε πως ήταν γεμάτο αίματα. Ότι έγινε έγινε μάλλον στα γρήγορα. Φαίνονταν ότι δεν είχαν καταναλώσει αλκοόλ. Υπήρχε ένα μπουκάλι βότκα ανοιχτό αλλά όχι άδειο. Ούτε τα ποτήρια ήταν άδεια» τόνισε.
Ο μάρτυρας κατέθεσε πως θεωρεί τύχη ότι βρέθηκε στη θάλασσα το πτώμα της Ελένης. «Ήταν φρέσκο αν είχε βυθιστεί μπορούσε να είπε χαθεί. Όταν την πετούσαν στη θάλασσα πρόθεση τους ήταν να την εξαφανίσουν… είχαν αποφασίσει να τη ρίξουν στο γκρεμό, γιατί τους είχε πει ότι θα τους καταγγείλει», τόνισε και σε μια προσπάθεια να καταδείξει την εκτίμηση του ότι και οι δυο πέταξαν την αδικοχαμένη φοιτήτρια στη θάλασσα σήκωσε στα χέρια του έναν αστυνομικό. «Το να κουβαλήσεις κάποιον και να τον κατεβάσεις από τη σκάλα είναι κάτι εφικτό. Το να τον πετάξεις όμως στη θάλασσα θέλει δυο. Για να μπορέσει να φύγει σε απόσταση έπρεπε να παταχθεί με δύναμη», ανέφερε.
«Το αρνούμαι κατηγορηματικά», αντέδρασε ο νεαρός Αλβανός ενώ λίγο νωρίτερα ο Ροδίτης συγκατηγορούμενος του είπε: «Λυπάμαι για την Ελένη αλλά δεν έγινε τίποτα με την Ελένη…».
Ο μάρτυρας θα συνεχίσει την κατάθεση του στις 28 Ιανουαρίου ενώ το δικαστήριο έκανε δεκτό το αίτημα της πολιτικής αγωγής να καταθέσουν ο συντάκτης της ιατροδικαστικής έκθεσης αλλά και ειδικός για θέματα DNA.
Ομάδα γυναικών με τη λήξη της ακροαματικής διαδικασίας φώναξε έξω από το δικαστήριο: «Ποτέ μη ξεχαστεί, τι κάναν στην Ελένη, καμία άλλη δολοφονημένη».