Αθώοι κρίθηκαν από το Αυτόφωρο Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης οι τρεις εργαζόμενοι που κατηγορούνταν για το προ ημερών επεισόδιο εναντίον του Γερμανού Γενικού Πρόξενου στη Θεσσαλονίκη, με αφορμή την 3η Ελληνογερμανική Συνάντηση.
Το δικαστήριο, μετά από μαραθώνια διαδικασία, απήλλαξε τους δύο δημοτικούς υπαλλήλους και τον συνδικαλιστή εκπαιδευτικό για τις πράξεις της διατάραξης κοινής ειρήνης, της παράνομης βίας και της απόπειρας επικίνδυνης σωματικής βλάβης. Επιπλέον απήλλαξε τον εκπαιδευτικό από την κατηγορία της απείθειας, διότι αρνήθηκε να υποβληθεί σε εγκληματολογική σήμανση.
Απολογούμενοι, οι τρεις κατηγορούμενοι αρνήθηκαν τις κατηγορίες που τους αποδίδονται, υποστηρίζοντας ότι δεν είχαν πρόθεση να βιαιοπραγήσουν εναντίον του Γερμανού διπλωμάτη. Τόνισαν δε ότι η παρουσία τους στο χώρο της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, όπου φιλοξενήθηκε η εκδήλωση, είχε τον χαρακτήρα της διαμαρτυρίας ενάντια στην εφαρμογή του μέτρου της διαθεσιμότητας που πλήττει τους υπαλλήλους στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, αλλά και για τις προηγούμενες δηλώσεις που έκανε ο Γερμανός υφυπουργός Εργασίας, Χανς-Γιοάχιμ Φούχτελ, για την αποδοτικότητα των Ελλήνων δημοτικών υπαλλήλων σε σύγκριση με τους αντίστοιχους Γερμανούς.
«Θεωρήσαμε ότι επρόκειτο για τον Φούχτελ. Προέταξα το χέρι μου και φώναξα “φύγε από ‘δω”», είπε ο εκ των κατηγορουμένων, 47χρονος υπάλληλος στο δήμο Θεσσαλονίκης, ενώ ο 39χρονος συνάδελφός του στο δήμο Κορδελιού-Ευόσμου τόνισε: «Δεν έχω να ζήσω. Μας διώχνουν από τη δουλειά μας», μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Για προκατασκευασμένη και στοχοποιημένη σύλληψη έκανε λόγο ο 53χρονος εκπαιδευτικός, ο οποίος κατήγγειλε τον τρόπο με τον οποίο έγινε η σύλληψή του, έξω από το σχολείο όπου διδάσκει. «Θα είμαι στους δρόμους για να διεκδικώ με συλλογικούς αγώνες τα δικαιώματά μου», σημείωσε, εισπράττοντας το παρατεταμένο χειροκρότημα του κατάμεστου ακροατηρίου.
Προηγουμένως, αστυνομικός που κατέθεσε ως μάρτυρας κατηγορίας περιέγραψε, με βάση την ανάλυση του οπτικοακουστικού υλικού από το επεισόδιο, τη συμμετοχή των τριών κατηγορουμένων στο περιστατικό. Μάλιστα, το σχετικό υλικό εξετάστηκε στη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας.
Εντύπωση προκάλεσε η εισαγγελέας της έδρας, Λ. Πούλιου, η οποία κατά την αγόρευσή της, έδειξε κατανόηση «για την αγανάκτηση των Ελλήνων εξαιτίας του διασυρμού που υφίσταται η χώρα μας τα 2,5 τελευταία χρόνια», αλλά, όπως είπε, οι διεκδικήσεις και οι αγώνες των εργαζομένων «δεν επιτρέπεται να εκδηλώνονται με έκνομες πράξεις». «Εάν εμείς σαν Δικαιοσύνη, αφήσουμε σ’ αυτές τις δύσκολες στιγμές που περνάει η χώρα, να εκτροχιάζονται οι καταστάσεις, θα φτάσουμε σε πολύ πιο έκνομες ενέργειες», πρόσθεσε. Πρότεινε δε την ενοχή των κατηγορουμένων για συγκεκριμένα αδικήματα.
Στο πλευρό των κατηγορουμένων βρέθηκαν από νωρίς συνάδελφοί τους, εκπρόσωποι συνδικαλιστικών οργανώσεων, πολιτικών κομμάτων και φορέων, που συγκεντρώθηκαν μπροστά από το δικαστικό μέγαρο της Θεσσαλονίκης. Μετά την ετυμηγορία του δικαστηρίου ξέσπασαν σε ζητωκραυγές.
Τα μέτρα της Αστυνομίας εντός και εκτός δικαστηρίων ήταν ισχυρά, προκαλώντας μάλιστα την αντίδραση του προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Ν. Βαλεργάκη, που κατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας διαμαρτυρήθηκε στο δικαστήριο.