Τα ξίφη τους διασταύρωσαν ενώπιον της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας το δημόσιο και οι δημόσιοι υπάλληλοι οι οποίοι διεκδικούν τον 13ο και 14ο μισθό που καταργήθηκαν πλήρως με το δεύτερο μνημόνιο.
Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο καλείται να αποφανθεί, τους επόμενους μήνες, για την αντισυνταγματικότητα ή όχι των περικοπών των δώρων των εν ενεργεία δημοσίων υπαλλήλων μετά την παραπομπή του θέματος από το ΣΤ Τμήμα του δικαστηρίου. Την συγκεκριμένη απόφαση του Τμήματος επικαλέστηκαν οι νομικοί εκπρόσωποι των δημοσίων υπαλλήλων στην οποία κρίνονται αντισυνταγματικές οι περικοπές καθώς αντίκειται στις αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας. Οι προσφεύγοντες χαρακτήρισαν ύβρεις κατά του ελληνικού λαού την κατάργηση των δώρων τα οποία, όπως είπαν χαρακτηριστικά, δεν καταργήθηκαν ούτε επί χούντας ούτε επί κατοχής αλλά «επειδή το ήθελε η Μέρκελ».
Από την πλευρά του το δημόσιο επιχειρηματολόγησε υπέρ των περικοπών οι οποίες όπως είπαν οι δικηγόροι έγιναν για να διασφαλιστούν οι άλλοι 12 μισθοί. Μάλιστα, επεσήμαναν πως δεν τίθεται σε κίνδυνο το αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης των δημοσίων υπαλλήλων καθώς έχουν σταθερή εργασία και εισόδημα γεγονός που δεν συμβαίνει στον ιδιωτικό τομέα. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης ξετυλίχτηκε μια «μάχη» στατιστικών στοιχείων σε μια προσπάθεια και των δυο πλευρών να ενισχύσουν τις θέσεις τους. Η πλευρά του δημοσίου έκανε λόγο για απόφαση με μεγάλο δημοσιονομικό αντίκτυπο. Σε περίπτωση που δοθούν αναδρομικά τα επιδόματα στους δημοσίους υπαλλήλους διαταράσσεται η δημοσιονομική ισορροπία και θα αυξηθεί η φορολογία όλων των πολιτών, καθώς δεν θα υπάρχει δημοσιονομικό πλεόνασμα και δεν θα είναι βιώσιμο το χρέος, ανέφεραν χαρακτηριστικά οι εκπρόσωποι του ΝΣΚ.
Οι δικηγόροι των δημοσίων υπαλλήλων απάντησαν πως το δημόσιο υιοθετεί μια στάση απαράδεκτης καταστροφολογίας καθώς το κόστος είναι πολύ μικρότερο.