Στο ψυχιατρείο κρατουμένων Κορυδαλλού οδηγήθηκε προχθές ένας 44χρονος που καταδικάστηκε από το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Λάρισας για τον βιασμό ενός 11χρονου αγοριού. Πρόκειται για μια δραματική ιστορία που εκτυλίχθηκε τον Μάιο του 2014 στην περιοχή του ΟΣΕ των Τρικάλων. Εκεί σύμφωνα με το κατηγορητήριο αλλά και με όσα αποδείχθηκαν από το δικαστήριο, ο άνδρας -που διαπιστώθηκε πως υστερεί νοητικά- είχε οδηγήσει το αγόρι, το οποίο σκόπευε να ταξιδέψει με τρένο, σε μια αποθήκη που ζούσε με σκοπό να το βιάσει. Όταν αντιλήφθηκε την αρπαγή ένας επαγγελματίας της περιοχής τηλεφώνησε στις αρχές και αστυνομικοί έπιασαν τον 44χρονο την ώρα της πράξης. Πρώτος μάρτυρας κλήθηκε να καταθέσει ο αστυνομικός ο οποίος μεταξύ άλλων ανέφερε: «Μας κάλεσε ένας γείτονας που πήρε τηλέφωνο. Είδε τον άνδρα να παίρνει το παιδί και εκτιμώ πως ήταν θέμα χρόνου. Εμείς πήγαμε σε μια αποθήκη που ζούσε. Η πόρτα ήταν σπασμένη και μόλις μπήκαμε τους είδαμε γυμνούς από τη μέση και κάτω τυλιγμένους με μια κουβέρτα στον καναπέ γυρισμένους στα πλάγια. Ο μικρός σηκώθηκε μόλις μπήκαμε και φώναζε πως τον βίασε. Ρωτήσαμε τον άνδρα αν έκανε κάτι και είπε πως το έκανε». Ο περιπτεράς που είδε την «αρπαγή» του ανηλίκου κατέθεσε μεταξύ άλλων: «Είδα τον πιτσιρικά να είναι στον χώρο από πολύ νωρίς πριν έρθει το τρένο για να φύγει αφού μιλήσαμε νωρίτερα. Ήταν μόνος του και εγώ είχα ορατότητα μπροστά μου. Τότε είδα τον άνδρα, τον οποίο γνώριζα καθώς με είχε κλέψει μια φορά, να παίρνει το παιδί και να το οδηγεί στην αποθήκη». Ο συνήγορος υπεράσπισης ανέφερε μεταξύ άλλων, πως δεν το έκανε και ούτε είχε σκοπό να το αποπλανήσει το παιδί, λέγοντας πως πήγε εν γνώσει του, σύμφωνα με τα όσα του μετέφερε ο κατηγορούμενος. Σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση που κατατέθηκε από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, δεν ανευρέθηκαν ίχνη κακώσεως στην εν λόγω σωματική περιοχή του παιδιού ενώ από την ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη του κατηγορουμένου έγινε γνωστό πως είχε πολλές νοσηλείες κατά το παρελθόν σε ιδρύματα καθώς πάσχει από σχιζοφρένεια και νοητική υστέρηση. Τότε η πρόεδρος του Μικτού Ορκωτού Εφετείου, άρχισε να ρωτάει απλά πράγματα τον κατηγορούμενο για να ελέγξει τη δυνατότητα αντίληψής του. Τον ρώτησε για τον τρόπο ζωής του και τις οικονομικές του πηγές και αυτός απάντησε πως παίρνει ακριβώς 425 ευρώ σύνταξη. Απάντησε πόσο στοιχίζει ένα κουτάκι μπύρα, μισό κιλό ψωμί και ένα πακέτο τσιγάρα πράγματα που χρησιμοποιούσε συχνά. Μίλησε για τους λόγους που έμενε μόνος και όχι με τη μητέρα του και την αδελφή του (οι δύο γυναίκες ήταν στην αίθουσα του δικαστηρίου) και είπε πως ούτε έκανε την πράξη του βιασμού αλλά και πως ούτε θα το έκανε ποτέ. Τότε η πρόεδρος τον ρώτησε γιατί τον τραβούσε από τον λαιμό και αυτός το διέψευσε υπογραμμίζοντας πως τον πήρε από τον γιακά του. Τον ρώτησε επίσης γιατί ήταν γυμνός και εκείνη τη στιγμή «έσπασε» ομολογώντας πως «το έκανα και ήταν λάθος. Δεν θα το ξανακάνω. Το μετάνιωσα. Άλλη φορά θα ακούω τη μαμά μου και την αδερφή μου». Όπως γράφει η εφημερίδα Ελευθερία, εισαγγελέας της έδρας πρότεινε την ενοχή του κατηγορουμένου με ελαττωμένο καταλογισμό. Εν τέλει το ΜΟΕ έκρινε ένοχο τον κατηγορούμενο για τρεις πράξεις και τον καταδίκασε με
- έξι χρόνια κάθειρξη για την πράξη της αρπαγής ανηλίκου,
- έξι χρόνια κάθειρξη για τον βιασμό και
- δέκα χρόνια κάθειρξη για την αποπλάνηση ανηλίκου κάτω από τα 12 έτη.
Το δικαστήριο αποφάσισε τον περιορισμό του καταδικασθέντα κατά το άρθρο 38 του Ποινικού Κώδικα (το οποίο αναφέρεται στους επικίνδυνους εγκληματίες με ελαττωμένο καταλογισμό) για έξι χρόνια στο Ψυχιατρείο Κρατουμένων Κορυδαλλού.