«Έρωτες στο παρασκήνιο» τιτλοφορείται το νέο βιβλίο του συγγραφέα και πολιτικού Νίκου Παπανδρέου, που αναμένεται να κυκλοφορήσει την επόμενη Δευτέρα από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Σε αυτό, ο αδελφός του πρώην πρωθυπουργού και πρώτος επιλαχών ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, πλησιάζει μία ιστορία έρωτα και πολιτικής, ξεκαθαρίζοντας ωστόσο ότι η αφήγηση δεν στηρίζεται σε αληθινά πρόσωπα, παρά το γεγονός ότι μοιάζουν να είναι πραγματικά, όπως και τα συμβάντα που περιγράφει.
Όπως αναφέρεται και στο βιβλίο, πρόκειται για «μια ιστορία έρωτα και πολιτικής, και μαζί μια ιστορία έρωτα για την πολιτική, με πρωταγωνιστές γυναίκες και άνδρες με πάθος και όραμα, που συνεργάστηκαν για να αλλάξουν τη χώρα τους και τον κόσμο γύρω τους, και μοιραία άλλαξαν και την ίδια τη ζωή τους. Πιθανόν να θεωρηθεί ότι όσα αφηγούμαι εδώ είναι όλα αληθινά, μια ακριβής καταγραφή πραγματικών προσώπων, σχέσεων και συμβάντων. Δεν είναι. Δεν πρόκειται για μια προσωπική εξιστόρηση – κάτι που μπορεί να σε εγκλωβίσει σε έναν περιορισμένο κύκλο γεγονότων».
Η αλήθεια πάντως είναι ότι δεν γίνεται όταν το διαβάζεις να μην σου έρθουν συνειρμικά πρόσωπα και καταστάσεις που πραγματικά συνέβησαν. Χαρακτηριστικό είναι ένα σχετικό απόσπασμα που προδημοσίευσε ο ίδιος ο γιος του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ Νίκος Παπανδρέου στο thecaller: «Η Μαργαρίτα τελικά κατέφυγε στη συνδρομή του τρίτου της παιδιού, του Νίκου, που σπούδαζε στον Καναδά.
Πίστευε ότι ίσως η παρουσία του θα επηρέαζε τον Ανδρέα. Αν του το ζητούσε εκείνη, ο Νίκος δεν θα δίσταζε να του τα πει χύμα, γιατί ήταν στον χαρακτήρα του, και μετά πλήρωνε βέβαια την αδυναμία του αυτή. Απερισκεψία, τάση ηρωισμού, αυθορμητισμός, ό,τι κι αν ήταν, κινούνταν με οδηγό το συναίσθημα. Έβαζε τον εαυτό του σε δεύτερη μοίρα. Κι έτσι του ζήτησε να έρθει από τον Καναδά και να μιλήσει με τον πατέρα του.
Το πρώτο ρήγμα στην τεράστια πανοπλία του πατέρα του
Όταν έμαθε ο Νίκος -από το τηλεφώνημα της μητέρας του- για την εξωσυζυγική σχέση, πάγωσε με το ακουστικό στο χέρι. Τον κατέκλυσε μια αίσθηση ήττας, σαν να άδειασε από δύναμη. Πρώτο ρήγμα στην τεράστια πανοπλία του πατέρα του, που τον έβλεπε σαν αρχαίο ήρωα που πάλευε με τη Λερναία Ύδρα. Τον είχε δει στη φυλακή στα έντεκά του, τον είχε δει να δίνει ομιλίες, είχε δει το πάθος των οπαδών του. Μαζί είχαν οδηγήσει για έναν μήνα σχεδόν, ένα καλοκαίρι, με την παλιά Mercedes, σε τόσες Πολιτείες και σε τόσες πόλεις της Αμερικής για να μιλήσει κατά της χούντας. Ένα είδος πολιτικού road trip, όπου πρώτη φορά ήταν μαζί για τόσες ώρες. Στο Συρακιούς, στο Ίθακα, στο Ώλμπανυ, οι φοιτητές τον χειροκροτούσαν όρθιοι σαν να είχε έρθει ο ίδιος ο Τσε Γκεβάρα, τόσο ενθουσιάζονταν και συμφωνούσαν με τον επαναστατικό του λόγο.
Τα περισσότερα βράδια έκλειναν δωμάτια σε κάτι φτηνά μοτέλ, όπου και οι δυο πέφταν για ύπνο βαθύ, χωρίς να συζητήσουν πολλά πολλά, εκτός από το να σχεδιάσουν την πορεία της επόμενης ημέρας. Τα δωμάτια ήταν φτηνά, τα χαλιά με λεκέδες και το πρωινό δεν τρωγόταν, αλλά κανείς τους δεν παραπονιόταν. Άλλωστε ο σκοπός της όλης προσπάθειας είχε ένα βαθύτερο νόημα: με τις ομιλίες στα πανεπιστήμια και στις ελληνικές παροικίες να πιεστούν οι βουλευτές και οι γερουσιαστές της Αμερικής από τους ψηφοφόρους τους και να σταματήσουν να στηρίζουν το χουντικό καθεστώς στην Ελλάδα.
Τι περηφάνια και τι φούσκωμα της καρδιάς! Να αισθάνεσαι ότι βαδίζεις στον δρόμο τον ορθό! Και ότι καθοδηγητής είναι ο πατέρας σου! Γι’ αυτό ακριβώς δεν μπορούσε ούτε να διανοηθεί ότι ο πατέρας του είχε οποιοδήποτε ελάττωμα. Και πίστευε θα τον έφερνε στον ίσιο δρόμο.
Τη στιγμή που τον πήρε η μητέρα του αισθάνθηκε κάπως σαν τον ατρόμητο ιππότη. Δίχως να το πολυσκεφτεί, ζήτησε άδεια από τη σχολή, ”για ένα σοβαρό οικογενειακό θέμα”, και πήρε το αεροπλάνο για την Αθήνα.
Στο αεροδρόμιο απρόσμενα τον περίμενε ο πατέρας του, με οδηγό τον αγαπημένο του Γεράσιμο. Ο Ανδρέας ήταν σε εύθυμη διάθεση, και στη διαδρομή προς το Καστρί έπιασαν κουβέντα για τα καινούργια βιβλία που διάβαζε ο Νίκος, όχι την ατέλειωτη σειρά επιστημονικής φαντασίας τύπου Μπράντμπερυ και Ασίμοφ, αλλά εκείνα με πολιτικό περιεχόμενο όπως το 1984 του Όργουελ και η Ανθρώπινη μοίρα του Μαλρώ. Μετά ο Ανδρέας άρχισε να του αναλύει την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα και ο Νίκος χάρηκε που του μιλούσε σαν μην ήταν δεκαεννιά αλλά στέλεχος του νεοσύστατου κινήματος. Έτσι σκέφτηκε ότι το λογύδριο που είχε ετοιμάσει ίσως ήταν καλύτερα να το αφήσει για αργότερα. Δεν ήταν σωστό να τον αρπάξει από τα μούτρα με το καλημέρα…».