«Ανακοινώνουμε την επιτάχυνση των ερευνών για την εξόρυξη φυσικού αερίου που γνωρίζουμε ότι η χώρα είναι πιθανό, δεν είμαστε βέβαιοι, είναι πιθανό να διαθέτει σε σημαντικές ποσότητες με βάσει τις προκαταρτικές μελέτες, τόσο στον ηπειρωτικό όσο και στο θαλάσσιο χώρο, σε ζώνες πάντα αποκλειστικής εκμετάλλευσης». Αυτό δήλωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος επισκέφτηκε την Ελληνική Διαχειριστική Εταιρία Υδρογονανθράκων.
Οι έρευνες αφορούν έξι εκτάσεις. Η μια είναι στην ηπειρωτική Ελλάδα στην περιφέρεια Ηπείρου και οι άλλες πέντε σε θαλάσσιες περιοχές. Στο Ιόνιο, στον Κυπαριασσιακό Κόλπο και στην Κρήτη.
«Είμαι χαρούμενος που μας δίνεται η δυνατότητα να κάνουμε μια νέα αρχή και θέλω να επαναλάβω πως όταν μιλάμε για έρευνες στον τομέα φυσικού αερίου κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος για το αποτέλεσμα. Έχουμε ενδείξεις που μας κάνουν συγκρατημένα αισιόδοξους. Οφείλουμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα αν υπάρχουν αποθέματα τα οποία είναι οικονομικά εκμεταλλεύσιμα. Θα το ξέρουμε τέλος του 2023», τόνισε ο πρωθυπουργός στην ομιλία του.
Ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι στο νέο ευρωπαϊκό περιβάλλον η μείωση της εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο και η αναζήτηση ορυκτών λύσεων που θα εγγυηθούν επάρκεια και καλύτερες τιμές αποτελούν μονόδρομο για την πατρίδα μας.
Ξεκαθάρισε ότι ο νέος δρόμος δεν μας απομακρύνει από τους μακροπρόθεσμους στόχους μείωσης των εκπομπών ρύπων ενώ σημείωσε πως θα πρέπει να αποφασίσουμε αν η Ελλάδα θα είναι μόνο κόμβος αποθήκευσης και μεταφοράς ή και χώρα παραγωγός φυσικού αερίου.
«Η Ελλάδα έχει σημαντικό ρόλο στο νέο ενεργειακό τοπίο», είπε ο κ. Μητσοτάκης και πρόσθεσε: «Ερχόμαστε να ανακοινώσουμε μια ακόμα σημαντική επιλογή, της χώρας παραγωγού πια».
Ο πρωθυπουργός επεσήμανε ότι ανακοινώνουμε την επιτάχυνση των ερευνών για εξόρυξη φυσικού αερίου που γνωρίζουμε ότι η χώρα μας είναι πιθανό να διαθέτει σε σημαντικές ποσότητες στον ηπειρωτικό και θαλάσσιο χώρα, σε ζώνες αποκλειστικής εκμετάλλευσης.
Σημείωσε ότι αφορά έξι εκτάσεις, η μία στην Ήπειρο και οι άλλες στη θάλασσα, ενώ υπογράμμισε πως η ρωσική εισβολή, η πορεία των τιμών και τα σχέδια απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο μας υποχρεώνουν να αναπροσδιορίσουμε τη στρατηγική μας.
Όπως ανέφερε, το πρόγραμμα ερευνών θα ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2023 και μπορεί οι πρώτες διερευνητικές γεωτρήσεις να γίνουν πριν το τέλος του επόμενου χρόνου.
«Εφόσον έχουμε αξιοποιήσιμες ποσότητες θα υποκαταστήσουμε τις εισαγωγές από εθνικό πλούτο», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης.
Τρεις πρωτοβουλίες για επιτάχυνση των ερευνών για υδρογονάνθρακες
Το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας αναλαμβάνει νομοθετικές πρωτοβουλίες για επιτάχυνση των ερευνών για υδρογονάνθρακες, όπως επεσήμανε ο αρμόδιος υπουργός, Κώστας Σκρέκας, στο πλαίσιο της σύσκεψης που πραγματοποιήθηκε σήμερα υπό τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, στην Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) για τη διερεύνηση και αξιοποίηση των εγχώριων κοιτασμάτων.
Ο κ. Σκρέκας υπογράμμισε, επίσης, ότι θα συσταθεί μία νέα ομάδα εργασίας, ενώ η ΕΔΕΥ θα απευθύνει επιστολή στους παραχωρησιούχους με την οποία θα τους ενημερώνει για την πρόθεση της κυβέρνησης να επιταχύνει τις έρευνες για τον εντοπισμό και την αξιοποίηση κοιτασμάτων φυσικού αερίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται σε κοιτάσματα φυσικού αερίου σε θαλάσσιες περιοχές και όχι σε αποθέματα πετρελαίου ή χερσαία «οικόπεδα», ενώ στόχος είναι να επιταχυνθούν οι διαδικασίες κατά το πρότυπο χωρών της περιοχής όπως η Αίγυπτος, που εφήρμοσε ταχείες διαδικασίες τόσο για τη διερεύνηση όσο και για την έναρξη παραγωγής υδρογονανθράκων.
Όσα είπε ο πρωθυπουργός στην τοποθέτησή του
«Είχαμε μία πολύ παραγωγική συζήτηση και θα ήθελα να κάνω μία εισαγωγική τοποθέτηση επ΄ αυτών τα οποία συμφωνήσαμε.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και η επακόλουθη διεθνής ενεργειακή κρίση έχουν προσθέσει ένα πολύ σοβαρό παράγοντα αβεβαιότητας στη ζωή όλων μας. Σημαντικά πρόσθετα βάρη και επώδυνες αυξήσεις τιμών σε τιμολόγια ενέργειας και αγαθά πρώτης ανάγκης ροκανίζουν το εισόδημα κάθε νοικοκυριού, κάθε επιχείρησης και απειλούν ευθέως τη δυναμική αλλά και αναγκαία ανάκαμψη όλων των οικονομιών της Ευρώπης.
Και όλοι στην Ευρώπη και στην Ελλάδα συνειδητοποιούμε με δραματικό τρόπο ότι βιώνουμε το τέλος μιας εποχής και την αρχή μιας νέας. Συνειδητοποιούμε πια με τον πιο σκληρό τρόπο τη σημασία της ενεργειακής αυτονομίας, της ενεργειακής ασφάλειας και τα ακόμα πιο γρήγορα βήματα τα οποία πρέπει να κάνουμε και σε εθνικό αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο σ’ ένα κόσμο που αλλάζει ραγδαία και γίνεται ολοένα και πιο επισφαλής.
Και σε αυτό το νέο ενεργειακό περιβάλλον, η μείωση της εξάρτησής μας από το ρωσικό φυσικό αέριο και η αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων για ορυκτά καύσιμα μετάβασης, όπως το φυσικό αέριο, που θα εγγυηθούν από τη μία επάρκεια ενεργειακής ισχύος κι από την άλλη σταθερές και καλύτερες τιμές ενέργειας για όλους, αποτελούν σήμερα μονόδρομο. Μονόδρομο και για την πατρίδα μας.
Θέλω να τονίσω ότι ο νέος αυτός δρόμος σε καμία περίπτωση δεν μας απομακρύνει από τους μακροπρόθεσμους στόχους μείωσης των ρύπων του διοξειδίου του άνθρακα. Είναι απλά μία εναλλακτική διαδρομή για να καταλήξουμε στον ίδιο στόχο και είναι μια εναλλακτική διαδρομή την οποία επιβάλλει ο πολιτικός ρεαλισμός. Θα μας οδηγήσει με ασφάλεια, με χαμηλότερο κόστος και χωρίς καθυστερήσεις έως το 2030 στο στόχο της επίτευξης της μείωσης των εκπομπών κατά 55%, όπως έχουμε συμφωνήσει σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Εμείς λοιπόν θεωρούμε ότι κάθε κρίση αποτελεί και μία ευκαιρία. Αλλά τι σημαίνει πρακτικά η σταδιακή μας απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο;
Πρώτον, ότι πρέπει να αυξήσουμε την προμήθεια αερίου από εναλλακτικές πηγές μέσω LNG, μέσω αγωγών, όπως ο αγωγός EastMed τον οποίο είχε την ευκαιρία ο Υπουργός να συζητήσει και πάλι στο Ισραήλ με τους ομολόγους του από την Κύπρο και από το Ισραήλ. Πρέπει να αυξήσουμε τις δυνατότητες αποθήκευσης υγροποιημένου φυσικού αερίου άμεσα. Είναι κάτι το οποίο ήδη δρομολογούμε. Και τρίτον, πρέπει να αποφασίσουμε -και αυτό ήταν και το αντικείμενο της σημερινής σύσκεψης- αν η Ελλάδα σε αυτό το νέο ενεργειακό τοπίο θα είναι μόνο κόμβος αποθήκευσης και μεταφοράς φυσικού αερίου ή θα είναι και μια χώρα παραγωγός φυσικού αερίου.
Και ακριβώς για αυτό βρισκόμαστε σήμερα εδώ. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Ελλάδα έχει ένα σημαντικό ρόλο να παίξει στο νέο ενεργειακό τοπίο το οποίο διαμορφώνεται. Είμαστε μια περιφερειακή χώρα-κόμβος για τη μεταφορά και αποθήκευση φυσικού αερίου προς τα Βαλκάνια, προς την υπόλοιπη Ευρώπη, μέσω του αγωγού ΤΑΡ, μέσω του αγωγού IGB ο οποίος σε λίγο ολοκληρώνεται και θα τροφοδοτεί με φυσικό αέριο τη Βουλγαρία, μέσω νέων πιθανών διασυνδέσεων -όπως είπαμε- με τις χώρες της Μέσης Ανατολής. Αλλά και με περισσότερες σταθερές και πλωτές μονάδες αποθήκευσης φυσικού αερίου που δρομολογούνται από ιδιώτες επενδυτές.
Και σε αυτές τις δυνατότητες ερχόμαστε σήμερα εδώ, στην Ελληνική Διαχειριστική Εταιρία Υδρογονανθράκων, να ανακοινώσουμε και να προσθέσουμε μια ακόμα σημαντική επιλογή στη φαρέτρα μας: Αυτή της χώρας-παραγωγού πια φυσικού αερίου.
Ανακοινώνουμε, λοιπόν, την επιτάχυνση των ερευνών για την εξόρυξη φυσικού αερίου που γνωρίζουμε ότι η χώρα μας είναι πιθανό -το τονίζω, δεν είμαστε βέβαιοι- είναι πιθανό να διαθέτει σε σημαντικές ποσότητες με βάση τις προκαταρκτικές μελέτες, τόσο στον ηπειρωτικό όσο και στον θαλάσσιο χώρο, σε ζώνες πάντα αποκλειστικής εκμετάλλευσης.
Και θα έχουμε στη συνέχεια την ευκαιρία να παρουσιάσουμε πιο αναλυτικά τις έξι αυτές εκτάσεις. Η μια βρίσκεται στην ηπειρωτική Ελλάδα, στην Περιφέρεια Ηπείρου, σε σημείο -θα τονίσω- που θα υπάρξει η μέγιστη δυνατή περιβαλλοντική προστασία. Πέντε σε θαλάσσιες περιοχές στο Ιόνιο οι δύο, στον Κυπαρισσιακό, δύο δυτικά-νότια της Κρήτης. Αποτελούν ήδη τμήματα τα οποία έχουν παραχωρηθεί σε ιδιώτες. Σε κάποιες από αυτές τις παραχωρήσεις έχουν προχωρήσει οι προκαταρκτικές έρευνες, σε άλλες όχι, στο βαθμό, όμως, που επιβάλλει πλέον η συγκυρία.
Θέλω να τονίσω ότι ως την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η εμπορική εκμετάλλευση νέων κοιτασμάτων φυσικού αερίου συχνά δεν αποτελούσε μια οικονομικά ελκυστική ευκαιρία για νέες χώρες οι οποίες μπαίνουν σε αυτό το παιχνίδι, όπως η Ελλάδα, λόγω των πολύ χαμηλών τιμών του φυσικού αερίου.
Αυτό, όμως, είναι μία πραγματικότητα η οποία έχει αλλάξει και η πορεία των τιμών φυσικού αερίου διεθνώς, τα σχέδια απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο, αλλά και η σημασία που γνωρίζουμε ότι θα παίζει το φυσικό αέριο για τα επόμενα χρόνια, για τις επόμενες δεκαετίες ως καύσιμο μετάβασης, ουσιαστικά μάς υποχρεώνει να επαναπροσδιορίσουμε τη στρατηγική μας.
Και στην αγορά αυτή, θέλω να τονίσω ότι η χώρα μας διαθέτει δύο εθνικούς πρωταθλητές. Και μαζί τους θα προχωρήσουμε μπροστά αναζητώντας -όπου το κρίνουμε αυτό απαραίτητο και εφόσον είναι απαραίτητο- νέες διεθνείς συνεργασίες για να μπορέσουμε να διαπιστώσουμε σε πρώτη φάση εάν υπάρχουν στον ελληνικό χώρο εμπορικά εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα φυσικού αερίου.
Αναφέρομαι στα ΕΛΠΕ, όπου το Ελληνικό Δημόσιο εξακολουθεί να έχει σημαντικό μετοχικό μερίδιο. Αναφέρομαι και σε μία αμιγώς ιδιωτική ελληνική εταιρεία, όμως, την Energean, η οποία δραστηριοποιείται ήδη σε πολύ σημαντικά κοιτάσματα φυσικού αερίου διεθνώς, όπως το Ισραήλ. Είναι η πρώτη εταιρεία αυτή τη στιγμή που κάνει σημαντικές εξορύξεις φυσικού αερίου σε μεγάλα βάθη στη Μεσόγειο.
Και αυτές τις δύο ελληνικές εταιρείες έχουμε σήμερα μαζί μας -θα ακούσουμε σε λίγο τους επικεφαλής τους- οι οποίες δεσμεύονται σήμερα να ξεκινήσουν ένα εντατικό πρόγραμμα ερευνών έως το τέλος του 2023. Πρέπει μέχρι το τέλος του 2023 να γνωρίζουμε εάν έχουμε εκμεταλλεύσιμες ποσότητες φυσικού αερίου, ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στη συνέχεια στην εκμετάλλευσή τους. Και οι εταιρείες αυτές έχουν δεσμευτεί ότι θα επικεντρωθούν στους μεγάλους πιθανούς στόχους φυσικού αερίου. Και γι’ αυτό σε κάποιες περιοχές ενδεχομένως να μπορούμε να πετύχουμε πρώτες διερευνητικές γεωτρήσεις, ενδεχομένως και πριν το τέλος του 2023.
Από πλευράς ελληνικού δημοσίου, από πλευράς Υπουργείου δεσμευόμαστε ότι θα αναβαθμίσουμε όλα τα σχετικά έργα σε έργα εθνικής σημασίας προκειμένου να μην επαναληφθούν αναίτιες καθυστερήσεις. Και θα αναβαθμίσουμε την ΕΔΕΥ, την ελληνική κρατική εταιρεία, η οποία συντονίζει και αδειοδοτεί όλη αυτή την διαδικασία, ώστε -εφόσον χρειαστεί- και αυτή να συνδράμει σε προσπάθειες εξερεύνησης.
Ολοκληρώνοντας θα ήθελα να τονίσω ότι οι ανακοινώσεις που κάνουμε σήμερα εντάσσονται στο πλαίσιο της ενίσχυσης της στρατηγικής και της οικονομικής θέσης της χώρας. Η κλιματική αλλαγή είναι η μεγαλύτερη πολιτική, οικονομική και κοινωνική πρόκληση της εποχής μας και η επιτυχία ή η αποτυχία εξαρτάται από την ικανότητά μας να εφαρμόσουμε ρεαλιστικά, αλλά και υλοποιήσιμα σχέδια για να επιταχύνουμε, αλλά και να χρηματοδοτήσουμε τη μετάβαση σε μία οικονομία χαμηλών εκπομπών. Αλλά και σε ένα πιο βιώσιμο ενεργειακό σύστημα. Δεν θα θέσουμε σε κίνδυνο ούτε την ενεργειακή μας ασφάλεια, ούτε την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και της βιομηχανίας, αλλά ούτε και τις προτεραιότητες και το αίτημα των νοικοκυριών μας να μπορούν να προμηθεύονται ενέργεια σε λογικές τιμές.
Η εντολή μου, λοιπόν, για την επιτάχυνση των ερευνών για φυσικό αέριο δεν υπονομεύει σε καμία περίπτωση τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης να ηγηθεί της πράσινης μετάβασης. Ο σκοπός μας είναι πολύ απλός: εφόσον έχουμε αξιοποιήσιμες ποσότητες φυσικού αερίου να υποκαταστήσουμε τις εισαγωγές φυσικού αερίου από εθνικό πλούτο.
Η ανάπτυξη όμως των ΑΠΕ, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, παραμένει η ραχοκοκαλιά της προσπάθειάς μας και είναι αυτή η οποία τελικά θα μας επιτρέψει να εξασφαλίσουμε και την οικονομική βιωσιμότητα της πράσινης μετάβασης.
Και με αυτόν τον τρόπο προστατεύουμε τελικά το εθνικό, το οικονομικό, το κοινωνικό, το περιβαλλοντικό συμφέρον και σε μία εποχή πρωτοφανούς αύξησης του ενεργειακού κόστους για τους πολίτες και αυξημένης γεωπολιτικής αστάθειας που έχει αναδείξει, δυστυχώς, δομικές ενεργειακές αδυναμίες της Ευρώπης.
Η επιτάχυνση, λοιπόν, της εκμετάλλευσης των εθνικών ενεργειακών πόρων της χώρας μας θα μας επιτρέψει, εφόσον είμαστε τυχεροί και μπορέσουμε να έχουμε αξιοποιήσιμα κοιτάσματα φυσικού αερίου, θα μας επιτρέψει να ενισχύσουμε την ενεργειακή μας ανεξαρτησία, την ενεργειακή μας ασφάλεια. Αλλά, θα ξεκλειδώσει ένα τομέα με τεράστιες οικονομικές δυνατότητες που μπορεί πραγματικά να συμβάλλει και στην ανάληψη του κόστους της πράσινης μετάβασης.
Είμαι, λοιπόν, πολύ χαρούμενος που μας δίνεται η δυνατότητα σήμερα να μπορέσουμε να κάνουμε μία νέα αρχή σε αυτή τη διαδικασία. Και θέλω να επαναλάβω ακόμα μία φορά ότι όταν μιλάμε για έρευνες στον τομέα του φυσικού αερίου, των υδρογονανθράκων κανείς δεν μπορεί ποτέ να είναι βέβαιος για το αποτέλεσμα. Έχουμε ενδείξεις -θα το ξαναπώ- ενδείξεις που μας κάνουν συγκρατημένα αισιόδοξους.
Οφείλουμε όμως ως χώρα να γνωρίζουμε με βεβαιότητα εάν υπάρχουν αποθέματα φυσικού αερίου, τα οποία είναι οικονομικά εκμεταλλεύσιμα. Αυτό θα το γνωρίζουμε πια μετά βεβαιότητας στο τέλος του ’23 και από εκεί και πέρα θα προχωρήσουμε στη λήψη των αποφάσεων για το τι θα κάνουμε τη μεθεπόμενη μέρα».