«Όταν κηρύσσεται πόλεμος, δεν υπάρχει άλλη επιλογή από το να πολεμήσεις, όχι με στόχο τις λιγότερες απώλειες, αλλά με στόχο να τον κερδίσεις τον πόλεμο», τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας κατά τη διάρκεια της διαδικτυακής εκδήλωσης του ΣΥΡΙΖΑ με αφορμή το εργασιακό νομοσχέδιο. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία κάλεσε σε συντονισμό της δράσης «απέναντι στην εργασιακή αντιμεταρρύθμιση που έρχεται με πρωτοβουλία της κυβέρνησης».

«Σήμερα σας κάλεσα για να λάβουμε θέσεις μάχης, για να ενώσουμε δυνάμεις, κανείς δεν περισσεύει, προκειμένου να υπερασπιστούμε το οχτάωρο, να υπερασπιστούμε τις συλλογικές συμβάσεις, να υπερασπιστούμε το δικαίωμα στη καταγραφή και τη πληρωμή των υπερωριών, να υπερασπιστούμε το δικαίωμα στη κανονικότητα στην εργασία, να υπερασπιστούμε τις ζωές μας», τόνισε στη διαδικτυακή εκδήλωση με όνομα «Σχέδιο νόμου Μητσοτάκη- Χατζηδάκη για την κατάργηση του 8ώρου και των συλλογικών συμβάσεων καθώς και τη θεσμοθέτηση απλήρωτων υπερωριών».

Στην εκδήλωση αυτή συμμετείχαν εκπρόσωποι εργατικών κέντρων από όλη την Ελλάδα, συνδικαλιστικών φορέων από τη ΓΣΕΕ, την ΑΔΕΔΥ, εργολαβικών εργαζομένων καθώς και εργαζόμενοι από τους κλάδους της βιομηχανίας, του τουρισμού – επισιτισμού, των μεταφορών και του πολιτισμού. Μάλιστα, ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι αποφάσισε εν μέσω «κορύφωσης του δράματος της πανδημίας, να κηρύξει τον πόλεμο στην εργασία, δηλαδή στην κοινωνική πλειοψηφία».

Οι ζωές «δεν μπορεί να γίνουν λάστιχο, επειδή αυτό εξυπηρετεί την αύξηση των κερδών κάποιων ελίτ», τόνισε ο κ. Τσίπρας και σημείωσε ότι «η προάσπιση της εργασίας και των εργατικών δικαιωμάτων αφορά τη ζωή τής κοινωνικής πλειοψηφίας, τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα, κάθε μορφή εργασίας, και ιδιαίτερα αφορά τους νέους ανθρώπους και την προοπτική τους. Αυτούς που από ό,τι φαίνεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει αποφασίσει να ρίξει στον Καιάδα».

Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης απηύθυνε προσκλητήριο «να πράξουμε το καθήκον μας», καλώντας σε «αγώνα ενωτικό και αποφασιστικό, μέχρι τη νίκη, να μην κατατεθεί καν, να μην περάσουν αυτές οι αντιμεταρρυθμίσεις για τους εργαζόμενους από τη Βουλή των Ελλήνων, όποτε κι αν το επιχειρήσει η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη».

Σημείωσε ότι για τον ΣΥΡΙΖΑ αυτή η μάχη με την κυβέρνηση «θα είναι η μάχη των μαχών», γιατί -όπως τόνισε- με τις δυνάμεις της εργασίας ισοπεδωμένες, δεν μπορεί να υπάρξουν στο μέλλον οι προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, η ανάπτυξη, η δημοκρατική ανάταξη, η αναγκαία πορεία προς την κοινωνική δικαιοσύνη. «Δεν μπορούμε να σχεδιάζουμε την Ελλάδα του αύριο χωρίς δικαιοσύνη για τους ανθρώπους του μόχθου», είπε.

«Ο κ. Μητσοτάκης να το ξανασκεφθεί»

Οι ζωές «δεν μπορεί να γίνουν λάστιχο, επειδή αυτό εξυπηρετεί την αύξηση των κερδών κάποιων ελίτ», τόνισε ο κ. Τσίπρας και σημείωσε ότι «η προάσπιση της εργασίας και των εργατικών δικαιωμάτων αφορά τη ζωή της κοινωνικής πλειοψηφίας, τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα, κάθε μορφή εργασίας και ιδιαίτερα αφορά τους νέους ανθρώπους και την προοπτική τους. Αυτούς που από ότι φαίνεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει αποφασίσει να ρίξει στον Καιάδα».

Μεταξύ άλλων και σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, κατηγόρησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη ότι επιχειρεί να αξιοποιήσει την πανδημία ως ευκαιρία «για να ξεπληρώσει τις υποχρεώσεις του και να οδηγήσει την εργατική τάξη στην κόλαση της θεσμοθετημένης ασυδοσίας και τους εργαζόμενους στις ερπύστριες του οδοστρωτήρα, που είχε υποσχεθεί και προεκλογικά».

Κάλεσε τον πρωθυπουργό να το ξανασκεφτεί και να μην καταθέσει το νομοσχέδιο. Σχολίασε, επίσης, ότι ο κ. Μητσοτάκης κάνει λάθος αν νομίζει ότι θα καταφέρει «να κρατήσει σε ύπνωση» τους εργαζόμενους «επειδή έχει τη συντριπτική πλειονότητα των ΜΜΕ με το μέρος του».

Είπε ακόμη ότι σήμερα το 52% των εργαζομένων δηλώνουν ότι εργάζονται υπερωριακά, το 40% όσων δουλεύουν υπερωρίες δηλώνει ότι δεν πληρώνεται τις υπερωρίες και ότι στην Ελλάδα οι εργαζόμενοι είναι πρωταθλητές στην ΕΕ στον εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας με 41,7 ώρες κατά μέσο όρο «και η ανεργία κινδυνεύει να εκτοξευτεί και πάλι στο 20% στο τρέχον έτος».

Ο κ. Τσίπρας είπε ότι ως κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ έδωσε μάχες σε δύσκολη περίοδο, «όπου παρόμοιες προτάσεις είχε ξαναφέρει στο τραπέζι ο ΣΕΒ, μέσω της τρόικας, η οποία μας απειλούσε ότι αν δεν τις υλοποιήσουμε θα αφήσει τη χώρα να χρεοκοπήσει» και σημείωσε πως το κόμμα του δεν έκανε πίσω, αναζήτησε συμμαχίες στον ILO, στα ευρωπαϊκά κόμματα της αριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Κομισιόν «καταφέρνοντας, παρά τις δημοσιονομικές δυσκολίες, θετικά βήματα προς τα εμπρός».

Στον αντίποδα, κατηγόρησε τη ΝΔ ότι, αντίθετα, μόλις ανέλαβε την διακυβέρνηση υποβάθμισε το ΣΕΠΕ, με «δραματικά αποτελέσματα εξαιτίας της απουσίας αποτελεσματικών ελέγχων στους χώρους δουλειάς και απουσίας μέτρων προστασίας της υγείας των εργαζομένων από την πανδημία».

Ακόμη, την κατηγόρησε ότι «κατάργησε τον βάσιμο λόγο απόλυσης των εργαζομένων και των μέτρων προστασίας των εργολαβικών εργαζομένων. Νομοθέτησε τη διάλυση του θεσμού των συλλογικών διαπραγματεύσεων, καθώς και την κατάργηση του δικαιώματος προσφυγής των εργαζομένων στη διαιτησία, και προέβλεψε τη μείωση των προστίμων για παραβιάσεις της εργατικής νομοθεσίας και την αύξηση του ορίου των νόμιμων υπερωριών κατά 60%».

Ο κ. Τσίπρας ανέφερε ότι τώρα ο κ. Μητσοτάκης «προαναγγέλλει ότι θα δώσει το τελειωτικό χτύπημα στον κόσμο της εργασίας» και συμπλήρωσε πως «δεν θα το επιτρέψουμε γιατί έχουμε χρέος να μη το επιτρέψουμε», ενώ επισήμανε πως «χρέος μας απέναντι στην ιστορία των αγώνων του εργατικού κινήματος και απέναντι στο αύριο, απέναντι στις επόμενες γενιές που κάποιοι από απληστία για περισσότερα κέρδη, θέλουν να τους μάθουν ότι μπορούν όχι να δουλεύουν για να ζουν αλλά να ζουν για να δουλεύουν, ασταμάτητα, όπως τα ρολόγια».

«Όλα μπορούμε να τα πετύχουμε με αυτούς, με την εργατική τάξη, τους εργαζόμενους του χεριού και του πνεύματος, τους αυτοαπασχολούμενους, τους ανθρώπους της δημιουργίας και της εργασίας, μπορούμε να κυλίσουμε τους τροχούς της ιστορίας και να διεκδικήσουμε ένα καλύτερο αύριο για τη χώρα», είπε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και συμπλήρωσε για να ολοκληρώσει πως «όταν η αυθαιρεσία και η αδικία γίνεται νόμος. Η αντίστασή μας γίνεται καθήκον».