Οι προσεχείς κυβερνητικές ανακοινώσεις για σχολεία, λιανεμπόριο και διαδημοτικές μετακινήσεις, τα self test και η διαδικασία επιλογής, το Ταμείο Ανάκαμψης και οι επενδύσεις, οι δημοσκοπήσεις και τα σενάρια πρόωρων εκλογών βρέθηκαν στο επίκεντρο συνέντευξης του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη στο ραδιοφωνικό σταθμό «Σκάι»
Για τα μέτρα κατά της διάδοσης του κορονοϊού εν πρώτοις και με αφετηρία, ότι «ίσως θα πρέπει να ξαναδούμε, με μετριοπάθεια και σύνεση, το μείγμα αυτών των μέτρων (…) ίσως έχει εξαντληθεί η δυναμική των περιοριστικών μέτρων», ο υπουργός Επικρατείας αναγνώρισε ότι «πρέπει να αξιολογήσουμε μήπως θα ήταν σκόπιμο να κάνουμε μια μετατόπιση των μέτρων (…) να πούμε ότι θα δώσουμε ορισμένες δικλείδες αποσυμπίεσης των πολιτών, να ανοίξουμε ορισμένες κοινωνικές δραστηριότητες όχι όμως για να δώσουμε το σήμα ότι όλα επανέρχονται στην κανονικότητά τους αλλά για να μπορέσουμε να περιορίσουμε τις εστίες υπερμετάδοσης».
Είναι εξάλλου «πολύ καλύτερα να βρισκόμαστε σε ελεγχόμενους χώρους (…) παρά να βρισκόμαστε σε χώρους υψηλού συγχρωτισμού», σημείωσε και έφερε ως παράδειγμα, «αυτό που συνέβη στη Νέα Σμύρνη», που ήταν από τις περιοχές που «δεν είχαν σοβαρό επιδημιολογικό φορτίο, σήμερα υφίσταται ένα τεράστιο βάρος».
Πιο συγκεκριμένα για τις επικείμενες ανακοινώσεις, «θα δούμε κάποια στιγμή το ζήτημα του να επιτραπεί η διαδημοτική κυκλοφορία σε υπαίθριο χώρο και αυτό, νομίζω, μπορεί να γίνει άμεσα. Θα δούμε το άνοιγμα των σχολείων ιδίως των Λυκείων, που είναι και μια ιδιαίτερη κατηγορία λόγω των εξετάσεων», αφού τίθεται και ζήτημα ισότητας για τους μαθητές της Γ’ Λυκείου, επίσης «θα δούμε και το λιανεμπόριο με αυστηρούς όρους».
Στο σημείο αυτό η κυβέρνηση αξιοποιεί στον πόλεμο κατά της πανδημίας εργαλεία που «για πρώτη φορά τίθενται στην υπηρεσία καταπολέμησης του ιού, τη χρήση των αυτοδιαγνωστικών οικιακών τεστ (self tests). Η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα – όπως συνέβη και με τα rapid tests – η οποία προμηθεύεται γενικά και διαθέτει στους πολίτες δωρεάν τα οικιακά αυτά τεστ ώστε να μπορέσει με έλεγχο να ανοίξει κοινωνικές δραστηριότητες».
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τον υπουργό, «η μεγάλη πίεση στο υγειονομικό σύστημα είναι ζήτημα ενός μήνα, δηλαδή εντός του Απριλίου. Άρα, αν μπορέσουμε να ξεπεράσουμε τον κάβο του Απριλίου, θα είμαστε σίγουρα σε πάρα πολύ καλύτερη μοίρα. ‘Αρα, κάθε μέρα που κερδίζεται, είναι μια μέρα σπουδαία για την κοινωνία».
Ταυτοχρόνως ο υπουργός Επικρατείας ήταν αναλυτικός στο ζήτημα της προμήθειας των self tests: «Κάναμε πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, η οποία ξεκίνησε την προηγούμενη Τετάρτη, ολοκληρώθηκε με πάρα πολύ μεγάλη συμμετοχή τα μεσάνυχτα του Σαββάτου. Την Κυριακή αξιολογήθηκαν όλες οι αιτήσεις που υποβλήθηκαν, την Δευτέρα το πρωί υποβλήθηκε ο φάκελος στο Ελεγκτικό Συνέδριο ως όρος διαφάνειας και ακεραιότητας της διαδικασίας, περιμένουμε τις επόμενες ώρες και ημέρες το οριστικό αποτέλεσμα. Μέσα σε λιγότερο από μία εβδομάδα θα έχουμε στη διάθεση μας έναν πολύ μεγάλο αριθμό από τα τεστ που θα μας επιτρέψουν να είμαστε όσο το δυνατόν πιο ανοιχτοί στις κοινωνικές δραστηριότητες. Αυτά δεν τα είχαμε συνηθίσει στην Ελλάδα», παρατήρησε.
ΣΥΡΙΖΑ και Siemens
Και, κληθείς να σχολιάσει τους ισχυρισμούς του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία για ανάμιξη της εταιρείας Siemens στη διαδικασία, ο Γ. Γεραπετρίτης απάντησε: «Δεν μπορώ καθόλου να δεχθώ τέτοιου τύπου κηλίδες σε ό,τι αφορά τη διαφάνεια των διαδικασιών. Είναι ένα ζήτημα που η δική μας κυβέρνηση κι εγώ προσωπικά είμαστε εξαιρετικά ευαίσθητοι και ουδέποτε θα θέταμε σε κίνδυνο οποιαδήποτε πτυχή του δημόσιου βίου. Ειδικά για το ζήτημα των τεστ ακολουθήθηκαν διαδικασίες που είναι πιο αυστηρές κι από το προβλεπόμενο νομοθετικό πλαίσιο. Οι εισηγήσεις για τις προδιαγραφές έγιναν από την ίδια την υγειονομική επιτροπή, δεν ήταν η κυβέρνηση που έφτιαξε τις προδιαγραφές».
Στο «διά ταύτα», και «όπως προέκυψε εκ των υστέρων η εταιρεία Siemens, για την οποία προπετώς έγινε πολύς λόγος από την αντιπολίτευση, δεν πληρούσε καν τις προδιαγραφές για να είναι υποψήφια να λάβει μέρος στο διαγωνισμό αυτό (…) Εμείς θέλαμε κάθε πολίτης να έχει τη δυνατότητα να κάνει το τεστ μόνος του, να έχει αφενός το τεστ, αφετέρου το αντιδραστήριο, έτσι ώστε να βλέπει αμέσως ποιο είναι το αποτέλεσμα. Αντιθέτως, ορισμένες εταιρείες μεταξύ των οποίων και η εν λόγω, έχουν ένα πακέτο στο οποίο περιλαμβάνονται 20 – 30 τεστ και ένα μόνο αντιδραστήριο, πράγμα που σημαίνει ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μόνο σε υγειονομικές μονάδες. ‘Αρα δεν μπορούσε να εξυπηρετήσει τις ανάγκες του δικού μας σκοπού», δήλωσε με έμφαση.
Ενώ, όταν του ζητήθηκε να προβλέψει πώς θα εορτασθεί το Πάσχα, είπε «είναι πολύ νωρίς για να μιλήσουμε, υπό τις συνθήκες που βιώνουμε ένας μήνας είναι μια αιωνιότητα». Διαβεβαίωσε πάντως ότι «θα είναι ένα πάρα πολύ καλύτερο Πάσχα από το περσινό», ζητώντας συγχρόνως να παραμείνουμε πιστοί στην τήρηση των μέτρων και τις επόμενες εβδομάδες.
Σε ερώτημα για το Εθνικό Σύστημα Υγείας, μετά τη γενική παρατήρηση ότι «κατά τη διάρκεια της πανδημίας έχουν καταρρεύσει πολλά από τα στερεότυπα», υπογράμμισε ότι ένα από αυτά ήταν ότι το Εθνικό Σύστημα Υγείας θεωρείτο πλημμελές. Όμως, «οι ίδιοι οι γιατροί, όλοι όσοι βρίσκονται πέριξ του υγειονομικού χώρου, απέδειξαν με τη δική τους προσπάθεια ότι είναι απολύτου εμπιστοσύνης το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Υπήρξε υπερδιπλασιασμός των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας, υπήρξε μεγάλος αριθμός προσλήψεων για την ενίσχυσή του αλλά πάντως κατερρίφθη ο μύθος αυτός».
Με τον υπουργό Επικρατείας να αναφέρει άλλους δύο μύθους που κατερρίφθησαν: ο ένας ήταν το βαρύ και στατικό Δημόσιο, – «πλέον έχουμε ένα ψηφιακό Δημόσιο και το λέω αυτό υπερηφάνως», ανέφερε χαρακτηριστικά – και ο άλλος ότι η Ελλάδα δεν έχει θεσμούς, καθώς «απεδείχθη μέσα στην πανδημία ότι οι θεσμοί μας άντεξαν».
Το Ταμείο Ανάκαμψης
Για το Ταμείο Ανάκαμψης έκανε λόγο για την «τελευταία πολύ μεγάλη ευκαιρία για να αλλάξει συνολικά το υπόδειγμα της οικονομίας αλλά και της κοινωνίας». Η κυβέρνηση εκτιμά ειδικότερα ότι «τα επόμενα χρόνια η αναλογία εισροών/ εκροών θα είναι 4,6 προς 1. Δηλαδή για κάθε ένα ευρώ που θα ξοδεύουμε, θα λαμβάνουμε 4,6 ευρώ. Πρόκειται για μια τρομερή εισροή χρημάτων, η οποία πρέπει να επενδυθεί και όχι να αναλωθεί» ανέφερε ακόμη προσθέτοντας ότι «έγινε μια πολύ σοβαρή και σπουδαία δουλειά, που οδήγησε στο να καταθέσουμε πρώτοι από όλους τους Ευρωπαίους ένα συγκροτημένο σχέδιο τον περασμένο Νοέμβριο το οποίο έγινε απολύτως δεκτό με θετικά σχόλια από την Ευρωπαϊκή Ένωση: περιλαμβάνει περίπου 170 συγκεκριμένες δράσεις που αφορούν την ψηφιακή αναβάθμιση, την πράσινη οικονομία, τις δομές υγείας, την Παιδεία, τα μεγάλα αναπτυξιακά έργα της χώρας, περιλαμβάνει δράσεις που αφορούν τις επόμενες γενιές». Υπολογίζεται ότι θα εισφέρουν ένα 7% πρόσθετης ανάπτυξης στην Ελλάδα, σύμφωνα με την εκτίμηση της Τραπέζης της Ελλάδος, και περίπου 200.000 άμεσες θέσεις εργασίας, επεσήμανε επίσης παραπέμποντας στις ανακοινώσεις που θα γίνουν την Τετάρτη από τον πρωθυπουργό και την εκτελεστική ομάδα του Ταμείου Ανάκαμψης.
Κεντρική ιδέα του κυβερνητικού σχεδίου είναι ότι «τα χρήματα αυτά ανήκουν κατά προτεραιότητα στις επόμενες γενιές», σε αντιδιαστολή με τη διαχείριση κατά το παρελθόν: «το μεγάλο πρόβλημα σε όλους τους πόρους που κατά καιρούς έχει εισπράξει η χώρα, ήταν ότι η βασική λογική ήταν να αποδοθούν στους πολίτες, ήταν η λογική ενός κοινωνικού μερίσματος».
«Θα έχουμε “έκρηξη” επενδύσεων που θα οδηγήσει σε μια τεράστια αναβάθμιση της χώρας»
Μάλιστα ο Γ. Γεραπετρίτης επικαλέστηκε και «έναν πολύ εντυπωσιακό χάρτη της χώρας», όπως είπε, στον οποίον αποτυπώνονται όλα τα έργα που θα χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης και αφορούν όλη τη χώρα. Συνεπώς, συμπέρανε, «κάθε πολίτης θα λάβει ένα ωφέλιμο αποτέλεσμα από τα έργα αυτά».
Μιλώντας για τις επενδύσεις, υπογράμμισε ότι «υπάρχει τεράστιο επενδυτικό ενδιαφέρον για τη χώρα μας, δεν αποτυπώνεται μόνο στις αγορές, το πιο χαρακτηριστικό από όλα ήταν ο εξωτερικός δανεισμός για ομόλογο 30 ετών (…) με πρωτόγνωρο επιτόκιο για την ελληνική ιστορία». Τελικώς, πρόσθεσε, «υπάρχει μια τεράστια εμπιστοσύνη εκ μέρους των ιδιωτών, δεν είναι τυχαίο ότι μέσα στην πανδημία κολοσσοί ήλθαν και επένδυσαν στην Ελλάδα». Σύμφωνα δε, με τους κυβερνητικούς υπολογισμούς, «για κάθε ευρώ που θα βάζει η Ευρωπαϊκή Ένωση για λογαριασμό του ελληνικού Δημοσίου, ελπίζουμε ότι θα έχουμε ένα ευρώ ακόμη το οποίο θα προέρχεται από ιδιωτικά κεφάλαια. Θα έχουμε “έκρηξη” επενδύσεων που θα οδηγήσει σε μια τεράστια αναβάθμιση της χώρας», είπε κλείνοντας για το εν λόγω θέμα.
Σε ό,τι αφορά τις δημοσκοπήσεις, ο υπουργός Επικρατείας ανέφερε πως στην κυβέρνηση «δεν είμαστε αιθεροβάμονες, αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχει πολύ μεγάλη πίεση του πληθυσμού, αντιλαμβανόμαστε ότι δεν τα κάνουμε όλα τέλεια. Προφανώς κι εμείς προσπαθώντας για το καλύτερο – και διαβεβαιώ ότι η προσπάθεια αυτή γίνεται καθημερινά και με εξαντλητική διάθεση – κάνουμε και λάθη, και θα προσπαθούμε καθημερινά να τα διορθώνουμε. Οι δημοσκοπήσεις δεν είναι ούτε πανάκεια ούτε ανάθεμα», δήλωσε για να συμπληρώσει, «οι πολίτες αισθάνονται ότι υπάρχει μια κυβέρνηση η οποία διαχειρίζεται τα πράγματα επαγγελματικά, με τις όποιες αστοχίες. Σε όλους τους τομείς, και στην πανδημία και στο κομμάτι της νέας οργάνωσης του κράτους και στο κομμάτι της ψηφιοποίησης και της καθημερινότητας των πολιτών, έχω τη διαίσθηση, πρωτίστως ως πολίτης και δευτερευόντως ως πολιτικός, ότι με το τέλος της πανδημίας θα αλλάξουν πολλά από τα δεδομένα και τα πολιτικά και τα κοινωνικά».
Εν κατακλείδι, «την επαύριο της πανδημίας αν πάνε καλά τα πράγματα οι πολίτες, όπως πιστεύουμε και δουλεύουμε σκληρά για αυτό, οι πολίτες θα πιστώσουν και τη διαχείριση που έγινε εν μέσω κρίσης σε όλα τα επίπεδα (εθνικά, εξωτερικά, εσωτερικά). Αν πάνε στραβά τα πράγματα, είναι προφανές ότι οι πολίτες θα κάνουν την υπερχρέωση».
Στο επόμενο ερώτημα, για το εάν εξετάζεται σενάριο πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, ο υπουργός Επικρατείας μετά την εισαγωγική διαπίστωση, ότι «η παρούσα κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός είναι μιας άλλης φιλοσοφίας», επεσήμανε: «έχουμε πολλή δουλειά ακόμη, δεν πρόκειται να υπάρξουν εκλογές, ο ελληνικός λαός δεν θέλει τις εκλογές, δεν νομίζω ότι έχει υπάρξει κλονισμός της εμπιστοσύνης».
‘Αλλωστε, «όταν φύγουμε από αυτή τη μέγγενη οι πολίτες θέλουν να δουν το πρόγραμμα το οποίο οι ίδιοι ενέκριναν, να υλοποιείται. Κι όταν υπάρξει η υλοποίηση αυτή, θα μας αξιολογήσουν για τα θετικά και τα αρνητικά μας».
Ερωτηθείς, τέλος, για το ποιο κατά τη γνώμη του είναι το μεγαλύτερο στοίχημα της επόμενης ημέρας, είπε: «η αλλαγή στο υπόδειγμα του κράτους, να πάμε σε ένα κράτος φιλικό για τον πολίτη αλλά πάνω από όλα στην υπηρεσία του πολίτη. Ο πρώτος νόμος που φέραμε, ήταν η αποκομματικοποίηση του κράτους, η απόδοση στη διοίκηση όλων των αρμοδιοτήτων που της αναλογούν», θύμισε και πρόσθεσε: «Προχωράμε στο δεύτερο μεγάλο στοίχημα που είναι η ψηφιοποίηση του κράτους και το τρίτο μεγάλο στοίχημα, η κάθετη διακυβέρνηση, δηλαδή η ανάδειξη των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης ως φορέων θα ασκούν πραγματική πολιτική δίπλα στους πολίτες. Η άσκηση της εξουσίας να έλθει κοντά στον πολίτη, να αισθανθεί ότι το κράτος είναι αυτός ο ίδιος (…) με αυτές τις τεκτονικές αλλαγές είμαι πάρα πολύ αισιόδοξος ότι θα πάμε σε μια Ελλάδα πολύ διαφορετική από αυτήν που έχουμε γνωρίσει», εκτίμησε κλείνοντας ο υπουργός Επικρατείας.