«Η Ελλάδα χρειάστηκε τη βοήθεια των εταίρων της. Έτσι, μπήκαμε σε πρόγραμμα προσαρμογής, το γνωστό μνημόνιο. Ποιοι ήταν οι ουσιαστικοί λόγοι; Η εγκληματική δημοσιονομική διαχείριση από τις κυβερνήσεις της ΝΔ και οι χρόνιες παθογένειες του πελατειακού κράτους», τόνισε ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, σε ομιλία του στο 15ο Συμπόσιο της Σύμης.
Σύμφωνα με τον κ. Παπανδρέου, «σήμερα στη χώρα, η συντήρηση, αριστερά και δεξιά, επιχειρεί να αποφύγει κάθε συζήτηση για αυτά. Όχι μόνον λόγω των ευθυνών της, όπως πολλοί πιστεύουν, αλλά κυρίως γιατί δεν επιθυμεί ανατροπή των κακοδαιμονιών του πελατειακού συστήματος και πολύ περισσότερο, την προοδευτική προσέγγιση για αυτήν την ανατροπή. Έτσι, μεταφέρει το πεδίο του ενδιαφέροντος πάντα αλλού. Πάντα φταίει κάτι άλλο, όχι οι πραγματικές αιτίες που μας οδήγησαν στην κρίση».
Στην ομιλία του, ο πρώην πρωθυπουργός υπερασπίστηκε εκ νέου την πρόταση του για το δημοψήφισμα, λέγοντας: «Η ενεργός συμμετοχή των πολιτών και η δυνατότητά τους να εκφράζουν μέσα από θεσμοθετημένες διαδικασίες την συμβουλευτική και αποφασιστική τους γνώμη, όπως το δημοψήφισμα που είχα προτείνει στα τέλη του 2011, αποτελούν καθοριστικό παράγοντα αντιμετώπισης των προβλημάτων τόσο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, όσο και των μεγάλων διακυβευμάτων που έχουμε μπροστά μας».
Για το πολιτικό του μέλλον, σημείωσε: «Κανείς πολιτικός, καμία πολιτική δύναμη, κανένα κόμμα, δεν έχει λόγο ύπαρξης, αν δεν μπορεί να αναμετρηθεί με τις πραγματικές ανάγκες μιας χώρας, μιας κοινωνίας. Και δεν σας κρύβω ότι, και προσωπικά, αυτή είναι η αγωνία μου. Να συμβάλλω όπως μπορώ, με κάθε τρόπο, σε αυτήν την κατεύθυνση. Δεν με ενδιαφέρει καμία καρέκλα, καμία θέση εξουσίας, αν δεν ανταποκρίνεται σε αυτήν την αδήριτη ανάγκη».
Ο πρώην πρωθυπουργός απάντησε και στα δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για σκηνές χλιδής στο «Συμπόσιο της Σύμης» με κοκτέιλ πάρτι και σούσι, σημειώνοντας πως «κάποιοι, χρόνια τώρα, επιχειρούν να απαξιώσουν αυτή τη συνάντηση. Δεν ενδιαφέρονται για το τι συζητούμε. Δεν ενδιαφέρονται για το αν η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να καταστεί επίκεντρο της συζήτησης για τα ηθικά προτάγματα στην παγκόσμια κοινωνία. Ίσως ακόμα και να φοβούνται τη σημασία των ιδεών και των απόψεων που καταθέτουν οι συμμετέχοντες.
Αρκεί ένα δημοσίευμα που θέλει να μας πείσει ότι, βρισκόμασταν εδώ, περνάγαμε καλά, ανταλλάσσαμε φιλοφρονήσεις, τρώγαμε σούσι και πίναμε κοκτέιλ. Έχει καμία σημασία ακόμη και το αν ήμασταν εδώ; Αν είχαμε πατήσει το πόδι μας στο νησί; Καμία. Αρκούν οι εντυπώσεις. Να βγαίνει η εικόνα μιας δήθεν πολυτελούς διαβίωσης. Αρκεί να εξασφαλιστεί μια φωτογραφία που να μπορεί να αξιοποιηθεί για να οικοδομηθεί ένας μύθος».