Οι αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας αλλά και η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων βρέθηκαν στην ατζέντα της συνάντησης που είχε σήμερα ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τον επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), Κλάους Ρέγκλινγκ.
Ειδικότερα στη συνάντησή τους νωρίτερα στο Μέγαρο Μαξίμου ο πρωθυπουργός και ο επικεφαλής του ESM εξέτασαν τις αναπτυξιακές προοπτικές με έμφαση στην αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς και τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων με σκοπό τη μείωση της ανεργίας και την τόνωση των επενδύσεων.
«Ανάγκη βελτίωσης της ποιότητας των θεσμών και του επιχειρηματικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα»
Η προοπτική για την ανάπτυξη σε διεθνές επίπεδο φέτος, είναι δυσοίωνη, υπογράμμισε η διευθύντρια Ευρώπης του Economist Intelligence Unit Τζόαν Χόι, σε παρέμβασή της στο συνέδριο του Economist.
Σύμφωνα με προβλέψεις, το παγκόσμιο ΑΕΠ θα συρρικνωθεί φέτος κατά 5,2% και δεν θα ανακάμψει στα προ κρίσης επίπεδα πριν από το 2022, και στην Ευρώπη πριν από το 2023. Εκτίμησε την πορεία του ΑΕΠ στην Ελλάδα φέτος στο -8,5% με -8,7% και επεσήμανε ότι η ύφεση θα είναι διψήφια σε χώρες όπως η Ινδία ή η Τουρκία, καθώς και σε χώρες του ευρωπαϊκού Νότου.
Στους παράγοντες που επιδρούν ή μπορούν να επιδράσουν αρνητικά, περιέλαβε τις γεωπολιτικές εντάσεις, καθώς και μια πιθανή ανάκαμψη της πανδημίας τον χειμώνα. Στις θετικές παραμέτρους ανέφερε την πιθανότητα να υπάρξει εμβόλιο για τον ιό νωρίς, καθώς και το γεγονός ότι η κρίση ενθαρρύνει ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις, για παράδειγμα στον τομέα της τεχνολογίας.
Μιλώντας στο συνέδριο ο Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής του ESM, επισήμανε ότι η ελληνική κυβέρνηση κατάφερε να περιορίσει τις επιπτώσεις της πανδημίας, και σε αυτό τη βοήθησε και η ευελιξία των δημοσιονομικών κανόνων της Ευρωζώνης.
Επισήμανε ότι η πανδημία επέφερε μια επιπλέον και απροσδόκητη πίεση στον ελληνικό λαό, στην οικονομία και στα δημόσια οικονομικά της χώρας. Επισήμανε πως η ελληνική οικονομία επηρεάζεται ιδιαίτερα από την πανδημία, λόγω του διογκωμένου τομέα των υπηρεσιών, ιδίως του τουρισμού, αλλά και του μεγάλου αριθμού μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
Ανέφερε επίσης, πως πρέπει να δοθούν κίνητρα για εγχώριες και ξένες επενδύσεις, αλλά και να γίνουν περισσότερες δημόσιες επενδύσεις. Είπε επίσης, ότι “αναγνωρίζουμε τα βήματα της κυβέρνησης για την περαιτέρω βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και για την άρση των διαρθρωτικών εμποδίων για την εκτέλεση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδυσεων.
Χαιρετίζουμε επίσης την αναπτυξιακή στρατηγική που παρουσιάζεται στην έκθεση Πισσαρίδη, η οποία προτείνει παρεμβάσεις για μία πιο ανοικτή οικονομία, που θα συμβάλει στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα”.
Ο κ. Ρέγκλινγκ ανέφερε επίσης, ότι για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών και για να αυξηθεί η οικονομική ευημερία των Ελλήνων πολιτών, είναι ζωτικής σημασίας να τεθεί η οικονομία σε μια πιο υψηλή μακροπρόθεσμα πορεία ανάπτυξης, διατηρώντας παράλληλα μια συνετή δημοσιονομική θέση.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να επικεντρωθούν σε πρωτοβουλίες φιλικές προς την ανάπτυξη, με ιδιαίτερη έμφαση στη βελτίωση της ποιότητας των θεσμών και του επιχειρηματικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα.
Αυτές οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει κυρίως να στοχεύουν στην ενίσχυση του μακροπρόθεσμου δυναμικού της χώρας, αντί να εστιάζουν στα βραχυπρόθεσμα οφέλη, είπε.
Η Σαμίνα Σίνγκ, εκτελεστική αντιπρόεδρος για θέματα βιωσιμότητας της Mastercard, ανέφερε ότι η πανδημία μας έχει οδηγήσει να κάνουμε πράγματα που δεν θα κάναμε διαφορετικά κι αυτό αφορά κυρίως το πεδίο της καινοτομίας. Έδωσε δε, έμφαση στον ρόλο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων για την ανάκαμψη, με όχημα την τεχνολογία και τα νέα προϊόντα.
Ο Τουόμας Σααρενχέιμο, πρόεδρος του EuroWorking Group, ανέφερε ότι για την αποτελεσματική διαχείριση της κρίσης, η Ευρωζώνη χρειάζεται σοφή χρήση της υποστήριξης του δημόσιου τομέα στην οικονομία, αξιόπιστη στρατηγική μείωσης του χρέους και ενοποιημένη χρηματοπιστωτική αγορά.
«Κλειδί» σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τον κ. Σααρανχέιμο, θα είναι η βιωσιμότητα των δημοσιονομικών ως παράγοντας υψηλής προτεραιότητας, προκειμένου να διασφαλιστεί η εμπιστοσύνη πολιτών και επενδυτών στην ανάκαμψη.
Ο ίδιος προέκρινε μεταξύ άλλων, την ανάπτυξη της τραπεζικής ένωσης αλλά και της ένωσης κεφαλαιαγορών.
Ο Ντεκλάν Κοστέλο, αναπλ. γενικός διευθυντής, ΓΔ Οικονομικών και Χρηματοδοτικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ανέφερε ότι «το κλειδί για την Ελλάδα είναι η υλοποίηση», μιλώντας για την ανάγκη μεταρρυθμίσεων με στόχο ένα μοντέλο πιο φιλικό στις εξαγωγές και φόρους πιο φιλικούς στην εργασία.
Το στοίχημα για τα ευρωπαϊκά κράτη μέσα από την αξιοποίηση του ευρωπαϊκού ταμείου ανάκαμψης, είναι να προχωρήσουν ταυτόχρονα στις σωστές μεταρρυθμίσεις και στις σωστές επενδύσεις, ανέφερε ο κ. Κοστέλο, σημειώνοντας ότι τα χρήματα αναμένεται να κατανεμηθούν στη διάρκεια του 2021 και 2022.
Ο Γιώργος Παγουλάτος, γενικός διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ και καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ανέφερε ότι η κρίση βρίσκει την Ευρώπη ευάλωτη και σε φάση κατακερματισμού, καθώς οι χώρες έβγαιναν ήδη από μια κρίση, και οι επιχειρήσεις είχαν επωμιστεί υψηλά χρέη. Σημείωσε ωστόσο, ότι σε αυτήν την κρίση το μίγμα πολιτικών στην Ευρώπη κρίνεται πιο επιτυχημένο, με την ΕΚΤ να επωμίζεται το μεγαλύτερο βάρος.
Ο κ. Παγουλάτος ανέφερε ότι η Ευρώπη θα βγει από αυτήν την κρίση με ένα σημαντικό, αλλά «καλό» χρέος, που θα αφορά επενδύσεις φιλικές στο περιβάλλον, καθώς και ενίσχυση των δεξιοτήτων. Πρόσθεσε δε, ότι χρειάζεται ταχύτητα για τη δημιουργία δημοσιονομικού χώρου, ώστε να επιτευχθεί μόνιμη μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών.
Ο Πάολο Φιορέτι, επικεφαλής του ESM για την Ελλάδα, μίλησε για την πρόοδο της Ελλάδας κατά τη δεκαετία προσαρμογής, όπου διαχειρίστηκε το χρέος, ενίσχυσε την ανταγωνιστικότητά της και έφτασε στην κανονικότητα, ενώ χάρη σε σε αυτή την πρόοδο βρέθηκε μπροστά στην πανδημία από πιο γερά θεμέλια.
Ως αποτέλεσμα, αντίθετα με το παρελθόν που είχε χάσει την αξιοπιστία της, απολαμβάνει ζήτηση από επενδυτές και αποδοχή από τις αγορές. Σύμφωνα με τον κ. Φιορέτι, η Ελλάδα μπήκε στην κρίση με σημαντικά ταμειακά αποθέματα, πρωτογενές πλεόνασμα και ικανότητα βραχυπρόθεσμα αλλά και μακροπρόθεσμα να στηρίξει το χρέος της, ενώ η κυβέρνηση έλαβε γρήγορα αποτελεσματικά μέτρα για τη διαχείριση της πανδημίας.
Αναφερόμενος ο κ. Φιορέτι στον τραπεζικό τομέα και στο θέμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, σημείωσε ότι πρέπει να διορθωθούν οι αδυναμίες, ώστε οι τράπεζες να είναι σε θέση να στηρίξουν την οικονομία.
Πρότεινε δε, τη θέσπιση νέου τρόπου επίλυσης του προβλήματος που θα προκύψει από τη συνεργασία κυβέρνησης και τραπεζών για την αντιμετώπιση της δεύτερης γενιάς κόκκινων δανείων.
Όσο για τις επενδύσεις, τόνισε ότι πρέπει να ξετυλιχτεί όλο το δυναμικό του ιδιωτικού τομέα, διότι είναι σημαντικό η Ελλάδα να χρησιμοποιήσει, όσο καλύτερα μπορεί, τα ευρωπαϊκά κονδύλια.
Η Τζούλια Λεντβάι, επικεφαλής της αποστολής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ελλάδα, ανέφερθηκε στο γεγονός ότι η Ελλάδα επέστρεψε με επιτυχία στις αγορές, τόσο για βραχυχρόνιας, όσο και για μακροχρόνιας διάρκειας εκδόσεις ομολόγων, ενώ η χώρα έχει καταφέρει να περιορίσει τις χρηματοδοτικές της ανάγκες για τα επόμενα χρόνια.
Επομένως, όπως σημείωσε, δημιουργείται μια καλή βάση για συζήτηση αναφορικά με τις μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις.