Στον καθοριστικό ρόλο που έπαιξε η Ελλάδα ως προεδρεύουσα τότε της Ευρωπαϊκής Ένωσης -το πρώτο εξάμηνο του 1994- στην επιτυχή ολοκλήρωση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Αυστρίας με την ΕΕ, αναφέρεται ο Έλληνας πρώην υπουργός Εξωτερικών, Θεόδωρος Πάγκαλος, σε σημερινή συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα «Ντι Πρέσε» με την ευκαιρία της συμπλήρωσης, φέτος, 20 χρόνων.
Ο Θεόδωρος Πάγκαλος, ως αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών τότε και επικεφαλής διαπραγματευτής της προεδρεύουσας χώρας, είχε διεκπεραιώσει την τελευταία φάση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Αυστρίας, η οποία, αναγνωρίζοντας τη σημαντική συμβολή του, τού είχε απονείμει μερικούς μήνες αργότερα ανώτατη τιμητική διάκριση.
Όπως αναφέρει ο πρώην υπουργός Εξωτερικών, έπειτα από δύο γύρους διεύρυνσης της τότε Ευρωπαϊκής Κοινότητας προς τον Νότο, προβλεπόταν η ένταξη των αναπτυγμένων χωρών, Σουηδίας, Φινλανδίας και Αυστρίας, για την οποία ενδιαφέρονταν κυρίως οι βιομηχανικές χώρες, όπως η Γερμανία, που είχαν σημαντικές εξαγωγές ιδιαίτερα προς τη Σκανδιναβία.
Η Ελλάδα, όπως παρατηρεί, δεν είχε κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη διεύρυνση προς το Βορρά, ενδιαφερόταν όμως για την ένταξη της Αυστρίας, που ήταν πλησιέστερα, είχαν στενές σχέσεις μεταξύ τους και υπήρχαν στη χώρα αυστριακές επενδύσεις.
Υπενθυμίζει, στη συνέχεια, ότι η Ελλάδα διαδέχθηκε στην κοινοτική προεδρία τη Γερμανία, που είχε κλείσει πολλά κεφάλαια των διαπραγματεύσεων, οι οποίες όμως δεν είχαν ακόμη ολοκληρωθεί όταν άρχισε η ελληνική προεδρία, από την οποία, όπως λέει, οι κοινοτικοί εταίροι -όπως και από τις τέσσερις ελληνικές προεδρίες στις οποίες ο ίδιος συμμετείχε- δεν ανέμεναν και πολλά, εξαιτίας, μεταξύ άλλων, και κάποιων προκαταλήψεων.
Ο κ. Πάγκαλος, απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις, περιγράφει στη συνέντευξη τις τελευταίες 36 ώρες των διαπραγματεύσεων, κατά τις οποίες η αυστριακή αντιπροσωπεία περνούσε δραματικές στιγμές, υπήρχε πολλή ένταση, ενώ τον πρώην υπουργό προσπάθησε να διαβάλει ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας (Αλέν Ζουπέ), η οποία θα διαδεχόταν την Ελλάδα στην κοινοτική προεδρία και οι Γάλλοι φάνηκαν πως ήθελαν να οδηγήσουν τις διαπραγματεύσεις σε αποτυχία.
Αναφέρεται κατόπιν στην εξεύρεση τελικά λύσης στα θέματα «τράνζιτ» και «γεωργίας» και στις συγκινητικές σκηνές που υπήρξαν, ειδικότερα με τον τότε αυστριακό υπουργό Εξωτερικών Αλόις Μοκ, κατά την εκ νέου συνάντησή του με την αυστριακή αντιπροσωπεία, στην οποία ο κ. Πάγκαλος εξήρε το σημαντικό ρόλο της Αυστρίας στην Ευρώπη που πλέον θα ολοκληρωνόταν την ένταξη της χώρας στην Κοινότητα.
Ο ίδιος επισημαίνει πως μετά την επιτυχή ολοκλήρωση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τις τρεις χώρες, οι Αυστριακοί ήταν οι μόνοι που εξέφρασαν την ευγνωμοσύνη τους και πως ο Αλόις Μοκ ξεκίνησε τη διαδικασία για να τιμήσει η Αυστριακή Δημοκρατία τον Θεόδωρο Πάγκαλο με την ανώτατη διάκριση.
Ο έλληνας πρώην υπουργός Εξωτερικών τονίζει στη συνέντευξή του στην “Ντι Πρέσε” τις καλές ελληνοαυστριακές σχέσεις, την καλή πορεία του τουρισμού και σημειώνει πως αυστριακές επενδύσεις θα βοηθούσαν πολύ την Ελλάδα, ενώ παρατηρεί ότι το γεγονός πως η Αυστρία δεν είναι μεγάλη χώρα -σε αντίθεση με τη Γερμανία- καθιστά δυνατές τις ομαλές σχέσεις.
Ο ίδιος πάντως θεωρεί, όπως σημειώνει, ότι αδικούνται οι Γερμανοί όταν οι Έλληνες ισχυρίζονται πως αυτοί είναι το πρόβλημα, ενώ, σύμφωνα με τον κ. Πάγκαλο, το πρόβλημα το έχουν οι Έλληνες, οι οποίοι, κατά την άποψή του, το προκάλεσαν.
Συμπληρώνει τέλος ότι η Αριστερά (στην Ελλάδα) λέει πως οι Γερμανοί πλουτίζουν σε βάρος της Ελλάδας, δανειζόμενοι με 3% και ζητώντας κατόπιν επιτόκιο 4,5%, ωστόσο το ερώτημα είναι, όπως παρατηρεί, με τι επιτόκιο θα μπορούσε να δανειστεί η Ελλάδα στις διεθνείς χρηματαγορές.