«Η προστασία των ασυνόδευτων ανηλίκων απαιτεί συνεργασία και αλληλεγγύη», επεσήμανε σε μήνυμα που απηύθυνε στο βρετανικό κοινοβούλιο σήμερα το πρωί ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών και πρόεδρος της επιτροπής υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, στο πλαίσιο της εκδήλωσης με θέμα «Προστασία ασυνόδευτων ανηλίκων: δυνατότητα μετεγκαταστάσεων και αποτροπή εμπορίας ανθρώπων».
Ο αναπληρωτής υπουργός, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων χαρακτήρισε το ζήτημα των ασυνόδευτων ανήλικων προσφύγων και μεταναστών ως μία από τις πιο ευαίσθητες πτυχές της μετανάστευσης, την οποία η Ελληνική Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρώπης σκοπεύει να αναδείξει.
Όπως τόνισε χαρακτηριστικά, «ο σεβασμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδιαίτερα των ατόμων που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες και ακόμη περισσότερο των παιδιών, απαιτούν δράσεις σε πνεύμα συνεργασίας και αλληλεγγύης».
Ο κ. Βαρβιτσιώτης ανέφερε ότι «οι συνεχείς μεταναστευτικές ροές από την Τουρκία και η εργαλειοποίηση αυτών στην περιοχή του Έβρου τον προηγούμενο Φεβρουάριο και Μάρτιο, εκ μέρους της Τουρκίας, δεν αφήνουν περιθώρια για μια πλήρως αποτελεσματική μεταναστευτική πολιτική».
Πρόσθεσε πως η χώρα φιλοξενεί περισσότερους από 85.000 πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο, ενώ το ζήτημα των ασυνόδευτων ανηλίκων προσφύγων είναι μια από τις πιο ευαίσθητες πτυχές της μετανάστευσης. Ανέφερε δε, πως αυτή τη στιγμή, στην Ελλάδα έχουν καταγραφεί 4.898 ασυνόδευτοι ανήλικοι, 9% εκ των οποίων είναι κάτω των 14 ετών.
Στο πλαίσιο αυτό παρουσίασε αναλυτικά στους Βρετανούς βουλευτές την αντιμετώπιση που επιφυλάσσει η ελληνική πολιτεία στους ασυνόδευτους ανηλίκους και τις ειδικές πρόνοιες που έχουν ληφθεί για την προστασία τους, υπενθυμίζοντας την πρωτοβουλία του Έλληνα πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, με τίτλο «κανένα παιδί μόνο».
Τέλος, ο κ. Βαρβιτσιώτης υπογράμμισε τη σημασία της αλληλεγγύης, καθώς όπως ανέφερε, «η μετανάστευση είναι ένα ζήτημα που κανένα κράτος μέλος δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει μόνο του. Είναι μια μεγάλη πρόκληση και, ως εκ τούτου, χρειάζεται συλλογική και συνολική απάντηση».