Με αφορμή την εκδήλωση που διοργάνωσαν στις Βρυξέλλες το ίδρυμα Καραμανλή και το ίδρυμα Αντενάουερ με τον πολύ επίκαιρο τίτλο «Η αναγκαιότητα της Ευρώπης» το news.gr ιχνηλατεί την πορεία του μεγάλου Έλληνα ευρωπαϊστή 15 χρόνια μετά το θάνατό του και 10 χρόνια από τα εγκαίνια της ονομασίας της εσωτερικής «γέφυρας», που ενώνει τον τρίτο όροφο δύο κεντρικών κτιρίων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σε «πέρασμα Κωνσταντίνος Καραμανλής».
«Εμένα θα με αδικήσει η Ιστορία, γιατί δεν έκανα ούτε επαναστάσεις ούτε πολέμους», συνήθιζε να λέει ο Κ. Καραμανλής μάλλον για να τονίσει με τον δικό του ιδιότυπο τρόπο ότι στόχος του ήταν να γίνει ο αναμορφωτής της ειρήνης σε μια χώρα που «έβγαινε» από μια κατοχή κι έναν εμφύλιο.
Το περίφημο «ανήκουμε στη Δύση» ήταν η πεμπτουσία της πολιτικής και των στόχων του Κ. Καραμανλή και το όραμα του ταυτίστηκε με εκείνο των μεγάλων Ευρωπαίων ηγετών για μια μεγάλη ενωμένη και με κοινωνικό πρόσωπο Ευρώπη.
Όποια κι ήταν ή είναι η κριτική για το έργο και τις επιλογές του Κ. Καραμανλή όλοι, ακόμα και οι επικριτές του αναγνωρίζουν και τιμούν την μεγάλη «φιλοδοξία» του για μια Ελλάδα σύγχρονη και Ευρωπαϊκή σε μια Ενωμένη Ευρώπη. Όραμα και φιλοδοξία που ξαναβιώνει τώρα στις δύσκολες στιγμές και για την Ευρώπη και για την Ελλάδα.
Όπως χαρακτηριστικά είπε στην εκρηκτική ομιλία του ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς στην εκδήλωση μνήμης για τον Κ. Καραμανλή που διοργάνωσε στις Βρυξέλλες το Ίδρυμα Καραμανλή και τo ίδρυμα Αντενάουερ «Συναντιόμαστε για να θυμηθούμε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ως έναν μεγάλο ηγέτη σε μια στιγμή που η Ευρώπη ζει μια πολύ δύσκολη στιγμή. Όμως το να θυμόμαστε τέτοιες προσωπικότητες, δεν σημαίνει μόνο το να ακούμε ομιλίες και να πίνουμε σαμπάνια.
Αυτό είναι ωραίο, αλλά σε μια τέτοια κατάσταση δεν είναι αρκετό. Δεν θα υπερασπιστούμε την παρακαταθήκη προσώπων όπως ο Καραμανλής, ο Αντενάουερ και ο Μιτεράν, αν όλες οι δημοκρατικές δυνάμεις δεν ενωθούν για να υπερασπιστούν την Ευρώπη».
Κωνσταντίνος Καραμανλής: η πορεία
Πολλοί είναι εκείνοι που μιλούν για «Τον Καραμανλή πριν και μετά την δικτατορία» αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο Καραμανλής της μεταδικτατορικής φάσης ήταν μια «νέα» προσωπικότητα χωρίς της αγκυλώσεις της ταραγμένης δεκαετίας του 50 και του 60. Όπως κι αν έχει ο Κ. Καραμανλής είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα πολιτικού που μπορούσε να διαβλέπει να προσαρμόζεται να προχωρά μπροστά και την τακτική και την στρατηγική αλλά και την ιδεολογία του σε μια χώρα με αγκυλώσεις κοινωνικές και ιδεολογικές.
Σημεία σταθμός στην πορεία του Κ. Καραμανλή η ομαλή επάνοδος της δημοκρατίας μετά την επταετή δικτατορία, η νομιμοποίηση του ΚΚΕ και η κατάργηση των νησιών εξορίας, οι πρώτες αποκρατικοποιήσεις και -το κυριότερο ίσως όλων-, η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, που θα άλλαζε καθοριστικά το σύγχρονο πρόσωπο της χώρας.
Τόσο που ακόμα και οι επικριτές του χαμήλωσαν τόνους όταν μιλούσαν για την προδικτατορική οκταετία Καραμανλή για την «ισοπέδωση των αστικών κέντρων με την ανεξέλεγκτη αντιπαροχή», τη λεηλασία των ασφαλιστικών ταμείων (μέσω της μετατροπής των αποθεματικών τους σε δάνεια προς ιδιώτες επενδυτές), τη διαβόητη «αναστολή πάσης διώξεως Γερμανών υπηκόων φερομένων ως εγκληματιών πολέμου» (ΝΔ 4016/59), αλλά και τα οικονομικά σκάνδαλα εκείνης της εποχής.
«Η πολιτική δεν είναι παρά πόλεμος ψυχολογικός, που δεν τον κερδίζει παρά εκείνος ο οποίος εμπνέει πεποίθηση και αν θέλεις και φόβο», έγραφε το 1965 στον διάδοχό του Παναγιώτη Πιπινέλη, φράση που λειτουργεί στον νου των πολέμιών του ως δείγμα του άκρατου αυταρχισμού του. Ο ίδιος ο Καραμανλής θα απαντούσε ενδεχομένως με την πασίγνωστη φράση του: «Δεν υπάρχει τίποτε δυσκολότερο από το να κυβερνήσεις τους Έλληνες. Και αυτό, γιατί όλοι νομίζουν ότι είναι ικανοί για όλα».
Ποιος ήταν λοιπόν πραγματικά ο κορυφαίος ηγέτης της μεταπολιτευτικής Ελλάδας;
Πρώτα χρόνια
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής γεννιέται στις 8 Μαρτίου 1907 στην Πρώτη Σερρών, που περιλαμβανόταν τότε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο πατέρας του ήταν δημοδιδάσκαλος και καλλιεργητής, με τον μικρό Κωνσταντίνο να τελειώνει το σχολείο στις Σέρρες και κατόπιν στην Αθήνα, απ’ όπου πήρε αργότερα και το πτυχίο του στα νομικά το 1929.
Αφού υπηρέτησε τη μειωμένη στρατιωτική του θητεία ως προστάτης πολύτεκνης οικογένειας το 1930, επιστρέφει στις Σέρρες όπου ασκεί τη δικηγορία, μέχρι να εκλεγεί για πρώτη φορά βουλευτής το 1935 (στις τάξεις του αντιβενιζελικού Λαϊκού Κόμματος). Επανεξελέγη βουλευτής και το 1936, στην τελευταία δημοκρατική αναμέτρηση πριν από το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Στα αιματοβαμμένα γεγονότα του Β’ Παγκοσμίου δεν πήρε μέρος, καθώς κρίθηκε ανίκανος λόγω της βαρηκοΐας του. Ασχολήθηκε λοιπόν αποκλειστικά με τη δικηγορία, μέχρι να επανέλθει στην ενεργό πολιτική το 1946, όταν και εξελέγη πρώτος σε ψήφους βουλευτής του Λαϊκού Κόμματος…
Πρώτη κυβερνητική θητεία
Τον Καραμανλή θα τον μάθει το έθνος ολόκληρο από τη θητεία του ως υπουργό Δημοσίων Έργων στην κυβέρνηση Παπάγου (1952-1955). Δυναμικός και αποφασιστικός, θα αφήσει σπουδαία έργα υποδομής που: εγγειοβελτιωτικά έργα, οδικές αρτηρίες, ενεργειακές μονάδες, έργα ύδρευσης κ.λ.π.
Η απήχηση του έργου του στην κοινή γνώμη ήταν το καθοριστικό σημείο για την ανάδειξή του στην πρωθυπουργία, μετά τον θάνατο του Παπάγου. Ιδρύει νέο κόμμα, την ΕΡΕ (Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση), και κερδίζει τις εκλογές του 1956, αλλά και τις αντίστοιχες αναμετρήσεις του 1958 και του 1961, γεγονός που θα του επιτρέψει να διατηρήσει αδιάλειπτα την εξουσία για μία οκταετία (1955-1963), επίτευγμα-ρεκόρ για την τότε πολιτική ιστορία της χώρας.
Στην οκταετία που κυβέρνησε τη χώρα επιδόθηκε με ζήλο στην ταχύρρυθμη οικονομική ανάπτυξη της χώρας, που μαστιζόταν από τις ζοφερές συνέπειες του εμφύλιου πολέμου: η σταθερή αύξηση του εθνικού εισοδήματος (μέσος ετήσιος ρυθμός 6,25%), η άνοδος του κατά κεφαλήν εισοδήματος, η ραγδαία αύξηση των επενδύσεων και η μείωση της ανεργίας στο 4,5% παραμένουν τα θετικά ορόσημα της διακυβέρνησης Καραμανλή στο οικονομικό επίπεδο.
Τα θετικά πρόσημα της ελληνικής οικονομίας θα του επιτρέψουν να στραφεί προοδευτικά στην ενίσχυση της παιδείας, του πολιτισμού και του αθλητισμού (θεσμοθετώντας το ΠΡΟ-ΠΟ – 1959). Στην κοινωνική πολιτική, θέσπισε μέτρα προνοιακού χαρακτήρα, με κορυφαίο ίσως τη σύσταση του ΟΓΑ (1961).
Οι εμφυλιοπολεμικές αγκυλώσεις ωστόσο επιβράδυναν καθοριστικά την ταχύτητα της εκσυγχρονιστικής προσπάθειας: «Φαίνεται, κύριοι συνάδελφοι, ότι στην Ελλάδα θα πρέπει να φοβούμεθα τις επιτυχίες και όχι τις συμφορές, γιατί οι συμφορές ενώνουν, ενώ οι επιτυχίες, με τον φθόνο που προκαλούν, διχάζουν», θα πει ο «εθνάρχης» για το μετεμφυλιακό κλίμα.
Και βέβαια σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, το κορυφαίο γεγονός είναι η ασίγαστη προσπάθειά του για την πρόσδεση της Ελλάδας στο άρμα της ΕΟΚ. Κι έτσι, έπειτα από επίπονες διαπραγματεύσεις που θα κρατούσαν δύο ολόκληρα χρόνια, η Ελλάδα θα γίνει δεκτή στην αρχική ομάδα των έξι στις 9 Ιουλίου 1961.
Η ρήξη του Καραμανλή με το Παλάτι θα διακόψει απρόοπτα την πρώτη αυτή κυβερνητική θητεία του, με τον ίδιο να παραιτείται αιφνιδίως τον Ιούνιο του 1963. Γνωρίζοντας ότι το παρακράτος στην Ελλάδα εκείνης της εποχής έχει βαθιές κι επικίνδυνες ρίζες δεν θα διστάσει να το πει δημοσίως αντιδρώντας στην δολοφονία Λαμπράκη με την ιστορική πλέον φράση. «Ποιός κυβερνά επιτέλους αυτόν τον τόπο» Χάνοντας τις εκλογές του 1963 (από την Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου), ο Καραμανλής παραιτείται από την ηγεσία της ΕΡΕ και φεύγει μυστικά για το Παρίσι, όπου θα παραμείνει για 11 χρόνια, μέχρι τη Μεταπολίτευση.
Το 1952 θα παντρευτεί την Αμαλία Μεγαπάνου, με τον γάμο να παίρνει ωστόσο τέλος στα χρόνια της χούντας…
Ο Καραμανλής της Μεταπολίτευσης
Το ημερολόγιο έγραφε 24 Ιουλίου 1974 όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επιστρέφει θριαμβευτικά στην Ελλάδα, μετά την παταγώδη κατάρρευση της δικτατορίας. Τίθεται επικεφαλής της κυβέρνησης εθνικής ενότητας και κατορθώνει -όχι χωρίς επικρίσεις- να αποκαταστήσει τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος στην Ελλάδα.
Αφού αντικατέστησε τη χουντική ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων, νομιμοποιεί τη λειτουργία του εδώ και 26 ετών παράνομου ΚΚΕ, προχωρώντας ταυτοχρόνως στην αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, ως αντίδραση φυσικά στην άρνηση της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας να αντιταχθεί στην προέλαση των Τούρκων στην Κύπρο.
Κι έτσι, στις πρώτες δημοκρατικές εκλογές του 1974 ο Καραμανλής επικρατεί άνετα, όπως και στις επόμενες του 1977, γεγονός που θα του επιτρέψει να παραμείνει αδιάλειπτα στην εξουσία για μια εξαετία, ως επικεφαλής πλέον του νεοσύστατου σχηματισμού της Νέας Δημοκρατίας. Και βέβαια το δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου του 1974 θα λύσει οριστικά το πολιτειακό ζήτημα, με την αβασίλευτη δημοκρατία να εγκαθίσταται οριστικά στο έθνος, όπως και η ψήφιση του νέου (και προοδευτικού) Συντάγματος του 1975, που θα θωρακίσει περαιτέρω το δημοκρατικό πολίτευμα.
Στα επιτεύγματα της εξαετίας αυτής προσμετρώνται το ήπιο πολιτικό κλίμα που εισήγαγε, η προώθηση της κοινοβουλευτικής πρακτικής αλλά και η κατοχύρωση των ατομικών ελευθεριών. Ταυτοχρόνως, ο Καραμανλής έδωσε και τέλος στο ακανθώδες γλωσσικό ζήτημα, με τη Δημοτική να καθιερώνεται ως επίσημη γλώσσα του κράτους.
Στη δεύτερη αυτή διακυβέρνηση Καραμανλή (1974-1980), και παρά το δυσχερές παγκόσμιο οικονομικό κλίμα, το εθνικό εισόδημα αυξανόταν με ρυθμό 5% ετησίως, ενώ το κατά κεφαλήν εισόδημα σημείωσε αύξηση 50%! Ο «εθνάρχης» εθνικοποίησε μεγάλες επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα (Ολυμπιακή, Εμπορική), προώθησε περαιτέρω την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, αλλά έκανε ταυτοχρόνως και διπλωματικά ανοίγματα προς τις γειτονικές κομμουνιστικές χώρες, ακόμα και τη Μόσχα. «Έξω πάμε καλά», θα δηλώσει επιστρέφοντας από ταξίδι του στο εξωτερικό.
Το 1980, μετά την υπογραφή της συνθήκης προσχώρησης της Ελλάδας στην ΕΟΚ («ανήκομεν εις την Δύσιν», θα πει ιστορικά στα τέλη της δεκαετίας του ’70, προσπαθώντας να πείσει τους Έλληνες για την ΕΟΚ), ο Κωνσταντίνος Καραμανλής εγκαταλείπει οριστικά την ενεργό πολιτική. Εκλέγεται στις 5 Μαΐου της ίδιας χρονιάς πρόεδρος της Δημοκρατίας, θέση που υπηρετεί μέχρι το 1985, όταν ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου δεν προτείνει τον Καραμανλή για δεύτερη θητεία.
Ο ίδιος θα επανέλθει στο ύπατο αξίωμα της χώρας την πενταετία 1990-1995, οπότε και αποχωρεί από τη δημόσια ζωή του τόπου, συμπληρώνοντας 60 χρόνια στον πολιτικό στίβο: 40 σχεδόν χρόνια ως υπουργός και βουλευτής, 14 ως πρωθυπουργός και 10 ως πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας!
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έφυγε από τη ζωή στις 23 Απριλίου 1998, σε ηλικία 91 ετών…
Οι σταθμοί της καραμανλικής διακυβέρνησης
Στις τόσες δεκαετίες που πρωτοστάτησε στην πολιτική σκακιέρα του τόπου, επόμενο ήταν ο «εθνάρχης» να έρθει αντιμέτωπος με τις κορυφαίες προκλήσεις που σφράγισαν το ιστορικό γίγνεσθαι της Ελλάδας. Ο ίδιος αναγνώριζε 4 τέτοιους σταθμούς στην καριέρα του.
«Πρώτον, η έξοδος της χώρας μας από την αιώνια φτώχεια. Όταν ανέλαβα πρωθυπουργός το 1955, το κατά κεφαλήν εισόδημα του Έλληνα ήταν 305 δολάρια και το 1980 έφθασε τα 4.300. Και η Ελλάς, από φτωχότερη χώρα της Βαλκανικής έγινε η πλουσιότερη της Ανατολικής Ευρώπης, με εξαίρεση μόνο την Ανατολική Γερμανία. Δεύτερον, η ανεξαρτησία της Κύπρου, η οποία ανέκτησε ύστερα από δουλεία αιώνων την ελευθερία της. Θα μπορούσε στη διαδρομή του χρόνου να ενωθεί με την Ελλάδα, αν είχαμε υπομονή, ρεαλισμό και θάρρος και δεν είχαμε κάνει τα γνωστά σφάλματα. Τρίτον, η αναίμακτη αποκατάσταση της Δημοκρατίας το 1974, όταν η Ελλάς κινδύνευε να εμπλακεί σε εμφύλιο σπαραγμό και σε πόλεμο με την Τουρκία. Και, στη συνέχεια, η θεμελίωση της Δημοκρατίας πάνω σε υγιείς θεσμούς. Τέταρτον, η ένταξη της Ελλάδας στην EOK, που ενίσχυσε τη μόνιμα απειλούμενη εθνική μας ανεξαρτησία, κατοχύρωσε το δημοκρατικό μας πολίτευμα και μας άνοιξε καινούργιους ορίζοντες για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της χώρας μας».
Η πρώτη οκταετία στην οποία κράτησε το τιμόνι της χώρας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «οκταετία της δημιουργίας», με τον ίδιο να θέτει κεντρικό στόχο της πολιτικής του τη σύνδεση της χώρας με το όραμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Θεωρούσε ότι η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας θα διασφαλιζόταν με τη διασύνδεση του τόπου με τις λοιπές ευρωπαϊκές δυνάμεις, αναγνωρίζοντας περαιτέρω και την πολιτική σημασία της ΕΟΚ, που θα μπορούσε να εγγυηθεί το μέλλον της Ελλάδας.
Και βέβαια κεντρικά επιτεύγματα της ίδιας περιόδου ήταν η ραγδαία εκβιομηχάνιση της Ελλάδας και η ενίσχυση των υποδομών της, έργα στα οποία αφιερώθηκε ολόψυχα. Μεγάλο βήμα ήταν η δημιουργία της ΔΕΗ, με τον Καραμανλή να κρατικοποιεί τις 300 περίπου ιδιωτικές εταιρίες ηλεκτροδότησης και να καθορίζει ενιαίο τιμολόγιο ρεύματος σε όλη την επικράτεια.
Ο ηλεκτρισμός θα γίνει έτσι μοχλός ανάπτυξης, συγκεντρώνοντας πλήθος επενδυτικών δραστηριοτήτων, την ίδια στιγμή που τα μεγάλα κατασκευαστικά έργα θα αλλάξουν το ελλαδικό τοπίο, ιδιαίτερα η ανακατασκευή του άρτιου -για την εποχή τουλάχιστον- οδικού δικτύου. Η ταχύτατη εκβιομηχάνιση παρέμεινε κεντρική καραμανλική επιδίωξη καθ’ όλη τη διάρκεια της οκταετίας, παρά το γεγονός ότι η αστυφιλία και η ραγδαία συγκέντρωση του αγροτικού πληθυσμού στην πρωτεύουσα και τα μεγάλα αστικά κέντρα δεν έγιναν πάντα με καλοσχεδιασμένες κινήσεις (βλέπε αντιπαροχές που αλλοίωσαν το νεοκλασικό πρόσωπο της Αθήνας). Παρά ταύτα, οι βιομηχανικές περιοχές μεγάλων αστικών κέντρων (όπως της Θεσσαλονίκης, της Kαβάλας, του Bόλου, της Πάτρα και του Hρακλείου) δημιουργούνται την εποχή αυτή.
Επιπλέον, η επίλυση του ακανθώδους Κυπριακού Ζητήματος, μέσω του σχεδίου Μακ Μίλαν, έδωσε προσωρινή λύση, παρά την τραγική κατάληξη του πλάνου. Οι προβλέψεις για επταετή συνεταιρισμό Αθήνας και Άγκυρας στη διοίκηση της Μεγαλονήσου (μέσω διορισμού κυβερνητικών αντιπροσώπων) σε συνδυασμό με την εισαγωγή «μέγιστης δυνατής κοινοτικής αυτονομίας», αλλά και την ταυτόχρονη πλήρη απουσία ενοποιητικών θεσμών (όπως η ενιαία Βουλή, λόγου χάρη) εγκαινίασαν μια πορεία της οποίας η φυσική απόληξη θα ήταν η διχοτόμηση του νησιού.
Για το ίδιο γεγονός, στον Καραμανλή πιστώνεται η λύση του Κυπριακού αλλά και η σφοδρή κριτική του για την αποδοχή της Τουρκίας ως «διαιτητή» στα τεκταινόμενα της χώρας. Πολιτικά συγχαρητήρια και ταυτόχρονες κριτικές δέχεται ο Καραμανλής και για τις Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου, που θα οδηγούσαν στον τερματισμό του ένοπλου αγώνα στη Μεγαλόνησο και τη δημιουργία ανεξάρτητου κυπριακού κράτους.
Η σύγκρουση του Καραμανλή με τα Ανάκτορα, η αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, αλλά και η σταθερή προσκόλλησή του στην ευρωπαϊκή επιλογή αναγνωρίζονται πλέον ως τα σημεία-σήματα κατατεθέν της πολιτικής του καριέρας, χωρίς να λείπουν φυσικά οι επικρίσεις. Άλλωστε όπως ο ίδιος έλεγε «Στον τόπο μας, έχουμε τη συνήθεια να συζητούμε πολύ, για να μην παίρνουμε αποφάσεις που συνεπάγονται ευθύνες», και θα κατέληγε ίσως με την άλλη περιώνυμη φράση του: «Όλοι οι Έλληνες ζητούν, κανείς δεν θέλει να δώσει»…
Πηγή: news.gr