Στην ομιλία του στη ΚΕ του ΚΙΝΑΛ ο Γιώργος Παπανδρέου κατηγόρησε τόσο το κυβερνών κόμμα όσο και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης για εγκατάλειψη της συμφωνίας του Ελσίνκι.

Ταυτόχρονα ο Γιώργος Παπανδρέου χαιρέτισε το άρθρο, στην εφημερίδα «Τα Νέα», του πρώην πρωθυπουργού, Κώστα Σημίτη, λέγοντας ότι «ο κ. Σημίτης επιβεβαιώνει αυτή την ιστορική αλήθεια» και τόνισε: «Ήμασταν σε μια συγκυρία -ίσως την πιο προσοδοφόρα- για να δώσουμε λύσεις και στο Κυπριακό και στο ζήτημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας».

«Ως κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, δηλαδή, καταφέραμε μια δύσκολη συμφωνία στο Ελσίνκι. Αποτελεί κομβικό κείμενο της ΕΕ που προασπίζεται ακριβώς το διεθνές δίκαιο, τον σεβασμό στα κυριαρχικά δικαιώματα κάθε κράτους μέλους, καθώς και στην καλή γειτονία και ειρηνική επίλυση διαφορών.

Διαμορφώσαμε ένα νέο πλαίσιο -ευρωπαϊκό- για τη γειτονιά μας, αλλά και την προοπτική επίλυσης ζητημάτων, όπως του Κυπριακού, της υφαλοκρηπίδας, μέσα στο πλαίσιό αυτών των αρχών.

Είναι αυτή η απόφαση που άνοιξε το δρόμο και για την ένταξη της Κύπρου. Κάτι που μέχρι τότε οι εταίροι αρνούντο αν δεν είχε πρώτα λυθεί το Κυπριακό.

Δηλαδή, έδιναν ένα ουσιαστικό βέτο στην Τουρκία, να εμποδίσει και τη λύση και την ένταξη. Αλλά τα καταφέραμε, όταν κανείς δεν το πίστευε»,υπογράμμισε ο κ. Παπανδρέου.

«Δεν υπήρξε -και είναι με πικρία που το λέω- το ενδιαφέρον από ελληνικής πλευράς όσο θα έπρεπε, και τα τελευταία πέντε χρόνια δεν αισθανθήκαμε αυτό που επιβαλλόταν να υπήρχε σαν πολιτική. Πότε ακούσαμε τα τελευταία πέντε χρόνια οτιδήποτε που να αφορά το Κυπριακό;», είπε ο πρώην πρωθυπουργός.

Για το μείζον ζήτημα της διευθέτησης της υφαλοκρηπίδας ο πρώην πρωθυπουργός, υποστήριξε ότι «…θεωρήσαμε ότι λίγες εβδομάδες προ των εκλογών [2004] θα ήταν πατριωτικά λάθος να προχωρήσουμε. Γιατί θα γινόταν αντικείμενο εκλογικής αντιπαράθεσης και θα έσβηνε η ευκαιρία.

Μετά τις εκλογές συναντήθηκα με τον τότε πρωθυπουργό, τον κ Καραμανλή. Τον διαβεβαίωσα ότι θα τον στηρίξω ως αντιπολίτευση αν συνεχίσει και καταφέρει να κλείσει το θέμα.

Η απάντηση στην πράξη ήταν, η αδιαφορία. Δυστυχώς, επικράτησε ή αδιαφορία, η φοβικότητα και η προσμέτρηση φωνών, που δεν μπορούν να κατανοήσουν ότι, η διπλωματία μπορεί να φέρει θετικά αποτελέσματα όταν εσύ έχεις το πάνω χέρι και τον πρώτο λόγο, ούτε και μπορούν να κατανοήσουν ότι, η απώλεια χρόνου λειτουργεί σε βάρος του δικαίου».

Ο Γιώργος Παπανδρέου πρόσθεσε ότι «με τους γείτονες (σ.σ την Τουρκία) είμαστε οι πρώτοι που επιζητούμε διάλογο. Όμως διάλογος, δεν σημαίνει εκπτώσεις σε αυτές τις αρχές».

Ο πρώην πρωθυπουργός σημείωσε ότι το συμφέρον της Ελλάδας είναι η σταθερότητα, η ειρήνη, η καλή γειτονία, οι οποίες αποτελούν και τον ακρογωνιαίο λίθο της ΕΕ. «Οι αρχές αυτές τονίζουν ότι η σταθερότητα και η ειρήνη, εξασφαλίζονται με τον σεβασμό των συνόρων και των κυριαρχικών δικαιωμάτων κάθε κράτους.

Αυτές οι αρχές είναι αδιαμφισβήτητες για εμάς» είπε, ενώ συμπλήρωσε: «Για το λόγο αυτό και οι διπλωματικές μας αρχές, όπως και η αμυντική μας πολιτική, ταυτίζονται και προασπίζουν τις αρχές αυτές. Δεν είμαστε εμείς οι επιτιθέμενοι, αλλά η προάσπιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, η προάσπιση των συνόρων μας και της εδαφικής ακεραιότητας μας, είναι ζωτικής σημασίας ζητήματα για εμάς. Και αποτελούν κόκκινες γραμμές. Κόκκινες γραμμές, που θα πρέπει, αν παραβιαστούν από την γείτονα χώρα, να έχουν και την αρμόζουσα διπλωματική αλλά και αμυντική απάντηση κι εθνική ομοψυχία».

Απευθυνόμενος στη σημερινή κυβέρνηση την προέτρεψε να απευθύνεται προς την Τουρκία, με καθαρό και ειλικρινή τρόπο.

«Δεν έχει το δικαίωμα να κάνει μονομερείς ενέργειες, να εκβιάζει υπό την απειλή βίας, να παραβιάζει κυριαρχικά δικαιώματα γειτονικών χωρών, όπως έχει κάνει με την Κύπρο, ή να καταπατά δικαιώματα γειτόνων, όπως της Ελλάδας με τη Συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης».

Ο Γιώργος Παπανδρέου υποστήριξε ότι «χρειάζεται να χαράξουμε μια ολοκληρωμένη στρατηγική για τα επόμενα χρόνια, σε ό,τι αφορά την Ανατολική Μεσόγειο, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα νέα δεδομένα. Θα έλεγα μια νέα στρατηγική για τη Μεσόγειο, για τα κράτη της Μεσογείου με την αρωγή και της ΕΕ. Χρειάζεται και ένας νέος οδικός χάρτης για την πορεία της Τουρκίας στις σχέσεις της με την ΕΕ. Και σε αυτό να πρωτοστατήσουμε.

Παράλληλα, πρέπει να είμαστε σε ετοιμότητα, ώστε να αξιοποιούμε κάθε δυνατότητα διπλωματικής πρωτοβουλίας, σε διμερές ή πολυμερές επίπεδο, που εξυπηρετεί αυτή τη στρατηγική. Ο φόβος και ο εφησυχασμός, η ατολμία και οι τακτικισμοί, δεν συμβάλουν σε μια αποτελεσματική διπλωματία, ούτε υπηρετούν τα συμφέροντα της χώρας».