Το μήνυμα ότι αποτελεί χρέος να τιμάμε εκείνους που, όταν οι άλλοι ορθώνουν τοίχους, αυτοί χτίζουν γέφυρες, έστειλε ο δήμαρχος Αθηναίων Κώστας Μπακογιάννης στην διάρκεια εκδήλωσης, παρουσία του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τούσκ, απονέμοντας μετά θάνατον το «Βραβείο Δημοκρατίας της πόλης των Αθηνών» στον δολοφονηθέντα δήμαρχο του Γκντάνσκ της Πολωνίας, Πάβουελ Αντάμοβιτς.
Το βραβείο παρέλαβαν τα παιδιά και η σύζυγος του δολοφονημένου δημάρχου Μαγκνταλένα Αντάμοβιτς, ευρωβουλευτής και ενεργό μέλος της διεθνούς πρωτοβουλίας «Imagine Τhere is No Hate».
Ο Πάβουελ Αντάμοβιτς εξελέγη έξη φορές στο Δημαρχιακό θώκο του Γκντάνσκ. Εργάστηκε με αφοσίωση και έμπνευση για την εγκαθίδρυση της φιλελεύθερης δημοκρατίας στην Πολωνία, πολέμησε τον αυταρχισμό και με τη στάση και το έργο του υποστήριξε ενεργά τα δικαιώματα των μεταναστών, προσφύγων και ΛΟΑΤΚΙ.
Στις 13 Ιανουαρίου 2019, ο Αντάμοβιτς μαχαιρώθηκε επί σκηνής κατά τη διάρκεια φιλανθρωπικής εκδήλωσης στο από έναν πρώην κρατούμενο, ο οποίος είχε απελευθερωθεί από τη φυλακή ένα μήνα πριν από τη δολοφονία. Υπέκυψε στα τραύματά του την επόμενη μέρα, σε ηλικία 53 ετών.
«Σήμερα, ο Δήμος της Αθήνας, τιμά μία προσωπικότητα που πριν από αυτό το βραβείο είχε παραλάβει πολλά σημαντικότερα, εν ζωή. Το πλέον κορυφαίο από αυτά, του το απένειμε η ίδια Δημοκρατία Την οποία με τόσο πάθος υπηρέτησε. Του το απένειμε μέσω του λαού που τον επέλεγε επανειλημμένως ως εκπρόσωπό του. Ξανά και ξανά. Από το 1990 μέχρι και την δολοφονία του. Το παραλάμβανε κάθε φορά που οι συμπολίτες του, του έδιναν δύναμη με τη εμπιστοσύνη τους για να μεταμορφώσει την πόλη που αγαπούσε» υπογράμμισε μεταξύ άλλων ο Κώστας Μπακογιάννης.
Το πλήρες κείμενο της ομιλίας του Δημάρχου Αθηναίων, Κώστα Μπακογιάννη, στην εκδήλωση που διοργανώθηκε στη Ρωμαϊκή Αγορά στο πλαίσιο του Athens Democracy Forum
«Η Δημοκρατία δεν είναι κάτι θεωρητικό και αφηρημένο. Δεν είναι άψυχη, ούτε απρόσωπη. Αντιθέτως έχει ψυχή και αντικατοπτρίζεται σε πρόσωπα. Τα πρόσωπα των δεκάδων, εκατοντάδων, χιλιάδων, εκατομμυρίων που έχουν αγωνιστεί, πονέσει, ματώσει για να μπορούμε σήμερα – όχι όλοι αλλά εμείς οι πιο τυχεροί του πλανήτη που ζούμε σε δημοκρατικές χώρες – να την θεωρούμε ακόμα και δεδομένη. Κυρίως, τα πρόσωπα όλων εκείνων, γνωστών αλλά και άγνωστων, που έκαναν την υπέρτατη θυσία, έδωσαν την ίδια τους τη ζωή, για να ποτίσουν το δέντρο της ελευθερίας και της ισότητας.
Σήμερα, ο Δήμος της Αθήνας, τιμά μία προσωπικότητα που πριν από αυτό το βραβείο είχε παραλάβει πολλά σημαντικότερα, εν ζωή. Το πλέον κορυφαίο από αυτά, του το απένειμε η ίδια η Δημοκρατία Την οποία με τόσο πάθος υπηρέτησε. Του το απένειμε μέσω του λαού που τον επέλεγε επανειλημμένως ως εκπρόσωπό του. Ξανά και ξανά. Από το 1990 μέχρι και την δολοφονία του. Το παραλάμβανε κάθε φορά που οι συμπολίτες του, του έδιναν δύναμη με τη εμπιστοσύνη τους για να μεταμορφώσει την πόλη που αγαπούσε.
Ο Δήμος Αθηναίων απονέμει το «Βραβείο Δημοκρατίας της Πόλης της Αθήνας» στον Πάβουελ Αντάμοβιτς. Τον Δήμαρχο του Γκντάνσκ που δολοφονήθηκε τον περασμένο Ιανουάριο. Τον Πάβουελ Αντάμοβιτς δεν τον βραβεύουμε γιατί θυμόμαστε την αποτρόπαιη δολοφονία του αλλά επειδή δεν ξεχνάμε την ζωή του. Αποδίδουμε τιμή στη μνήμη του. Αλλά και στους αγώνες, τα πιστεύω τα ιδεώδη και τα ιδανικά του. Στις πράξεις και το έργο του. Και έχουμε χρέος να τιμούμε εκείνους που μας δείχνουν έναν άλλο δρόμο. Διαφορετικό.
Εκείνους που όχι μόνο αποστρέφονται, αλλά συνειδητά, επίμονα, επίπονα, πολεμούν τη μισαλλοδοξία, τον φανατισμό, το μίσος. Εκείνους που ξέρουν, γιατί πάντα ξέρουν, πως σημασία έχει να χτίζεις, γιατί το να γκρεμίζεις είναι εύκολο. Εκείνους που όταν οι άλλοι ορθώνουν τοίχους, χτίζουν γέφυρες. Και ας θέλει χρόνο, και ας θέλει κόπο. Είναι εύκολο να σταματήσουμε τη συζήτηση εδώ. Να αποδώσουμε την πρέπουσα τιμή, να προσποιηθούμε πως τακτοποιήσαμε τους λογαριασμούς μας με τις συνειδήσεις μας και να πάμε όλοι στα σπίτια μας.
Προαπαιτούμενη για την κάθαρση όμως, με την αρχαιοελληνική της έννοια, είναι η αυτοκριτική. Στην Πολωνία, στην Μεγάλη Βρετανία, που θρήνησε τη Τζο Κόξ, σε όλη την Ευρώπη. Ναι, και στην Ελλάδα.
Η δολοφονία του Πάβουελ Αντάμοβιτς δεν έγινε στο κενό. Τίποτα δεν γίνεται στο κενό. Όλα έχουν ένα υπόβαθρο. Το χέρι του δολοφόνου το όπλισαν όλοι εκείνοι που τρέφουν τη πόλωση και τρέφονται από την τοξικότητα. Το χέρι του δολοφόνου το όπλισαν όλοι εκείνοι που επιδίωξαν τη διχόνοια και καλλιέργησαν τον διχασμό. Χωρίς αναστολές, χωρίς όρια. Θυσιάζοντας τα πάντα στον βωμό του πρόσκαιρου πολιτικού εντυπωσιασμού. Ο Αντάμοβιτς είχε δολοφονηθεί πολλές φορές πριν από τον θάνατό του.
Αμφισβήτησαν τον πατριωτισμό του, λέγοντας πως εξυπηρετούσε ξένα συμφέροντα. Ακόμα και ένα δημόσιό πιστοποιητικό θανάτου του είχαν βγάλει οι πολιτικοί του αντίπαλοι. Και η φιλανθρωπική γιορτή, αφιερωμένη σε παιδιά, στην οποία άφησε την τελευταία του πνοή, είχε συνδεθεί – τι ντροπή – με τη δήθεν «χαλάρωση των ηθών» στην πόλη του. Η αλήθεια όμως, όπως και η ζωή, δεν είναι ασπρόμαυρη. Και δεν υπάρχουν καλοί και κακοί. Υπάρχει ο καλύτερος και ο χειρότερος εαυτός όλων μας.
Το ζητούμενο λοιπόν δεν είναι να αποκτήσουν οι καλοί την πλειοψηφία. Είναι να βγάλουμε, όλοι μας, τον καλύτερο μας εαυτό. Αυτό ονομάζεται πολιτικός πολιτισμός. Πολιτικό ήθος. Και το ήθος της πολιτικής γίνεται προοπτικά το ήθος της κοινωνίας. Άλλωστε, επειδή διαφωνούμε δεν σημαίνει πως δεν μπορούμε να συνυπάρχουμε».