Το πρόγραμμα της ΝΔ είναι αντικοινωνικό και «θα προκαλέσει κοινωνική, πολιτική και οικονομική αποσταθεροποίηση» τόνισε ο υποψήφιος βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, στο Νότιο Τομέα Αθηνών και υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, Νίκος Παππάς, σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό Kontra.
Όπως είπε, «γι΄ αυτό ο κ. Μητσοτάκης φοβάται να πάει στο ντιμπέιτ με τον Τσίπρα και πρόσθεσε ότι «αν φοβάται να πάει στο ντιμπέιτ με τον Τσίπρα, θα ήταν καλό να στείλει τον Τόμσεν στη θέση του. Γιατί ο Τόμσεν ορισμένα πράγματα τα λέει και πιο ήπια από τον ίδιο (σσ τον Κ. Μητσοτάκη). Δηλαδή, ο Τόμσεν έχει καταλάβει ότι η χώρα μας θα πορευτεί με το 1 προς 1 στο Δημόσιο».
Ο Ν. Παππάς ανέφερε ότι «χρειαζόμαστε περισσότερους γιατρούς (…) για να απολαύσουν τις υπηρεσίες τους οι πολίτες. Χρειαζόμαστε πολλούς δασκάλους για να μην έχουν πολλά παιδιά οι αίθουσες στα σχολεία μας. Χρειαζόμαστε περισσότερους πυροσβέστες για να έχουμε άρτια προστασία στο ενδεχόμενο πυρκαγιάς».
Μιλώντας για την οικονομία, είπε ότι η χώρα έχει μπει σε τροχιά σταθεροποίησης και ανάκαμψης και η κυβέρνηση έχει πάρει σοβαρά μέτρα για την στήριξη της μεσαίας τάξης η οποία διαλύθηκε μέχρι το 2014.
Αναφέρθηκε στις φοροελαφρύνσεις, τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, την προοπτική της μείωσης της εισφοράς αλληλεγγύης και τη μείωση της προκαταβολής φόρου, που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός, ενώ πρόσθεσε ότι παρ΄ότι η ανεργία έπεσε από το 27% στο 18%, περίπου, παραμένει ένα πολύ υψηλό ποσοστό που σημαίνει ότι ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας εξακολούθησε να υφίσταται πιέσεις που υφίστατο και πριν την διακυβέρνηση από τον ΣΥΡΙΖΑ.
«Τα διλήμματα της κάλπης είναι αμείλικτα αυτή τη φορά. Ή θα πάμε πίσω σε πολιτικές Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ή θα συνεχίσουμε στο δρόμο της δίκαιης ανάπτυξης» τόνισε ο υπουργός και υπογράμμισε ότι η αναλογία 1 προς 5 στο Δημόσιο, η 7ήμερη εργασία, η κατάργηση «εν μία νυκτί» των επικουρικών συντάξεων, είναι μέτρα που στο θεμέλιό τους έχουν τη λογική του ΔΝΤ.
«Αυτά ασπάζονται, αυτοί είναι. Είναι οι ίδιοι που μας χρεοκόπησαν, είναι οι ίδιοι που έφεραν την οικονομία μας σε σημείο κατάρρευσης (…) και επιθυμούν να επαναλάβουν την ίδια συνταγή» σημείωσε, συμπληρώνοντας ότι «ο κ. Μητσοτάκης στρώνει πολύ μεθοδικά το χαλί για να δικαιολογήσει τις επιλογές του».
Αναφερόμενος δε στον κεντρικό τραπεζίτη, είπε ότι «ο κ. Στουρνάρας εντάσσει εαυτόν σε ένα πολιτικό σχέδιο που έχει στόχο την εκ των υστέρων δικαίωση της πιο αποτυχημένης οικονομικής πολιτικής που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα» και τον αποκάλεσε τον «χειρότερο υπουργό Οικονομικών», όπως και τον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας, τον «χειρότερο υπουργό Διοικητικής Ανασυγκρότησης».
Η Ελλάδα έχει ισχυρά ερείσματα και πολιτική και διπλωματική αξιοπιστία
Σε ό, τι αφορά τη στάση της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας, είπε ότι η χώρα μας «έχει οικοδομήσει συμμαχίες» και «πολύ ισχυρά ερείσματα», ενώ διαθέτει διπλωματική και πολιτική αξιοπιστία και εκτόπισμα, αλλά και αποτρεπτική ικανότητα σε επίπεδο ενόπλων δυνάμεων.
Επίσης, χαρακτήρισε ως «πολύ κομβικό κομμάτι του παζλ της εξωτερικής πολιτικής» τη λύση του προβλήματος με τη Βόρεια Μακεδονία, καθώς οι βόρειοι γείτονές μας είναι κοντά μας, έχουμε τον έλεγχο του FIR της χώρας και μειώνεται η τουρκική επιρροή στα Βαλκάνια.
Αναφερόμενος στις κυβερνητικές κινήσεις, είπε ότι η σύγκληση του ΚΥΣΕΑ ήταν επιβεβλημένη και όσοι άσκησαν κριτική «είχαν ήδη προβεί σε κριτική του τύπου ότι η κυβέρνηση αδρανεί ενώπιον της τουρκικής προκλητικότητας».
Πρόσθεσε ότι ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Κατρούγκαλος θα ενημερώσει τους πολιτικούς αρχηγούς και τόνισε ότι «οποιοσδήποτε πολιτικός αρχηγός θελήσει να έχει κατ΄ ιδίαν ενημέρωση από τον πρωθυπουργό, μπορεί να την έχει».
Για τις επερχόμενες εκλογές, ανέφερε ότι «είναι ένα ανοικτό πολιτικό παιχνίδι» και πρόσθεσε ότι «εμείς έχουμε βάλει το στόχο της πρωτιάς».
Σχολιάζοντας τα όσα διατυπώνονται περί συμμετοχής στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ, του ‘Αρη Σπηλιωτόπουλου, στο πλαίσιο της συγκρότησης του προοδευτικού μετώπου, ο Νίκος Παππάς είπε ότι είναι «άλλο η ιστορική αναγκαιότητα να οικοδομήσουμε ένα κόμμα αντάξιο του ιστορικού καθήκοντος (…) της οργάνωσης και εκπροσώπησης της αριστερής προοδευτικής παράταξης και άλλο να ανιχνεύουμε δυνατότητες συμπόρευσης με κάποια στελέχη που έχουν πορευτεί στο κέντρο και στην κεντροδεξιά (..) και αντιλαμβάνονται ότι η εφαρμογή ενός ακραίου νεοφιλελεύθερου προγράμματος δεν είναι η ενδεδειγμένη».