Ενόχληση προκάλεσαν στο ΠΑΣΟΚ διάφορα σχόλια που ακούστηκαν σχετικά με την περιβόητη «λίστα Λαγκάρντ» και τα ερωτήματα που διατυπώνονται σχετικά με τον χειρισμό της υπόθεσης από τον πρόεδρο του Κινήματος Ευάγγελο Βενιζέλο. Πηγές της Ιπποκράτους χαρακτήριζαν «κραυγαλέα υποκριτικές» τις αντιδράσεις που υπήρξαν.
Πρωτίστως, η ενόχληση αφορά στο κλίμα που έγινε προσπάθεια να δημιουργηθεί, με βάση τον ισχυρισμό ότι το υλικό χάθηκε. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, ο ισχυρισμός αυτός προβλήθηκε από κάποιους που ενοχλήθηκαν διότι τελικά αυτή η θεωρία δεν επικράτησε λόγω των χειρισμών του κ. Βενιζέλου.
Καταγγέλλονται και οι υπαινιγμοί του ΣΥΡΙΖΑ , οι οποίοι χαρακτηρίζονται «πολιτική χυδαιότητα», καθώς στην Κουμουνδούρου υπαινίσσονται ότι τα στοιχεία της «λίστας» μπορεί να έχουν χρησιμοποιηθεί και μάλιστα προεκλογικά για άσκηση πιέσεων ή εκβιασμών.
Σχετικά εξάλλου με τα προσδοκώμενα (αυθαίρετα) μεγάλα φορολογικά έσοδα από τη συγκεκριμένη «λίστα», οι πηγές της Ιπποκράτους τόνιζαν ότι προτεραιότητα των ελεγκτικών αρχών ήταν η διεξαγωγή ελέγχων με βάση καταστάσεις όσων απέσυραν φορολογικά και γενικότερα νομικά αδικαιολόγητες καταθέσεις από τις ελληνικές τράπεζες από το 2009 και μετά.
Τα ποσά αυτά ξεπερνούν τα 70 δισ. ευρώ και μπορούν να αποφέρουν πραγματικά σημαντικά φορολογικά έσοδα, χωρίς να υπάρχει καμία νομική εμπλοκή ή ένσταση, λόγω της άρσης του τραπεζικού απορρήτου που νομοθέτησε ο κ. Βενιζέλος. Τα 70 αυτά δισ. ευρώ καταθέσεων ως αντικείμενο ελέγχου είναι απείρως σημαντικότερο από τα ποσά που αθροίζονται στη λεγόμενη λίστα.
Σχετικά με τον χειρισμό του θέματος από τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, από τις ίδιες πηγές της Ιπποκράτους, όπως αναφέρει το ΑΠΕ, επισημαίνεται:
Μόλις ο κ. Βενιζέλος διαπίστωσε μετά την επιστροφή του από τις Βρυξέλλες ότι και ο σημερινός επικεφαλής του ΣΔΟΕ και ο σημερινός επικεφαλής της ΕΥΠ δήλωσαν ότι δεν έχουν στη διάθεσή τους το υλικό αυτό, θεώρησε θεσμική υποχρέωσή του να στείλει αμέσως στον πρωθυπουργό όποιο υλικό του είχε παραδώσει ατύπως ο κ. Διώτης.
Για τον κ. Βενιζέλο ήταν αυτονόητο ότι το υλικό αυτό, είναι πηγή πληροφοριών για κάθε διωκτική αρχή που έχει και χρησιμοποιεί κάθε είδους πληροφορίες, ακόμα και ανώνυμες ή έμμεσες, στο πλαίσιο πάντα βέβαια της νομιμότητας.
Το υλικό που είχε στα χέρια του ο κ. Βενιζέλος είναι αυτό που του παρέδωσε ο κ. Διώτης. Κανείς δεν μπορούσε να υποθέσει ότι αυτό δεν είχε διατηρηθεί στο ΣΔΟΕ με την έννοια της πηγής αξιοποίησης πληροφοριών.
Σε όσους θέτουν το δήθεν ερώτημα γιατί ο κ. Βενιζέλος δεν παρέδωσε το υλικό που είχε παραλάβει ατύπως από τον κ. Διώτη όταν αποχώρησε από το υπουργείο Οικονομικών, η απάντηση είναι:
Όταν ο κ. Βενιζέλος αποχώρησε από το ΥΠΟΙΚ, τον Μάρτιο του 2012, άφησε στη θέση του ως επικεφαλής του ΣΔΟΕ τον κ. Διώτη που είχε στη διάθεσή του το κρίσιμο υλικό. Υπηρεσία αρμόδια για τον σκοπό αυτό είναι το ΣΔΟΕ που προφανώς ενημερώνει τον εκάστοτε υπουργό.
Το υλικό που είχε παραδώσει ατύπως ο κ. Διώτης δεν αποτελούσε αντικείμενο επεξεργασίας, ούτε μπορούσε να χρησιμοποιηθεί κατ’ οποιονδήποτε τρόπο από τον εκάστοτε υπουργό. Ούτε είχε εισαχθεί επισήμως στο γραφείο του υπουργού, ως υπηρεσιακή μονάδα.
Πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή των διαπραγματεύσεων με την Ελβετία για μία ολοκληρωμένη διακρατική σύμβαση που θα επέτρεπε την πλήρη φορολόγηση όλων των ελληνικών καταθέσεων στην Ελβετία.
Είναι γνωστό ότι η Ελβετία καταγγέλλει τις χώρες που χρησιμοποιούν στοιχεία υποκλοπής για τις καταθέσεις στις τράπεζές της και δεν συνάπτει διακρατικές συμβάσεις μαζί τους. Στα δε σχέδια διακρατικών συμβάσεων που συνάπτει η Ελβετία, επιμένει να περιληφθεί και να γίνει δεκτή από τη συμβαλλόμενη χώρα ρήτρα μη χρήσης προϊόντος υποκλοπής.
Σε όσους θέτουν το δήθεν ερώτημα, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, γιατί ο κ. Βενιζέλος έσπευσε να συμφωνήσει με την άποψη του κ. Διώτη πως δεν είναι δυνατή η νόμιμη επεξεργασία και χρήση του υλικού παρότι υπάρχουν και άλλες νομικές απόψεις, η απάντηση είναι:
Το ελληνικό Σύνταγμα είναι απολύτως σαφές σε σχέση με την απαγόρευση χρήσης αποδεικτικών μέσων που έχουν αποκτηθεί παράνομα (άρθρο 19 παρ. 3) και σε σχέση με την προστασία των προσωπικών δεδομένων (άρθρο 9Α) επί της οποίας εποπτεύει και η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων.
Στόχος, άλλωστε, ήταν η ουσιαστική αξιοποίηση πληροφοριών και όχι το άνοιγμα μιας αδιέξοδης νομικής συζήτησης για το πώς αποκτήθηκε και πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί νόμιμα το υλικό αυτό. Και να μην παρεμποδίσει τη διαπραγμάτευση Ελλάδας-Ελβετίας.
Παρότι κάθε έννομη τάξη έχει τα δικά της χαρακτηριστικά, αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο τα ιταλικά, όσο και τα γαλλικά δικαστήρια απαγόρευσαν στις φορολογικές αρχές των χωρών τους τη χρήση της λεγόμενης λίστας Φαλτσιάνι με ονόματα καταθετών των χωρών αυτών.