«Μετά από πάρα πολλά χρόνια είναι η πρώτη φορά που έχω εντονότατο προβληματισμό για την ένταση που έχουν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις», δήλωσε η τομεάρχης Οικονομίας και Ανάπτυξης της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Α’ Αθηνών, Ντόρα Μπακογιάννη, στον ραδιοφωνικό σταθμό «Πρακτορείο 104,9 FM» «Με κορύφωση την προκλητικότητα της Τουρκίας στο Αιγαίο -και στη θάλασσα και στον αέρα- έχω κι έναν μεγάλο προβληματισμό για τη μεταβολή ενός μεθοριακού επεισοδίου σε θέμα ανάμεσα στις δύο χώρες -όταν δύο αξιωματικοί του ελληνικού στρατού βρίσκονται σε φυλακές υψίστης ασφαλείας εδώ και 19 μέρες- αλλά και ένα προβληματισμό για τον όλον χειρισμό του σκοπιανού θέματος, το οποίο δεν το βλέπω να εξελίσσεται καθόλου καλά» επισήμανε η κ. Μπακογιάννη, εκτιμώντας ότι ενώ «τα μέτωπα είναι ανοιχτά, η κυβέρνηση παρουσιάζει αδυναμία διαχείρισης κρίσεων, γιατί για κρίση μιλάμε με την Τουρκία». «Μετά από μία καθυστέρηση που υπήρξε στο θέμα των δύο στρατιωτικών η κυβέρνηση προσπαθεί να ενεργοποιήσει και την ΕΕ και το ΝΑΤΟ και ορθώς το κάνει αυτό», παρατήρησε η βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, διερωτώμενη, ωστόσο, «γιατί φτάσαμε εκεί» και «εάν πραγματικά υπάρχει κάποιος άνθρωπος να πιστεύει ότι, όταν δύο θεσμικά αρμόδιοι υπουργοί (σ.σ. οι κ.κ. Κοτζιάς και Καμμένος) μιλούν διαφορετική γλώσσα και χρησιμοποιούν διαφορετική επιχειρηματολογία, αυτό είναι προς όφελος μίας διαπραγμάτευσης, η οποία αδιαμφισβήτητα στο γίνεται, στο παρασκήνιο». «Όταν ο ένας υπουργός θεωρεί το επεισόδιο μεθοριακό επεισόδιο, κατά την άποψή μου ορθώς και δεν πρέπει να του δοθούν άλλες διαστάσεις αν θέλουμε να πετύχουμε την απελευθέρωση γρήγορα, και ο άλλος θεωρεί το επεισόδιο ομηρία Ελλήνων στρατιωτικών, αυτό έχει διαφορετικό αποτέλεσμα, χρήζει διαφορετικής επιχειρηματολογίας και άρα στη διαπραγμάτευση τίθενται διαφορετικά θέματα. Χρειάζεται πολύ περισσότερη προσοχή όταν διαπραγματευόμαστε και όταν μιλάμε για τέτοιου είδους θέματα, γιατί δυστυχώς μετά τα αποτελέσματα είναι τα μηδενικά αποτελέσματα που έχουμε μέχρι στιγμής» εξήγησε η κ. Μπακογιάννη. Επισήμανε, δε, την ανάγκη η κυβέρνηση να επιδιώξει τη δημιουργία ενός ενιαίου εθνικού μετώπου, καθώς «η ΝΔ και τα άλλα κόμματα στηρίζουν τη χώρας τους, την πατρίδα τους με όλες τους τις δυνάμεις». Σε ό,τι αφορά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις της Τουρκίας στη Συρία, η τομεάρχης Οικονομίας και Ανάπτυξης της Νέας Δημοκρατίας ανέφερε χαρακτηριστικά: «Εν γένει η κατάσταση στην Τουρκία με ανησυχεί πολύ, είναι μία διαφορετική Τουρκία από αυτήν που είχαμε γνωρίσει πριν χρόνια. Αυτή τη στιγμή τα πράγματα είναι πιο σύνθετα, έχουμε μία σύμπραξη Ρωσίας, Ιράν και Τουρκίας στην περιοχή, το οποίο σημαίνει ότι αλλάζουν πάρα πολύ τα δεδομένα. Η επίθεση στο Αφρίν δεν έγινε χωρίς -τουλάχιστον- την ανοχή της Ρωσίας». Ερωτηθείσα, εξάλλου, σχετικά με την προοπτική μετεκλογικών συνεργασιών, στον απόηχο και της ολοκλήρωσης του ιδρυτικού συνεδρίου του Κινήματος Αλλαγής η τομεάρχης Οικονομίας και Ανάπτυξης της Νέας Δημοκρατίας διευκρίνισε: «Την επόμενη μέρα των εκλογών η ΝΔ έχει πει ότι και αυτοδύναμη να είναι θα επιδιώξει ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές συναινέσεις […] Αν συμφωνούμε ότι ο πήχης πρέπει να ανέβει ψηλά, αν συμφωνούμε ότι η πίτα πρέπει να μεγαλώσει, για να μπορέσει να υπάρξει ένα ουσιαστικό κοινωνικό δίχτυ και για τους αδύναμους, αν συμφωνούμε ότι για να έχουμε καλά πληρωμένες και αμειβόμενες θέσεις εργασίας χρειαζόμαστε επενδυτικό άλμα και όχι την κατάσταση την οποία βιώνουμε σήμερα, η ΝΔ θα αναζητήσει προς αυτή την κατεύθυνση τις ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές συμφωνίες. Χρειάζεται ισχυρή πολιτική μεταρρυθμιστική βούληση. Οι χώροι στους οποίους μοιραία θα απευθυνθεί η ΝΔ θα είναι οι χώροι της ευρωπαϊκής μεταρρυθμιστικής πολιτικής. Μέσα σε αυτούς εγώ εντάσσω κατά την προσωπική μου γνώμη και το Κίνημα Αλλαγής και τους εύχομαι καλή επιτυχία στην προσπάθειά τους».