Ο Σταύρος Θεοδωράκης εκτίμησε ότι δεν θα γίνουν σύντομα εκλογές, καθώς και ότι η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ είναι συμπαγής και δεν θα έχει διαφωνίες σε κρίσιμες ψηφοφορίες το επόμενο διάστημα, δεδομένου ότι είναι ισχυρές οι εξαρτήσεις που έχει δημιουργήσει.
Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό ΒΗΜΑ FM, ο κ. Θεοδωράκης ανέφερε ότι «οι 153 κυβερνητικοί βουλευτές έχουν γίνει μια γροθιά, ένα πιάνο, μια σαμπάνια, μια παρέα. Τους ενώνουν πολύ περισσότερα από το απλό βουλευτιλίκι, καθώς έχουν βάλει και τους φίλους ή συγγενείς τους στο Δημόσιο. Υπάρχει αυτήν τη στιγμή πολυεπίπεδη εξάρτηση και έτσι είναι αποφασισμένοι να το πάνε μέχρι τέλους. Ξέρουν ότι έχουν πει ψέματα, ότι έχουν ξεγελάσει την κοινωνία και ότι ο κρότος τους όταν θα πέσουν θα είναι πολύ μεγάλος και θέλουν να καθυστερήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο. Αυτοί που πίστεψαν στα ψέματα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν πάρα πολλοί και θα τους βρουν απέναντι τους όταν πάψουν να είναι βουλευτές. Αυτό συσπειρώνει τους 153 ακόμη περισσότερο και θα το πάνε μέχρι τέλους».
Ιδιαίτερο σχολιασμό έκανε ο επικεφαλής του Ποταμιού για τις εξελίξεις στον χώρο της Δικαιοσύνης, αφήνοντας αιχμές για τη γενικότερη στάση της προέδρου του Αρείου Πάγου, Βασιλικής Θάνου, αλλά και για το όριο συνταξιοδότησης των δικαστικών. «Η κυρία Θάνου δεν μπορεί να πραγματοποιεί πολιτικές παρεμβάσεις υπέρ της κυβέρνησης. Αυτό δεν είναι αρμοδιότητα ενός δικαστή. Η δικαιοσύνη είναι το καταφύγιο των φτωχών. Ο απλός κόσμος είναι εκείνος χρειάζεται την αστυνομία και τη δικαιοσύνη για να νιώσει ασφάλεια απέναντι σε όσους τον απειλούν, αλλά απέναντι και στον ισχυρότερο, ο οποίος μπορεί να είναι ακόμη και το κράτος. Αν το κράτος ελέγχει τη δικαιοσύνη ψαλιδίζει τις δυνατότητες του κόσμου να στραφεί στη δικαιοσύνη για να λύσει το πρόβλημα του», τόνισε ο κ. Θεοδωράκης.
Για την εκδήλωση που διοργανώνει το Ποτάμι με θέμα «Ποιος απειλεί τη δικαιοσύνη;», στην οποία συμμετέχουν σημαντικές προσωπικότητες του χώρου της δικαιοσύνης, σημείωσε ότι η δικαιοσύνη απειλείται διαχρονικά από εκείνους που θέλουν να δημιουργούν συστήματα επιρροής, ώστε να είναι αποδέκτες ευνοϊκών αποφάσεων. «Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε στην κυβέρνηση αποφάσισε να ακολουθήσει το παράδειγμα του παλιού πολιτικού συστήματος και εξαγόρασε ένα σύστημα του παρελθόντος. Βρήκε τον κ. Παπαγγελόπουλο, πρώην αρχηγό της ΕΥΠ, διαλέγοντας έναν ταγμένο άνθρωπο, έναν σκληρό δεξιό. Υπάρχει μια αγωνιά των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να δημιουργήσουν ευνοϊκές συνθήκες στη δικαιοσύνη», επεσήμανε.
Σε ό,τι αφορά το θέμα των τηλεοπτικών αδειών, ο Σταύρος Θεοδωράκης χαρακτήρισε την κυβέρνηση ως έναν συνδυασμό «ανικανότητας, κρατισμού και λαϊκισμού». «Όταν προσπαθείς να περάσεις νόμο αντίθετα σε όσα λέει το Σύνταγμα, τότε σίγουρα είσαι και ανίκανος. Υπάρχει απόλυτη παραβίαση λογικής και Συντάγματος όταν δίνεις τέσσερις τηλεοπτικές άδειες και είναι ξεκάθαρα απολυταρχικό να έχει τρία κρατικά και τέσσερα ιδιωτικά κανάλια, όταν για παράδειγμα στην Κύπρο έχουν επτά. Υπήρξαν προβλήματα στα ΜΜΕ κατά το παρελθόν. Υπήρξε διαπλοκή, υπήρξαν θαλασσοδάνεια, τα οποία πρέπει να σταματήσουν, αλλά εδώ οδηγούμαστε σε ένα πολύ χειρότερο σκηνικό διαπλοκής», είπε χαρακτηριστικά.
Όταν ρωτήθηκε τι είναι αυτό που δεν περίμενε και τον εξέπληξε περισσότερο στο ΣΥΡΙΖΑ, ο επικεφαλής του Ποταμιού απάντησε: «Δεν περίμενα το ψέμα πάνω στο ψέμα. Ήταν λογικό, με βάση τη λογική που τους διακρίνει, να πουν ψέματα για να εκλεγούν, αλλά με ξαφνιάζει το ότι μετά από ενάμιση χρόνο ο κ. Τσίπρας πάει στη ΔΕΘ και λέει “κάναμε όλα όσα σας υποσχεθήκαμε”. Δεν μπορεί να κοιτάς τον άλλον στα ματιά και να λες ψέματα. Είναι, όμως, πάγια τακτική του. Δεν απαντά στο δικό του αδίκημα και στο επιστρέφει ως δικό σου. Το έχει κάνει και στη Βουλή όσες φορές του επισημαίνουμε τα λάθη του και όσες φορές έχουν επιβεβαιωθεί οι προειδοποιήσεις μας».
Τέλος, απέκλεισε το ενδεχόμενο συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ, αφού τόνισε ότι ακολουθεί μία πολιτική του παρελθόντος. Για τη ΝΔ επανέλαβε ότι είναι συντηρητικό κόμμα και αυτό αποδεικνύεται και από την «αμηχανία» που τη διακρίνει σε πολλά ζητήματα που απασχολούν την κοινωνία και ζητούν απάντηση. Κατά την άποψη του κ. Θεοδωράκη, η χώρα χρειάζεται έναν ισχυρό τρίτο πόλο, ένα μεγάλο, πλατύ κίνημα λογικής, «ένα σκληρό μεταρρυθμιστικό κίνημα».