Κοινά σημεία, που αφορούν στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, την τεχνική εκπαίδευση και την εκπαίδευση στην προσχολική ηλικία, καθώς επίσης και στην διδασκαλία των θρησκευτικών, βρέθηκαν μεταξύ της ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας και της πρώην υπουργού Μαριέττας Γιαννάκου, κατά τη σημερινή συνεδρίαση στη Διαρκή Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων, στο πλαίσιο του εθνικού διαλόγου.
«Ενδιαφέρουσα» χαρακτήρισε τη συζήτηση, ο υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Νίκος Φίλης, ενώ η αναπληρώτρια υπουργός πρόσθεσε ότι ήταν «επ’ ωφελεία όλων». Στη συνεδρίαση, είχε προσκληθεί και ο Γεράσιμος Αρσένης, ο οποίος για προσωπικούς λόγους δεν παρέστη, καθώς επίσης και οι πρώην υπουργοί Άννα Διαμαντοπούλου και Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος, οι οποίοι έστειλαν υπομνήματα προς την επιτροπή.
Ειδικότερα, κατά τη συνεδρίαση, η κ. Γιαννάκου παραθέτοντας τις προτάσεις της για τη βελτίωση των συνθηκών της εκπαίδευσης και για το τι συνιστά ένα καλό δημόσιο σχολείο, αναφέρθηκε στη σημασία της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, καθώς επίσης στη διδασκαλία ξένων γλωσσών στο σχολείο, στην ανάγκη αντιμετώπισης της «παπαγαλίας», ιδιαίτερα στην γ’ λυκείου, με έμφαση, μεταξύ άλλων, στην κουλτούρα της βιβλιοθήκης και το διαδραστικό μάθημα. Ιδιαίτερη έμφαση, έδωσε επίσης η κ. Γιαννάκου στην τεχνική εκπαίδευση, λέγοντας ότι «πρέπει να γίνει πιο ελκυστική», με το να συνδεθεί με την οικονομία. «Το να αγνοήσουμε την αγορά, την οικονομία και την ανάπτυξη, είναι σαν να επενδύουμε να εκπαιδεύσουμε κάποιον και μετά να μην παίρνουμε κανένα όφελος από την επένδυση αυτή», επισήμανε.
Επίσης, η πρώην υπουργός δήλωσε «τελείως αρνητική» στο να ενταχθεί το λύκειο στην υποχρεωτική εκπαίδευση. «Σε καμία σοβαρή χώρα δε συμβαίνει αυτό», υπογράμμισε. Σχετικά με την τριτοβάθμια εκπαίδευση, η κ. Γιαννάκου επισήμανε τη σημασία της πειθαρχίας: «Η εισαγωγή στην ανώτατη εκπαίδευση πρέπει να γίνεται επιλεκτικά. Δεν πιστεύω στην ελεύθερη πρόσβαση. Ο Ενιαίος Χώρος ΑΕΙ και Έρευνας πρέπει να χαρακτηρίζεται από πειθαρχία και πρέπει να είναι επιλογή των μαθητών».
Εξάλλου, η κ. Γιαννάκου υπερασπίστηκε την ύπαρξη πειραματικών και προτύπων σχολείων στη δευτεροβάθμια, αλλά και την ύπαρξη των Συμβουλίων Ιδρυμάτων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Από τη μεριά του, ο κ. Φίλης συμφώνησε ότι πρέπει να καταστεί πιο ελκυστική η τεχνική εκπαίδευση, να γίνει ισότιμη με το γενικό λύκειο και προσέθεσε ότι «ίσως πρέπει να ξανασκεφτούμε την επαναφορά των πολυκλαδικών λυκείων». Επίσης, συμφώνησε με την πρώην υπουργό ότι πρέπει να δοθεί έμφαση και στην εκπαίδευση κατά την προσχολική ηλικία.
Εξάλλου, η αναπληρώτρια υπουργός Σία Αναγνωστοπούλου έθεσε στη συζήτηση το ζήτημα των διδάκτρων στα μεταπτυχιακά. Αφού αναφέρθηκε στην ανάγκη ύπαρξης πειθαρχίας στην έρευνα, αλλά και διατήρησης της ακαδημαϊκότητας των ΑΕΙ, τόνισε ότι με την επιβολή διδάκτρων στα μεταπτυχιακά, διακυβεύεται η βασική αρχή της ισότητας, όποιος θέλει, να κάνει μεταπτυχιακό.
Στο «κάδρο» της συζήτησης έβαλε, κατά την τοποθέτησή του, ο Νίκος Φίλης το μάθημα των θρησκευτικών, αλλά και της ιστορίας. Πιο συγκεκριμένα, ο κ. Φίλης τόνισε ότι είναι θέμα της Πολιτείας το πώς θα διδαχθούν τα θρησκευτικά. «Χρειάζεται συμφωνία με την Εκκλησία για τα θρησκευτικά και ελπίζουμε ότι θα σταθεί στο ύψος των περιστάσεων», είπε ο κ. Φίλης, σχολιάζοντας παράλληλα, ότι υφέρπει ένα αρνητικό κλίμα στους κόλπους της Ιεραρχίας.
Ακόμη, ο υπουργός συνεχάρη την κ. Γιαννάκου για την στάση που είχε κρατήσει σχετικά με το βιβλίο ιστορίας τής κ. Ρεπούση, γιατί, όπως ανέφερε ο υπουργός, «στο βιβλίο αυτό υπήρξε αντικειμενική εξιστόριση και κοινωνική προσέγγιση της Ιστορίας». Επίσης, ανέφερε ότι τα βιβλία της γλώσσας και της ιστορίας προσφέρονται για συμβολικού τύπου συγκρούσεις. «Κάποτε, όμως, πρέπει να πάμε και στην ουσία, πέρα από τα σύμβολα. Δεν υπάρχει μία αντικειμενική αλήθεια, υπάρχουν πολλές αλήθειες, αρκεί να είναι επιστημονικά τεκμηριωμένες», είπε.
Θέμα σκοπιμοτήτων πίσω από τις αντιδράσεις που είχαν εκφραστεί τότε, «είδε» από την πλευρά της η κ. Γιαννάκου, χαρακτηρίζοντας «γελοιότητες» τα όσα έγιναν την εποχή εκείνη, τη στιγμή που «κανείς (σ.σ. από όσους διαμαρτύρονταν) δεν είχε ανοίξει το βιβλίο να το διαβάσει». «Το θέμα του βιβλίου δημιουργήθηκε για κάποιο λόγο. Εγώ δεν ήμουν και δεν είμαι διατεθειμένη να παραβώ τους νόμους. Ο νόμος ήταν ρητός. Εάν οι συγγραφείς δέχονται να κάνουν διορθώσεις, το βιβλίο διορθώνεται. Αν δεν θέλουν, γίνεται διαγωνισμός για νέο βιβλίο. Το συγκεκριμένο βιβλίο, αν και διορθώθηκε, τελικά απεσύρθη για πολιτικούς λόγους. Εγώ, ως πολιτικό πρόσωπο δεν επρόκειτο ποτέ να αποσύρω βιβλίο επειδή διαμαρτυρήθηκαν απίστευτοι άνθρωποι για απίστευτους λόγους», είπε και προσέθεσε: «Τα βιβλία πρέπει πρώτον να έχουν πηγές, και δεύτερον πρέπει να κάνουν τους εκπαιδευτικούς να μελετούν, όχι να κάνει κανείς τον παπαγάλο».
Για το ζήτημα των θρησκευτικών, επισήμανε ότι το μάθημα θα πρέπει να διδάσκεται από τους θεολόγους, όπως και γίνεται και ότι η Εκκλησία δεν έχει αρμοδιότητα ούτε να διδάσκει το μάθημα, ούτε να γράφει τα βιβλία. «Εάν η Εκκλησία παρατηρήσει κάτι που διαφωνεί, μπορεί να γίνει διάλογος», είπε και προσέθεσε ότι «η Πολιτεία δεν υπάρχει λόγος να καταργήσει τα θρησκευτικά», συμβουλεύοντας, παράλληλα, την ηγεσία του υπουργείου να κρατήσει χαμηλούς τόνους.
Την αντίδραση της κ. Γιαννάκου προκάλεσε η αναφορά του υπουργού, κατά τη δευτερολογία του, για «πάρτι» κατά τα προηγούμενα χρόνια, με τα κοινοτικά κονδύλια, με αντιλήψεις κράτους πελατειακών σχέσεων στον χώρο της εκπαίδευσης, καθώς, όπως είπε. μέχρι την κρίση κατασπαταλήθηκαν πόροι και ξοδεύτηκαν 3 κοινοτικά πλαίσια στήριξης.
Η κ. Γιαννάκου πήρε το λόγο -κλείνοντας τη διαδικασία της συνεδρίασης- λέγοντας κατηγορηματικά ότι «δεν έγινε κανένα πάρτι». «Δεν θα βρείτε ούτε μια ανάθεση άνω των 15.000 ευρώ με υπογραφή δική μου ή των συνεργατών μου», τόνισε.