Η τελευταία τραγωδία με τους πρόσφυγες στα ανοιχτά της Λιβύης την προηγούμενη Τετάρτη ξανάφερε το ζήτημα της μετανάστευσης στο επίκεντρο της επικαιρότητας, ενώ η αποτελεσματική αντιμετώπισή του μοιάζει να βρίσκεται πολύ μακριά. Μία από τις ευρωπαϊκές χώρες που επωμίζονται δυσανάλογο βάρος από τις αυξημένες μεταναστευτικές ροές στη Μεσόγειο είναι η Ελλάδα. Η διαχείριση των προβλημάτων που απορρέουν από τη διαρκή άφιξη προσφύγων και μεταναστών στα ελληνικά νησιά του Αιγαίου φαίνεται ακατόρθωτο εγχείρημα για τη χώρα, κάτι που αναγνώρισε και ο Ζαν Άσελμπορν, υπουργός Εξωτερικών του Λουξεμβούργου σε συνέντευξη που παραχώρησε στη Γερμανική Ραδιοφωνία Deutschlandfunk, μεταδίδει η Deutsche Welle. Ο Λουξεμβούργιος πολιτικός στάθηκε στην έκτακτη χρηματοδοτική βοήθεια από πλευράς ΕΕ. Όπως διευκρίνισε, «γνωρίζετε, για παράδειγμα, ότι μπορούν τώρα να χρησιμοποιηθούν κονδύλια στην Ελλάδα από τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά ταμεία για να δημιουργηθούν υποδομές και να καταστεί δυνατή η υποδοχή των ανθρώπων. Αυτή είναι μία εξαίρεση που έγινε για την Ελλάδα και το γεγονός ότι αυτό δυστυχώς δεν συμβαίνει έχει να κάνει με την εσωτερική πολιτική στη χώρα». Ο Ζαν Άσελμπορν εκτίμησε ότι την κύρια ευθύνη για τα προβλήματα που προκύπτουν στη διαδικασία αξιοποίησης των ευρωπαϊκών κονδυλίων δεν φέρει η ελληνική κυβέρνηση. «Ο ΣΥΡΙΖΑ, που έχει την ευθύνη σε εθνικό επίπεδο, παρεμποδίζεται προς το παρόν από τοπικές αρχές που δεν ανήκουν οπωσδήποτε σε αυτό το κόμμα. Θεωρώ ότι αυτή είναι μια κατάσταση ανευθυνότητας, η οποία πρέπει να αρθεί τάχιστα», τόνισε. Ο Λουξεμβούργιος υπουργός Εξωτερικών τάχθηκε υπέρ της επεξεργασίας ενός κοινού ευρωπαϊκού νόμου για τη μετανάστευση για το άσυλο, υπογραμμίζοντας τις διαφορετικές πολιτικές και πρακτικές διαδικασίες μεταξύ των κρατών-μελών. Όπως επισήμανε, «αυτό είναι το πρόβλημα. Αν μιλήσουμε τώρα στην Ευρώπη για μια (σ.σ. κοινή) πολιτική για τη μετανάστευση, θα πρέπει να εναρμονίσουμε τους σχετικούς κανόνες στην ΕΕ». Ο Ζαν Άσελμπορν δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει την αναγκαιότητα να δημιουργηθούν νόμιμες οδοί μετανάστευσης προς την Ευρώπη, αλλά και να διασφαλιστεί ότι η αναπτυξιακή βοήθεια που παρέχεται σε ορισμένες χώρες προέλευσης μεταναστών αξιοποιείται πράγματι για την επίτευξη του επιδιωκόμενων στόχων.