«Με αφορμή τα 50 χρόνια από την ίδρυση της Νέας Δημοκρατίας, αποφάσισα να ξεχωρίσω τρία σημεία: την ιστορία της, το σήμερα, αλλά και τις προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας. Και ξεκινώ από το σπουδαιότερο ‘όπλο’ που έχουμε όλοι στα χέρια μας και αυτό δεν είναι άλλο από την παρακαταθήκη της παράταξης», αναφέρει ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, σε άρθρο του στα blogs της ιστοσελίδας «Πρώτο Θέμα».
Ξεκινά απαντώντας στο ερώτημα «Ποια είναι στ’ αλήθεια η Νέα Δημοκρατία» και μεταξύ άλλων αναφέρει: «Είναι η παράταξη που με τη σοφή επιλογή του ιδρυτή της και εθνάρχη Κωνσταντίνου Καραμανλή, έβαλε τη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κλείνοντας τα αυτιά της στις λαϊκίστικες φωνές που ηχούσαν τότε δυνατά (…) Η Νέα Δημοκρατία, είναι όλες και όλοι εκείνοι που τη δεκαετία του ΄80 δεν υπέκυψαν στα εύκολα λόγια και στα “λεφτά με το τσουβάλι” (…) Είναι η παράταξη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη που, ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, προειδοποιούσε στη Βουλή ότι ‘δεν είναι μακριά η στιγμή που η Ελλάδα δε θα μπορεί να δανειστεί και θα καταφύγει ικέτης στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο’, διαβλέποντας τον εκτροχιασμό των δημοσιονομικών (…) Είμαστε όλοι εμείς που στα χρόνια του Κώστα Καραμανλή και της Μαριέττας Γιαννάκου, δίναμε μάχες για πιο ισχυρά δημόσια πανεπιστήμια, αλλά και για την ίδρυση μη κρατικών ΑΕΙ (…) Η Νέα Δημοκρατία είναι η παράταξη που με τα πολλά λάθη της – αλίμονο αν πει κανείς ότι δεν έχουν γίνει αρκετά, μέσα σε τόσα χρόνια πολιτικής ζωής – πάντοτε προσπαθούσε να κάνει πράξη μετεκλογικά, αυτά που έλεγε προεκλογικά».
Στη συνέχεια αναφέρεται στη σημερινή κατάσταση της ΝΔ επισημαίνοντας ότι «Τα 50 της χρόνια βρίσκουν τη ΝΔ υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη, πιο συνεπή από ποτέ στην ιδρυτική της διακήρυξη. Όπως έλεγε το 1974 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ‘η Νέα Δημοκρατία είναι η κίνηση που επιλέγει και συντηρεί από την παράδοση μόνον όσα ο χρόνος απέδειξε σωστά και χρήσιμα. Και προχωρεί διαρκώς με μεγάλα, τολμηρά, αλλά και ασφαλή βήματα στις νέες διαρκώς εξελισσόμενες συνθήκες’.Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και πρωθυπουργός όλων των Ελλήνων κατάλαβε πρώτος τις ανάγκες της εποχής και τα πιεστικά ερωτήματα των πολιτών».
Αναφερόμενος στη συζήτηση περί διεύρυνσης επισημαίνει: «Αξίζει όμως να αναρωτηθούμε: Πότε άλλοτε η παράταξη κατάφερε να δημιουργήσει τέτοιες συμμαχίες και ενώ κυβερνά, εν μέσω τόσων παγκόσμιων κρίσεων, να είναι τόσο ανθεκτική σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σχεδόν σε όλα τα υπόλοιπα μεγάλα κεντροδεξιά κόμματα της Ευρώπης;
Πόσο τιμητικό είναι για την παράταξη, να υποδέχεται ανθρώπους από άλλους κομματικούς χώρους, που αναγνωρίζουν την ιδεολογική και κοινωνική υπεροχή της;».
Τονίζει επίσης ότι «Μαζί με την οικονομική κρίση, ήρθε και η αποκάλυψη ότι δεν υπάρχουν λεφτόδεντρα και πως ο ‘βασιλιάς είναι γυμνός’: Κόμματα που τάχθηκαν υπέρ των αλόγιστων παροχών, κόμματα που επένδυσαν στον μαξιμαλισμό και στον λαϊκισμό, συρρικνώθηκαν το ένα μετά το άλλο. Πολλοί συμπολίτες μας άλλαξαν τα κριτήρια των επιλογών τους και βρήκαν στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη και στην παράταξη της Νέας Δημοκρατίας μία ρεαλιστική και αξιόπιστη επιλογή. Εμείς οφείλουμε να χτίσουμε πάνω σε αυτή τη νέα σχέση εμπιστοσύνης με παλιά και νέα στελέχη, διαχρονικούς και νέους ψηφοφόρους, μεγαλώνοντας ακόμη περισσότερο τη Νέα Δημοκρατία».
Ολοκληρώνοντας υπογραμμίζει ότι εξίσου σημαντική θεωρεί τη συζήτηση για τα επόμενα 50 χρόνια. «Πράγματι, η Νέα Δημοκρατία κατάφερε να παραμείνει η μόνη μεγάλη Παράταξη στη μεταπολίτευση για όλους τους παραπάνω λόγους και ακόμη περισσότερους. Αν κάτι πρέπει να μας προβληματίζει είναι οι λιγότερο καλές επιδόσεις που είχαμε αναλογικά, εδώ και πολλές δεκαετίες, στους νεότερους. Σίγουρα, το φαινόμενο αυτό έχει πολλές εξηγήσεις. Εν τούτοις, έχουμε χρέος να αναζητήσουμε βαθιά τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες των νέων, του μέσου 20άρη και 30άρη αυτής της χώρας. Να βρούμε μαζί τους, ακριβώς πάνω στη λογική του ρεαλισμού και της συνέπειας του Κυριάκου Μητσοτάκη, τι περισσότερο χρειάζεται τα επόμενα χρόνια για τις ζωές τους και τη χώρα μας και να το δημιουργήσουμε.
Η Νέα Δημοκρατία γεννήθηκε και μεγάλωσε γιατί ταυτίστηκε με τις ανάγκες των πολιτών. Χωρίς να προσπαθήσει να τους δημιουργήσει προσδοκίες βασισμένες σε λεφτά που δεν υπάρχουν. ‘Αντεξε στον χρόνο, γιατί ποτέ δεν φοβήθηκε να εξελιχθεί χωρίς να αλλοιωθεί. Συνεπώς, αυτά τα 50 χρόνια είναι ο καλύτερος οδηγός για τα επόμενα πενήντα».