Για την πορεία της ελληνικής οικονομίας τοποθετήθηκε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, μέσα από άρθρο του στην Καθημερινή με τίτλο «Πώς πάνε, άραγε, τα πράγματα στην οικονομία;».
«Μετά τις τελευταίες εκλογές συνδυάζεται στην Ελλάδα το σωστό μείγμα οικονομικής πολιτικής με την πολιτική σταθερότητα» επισημαίνει ο κ. Χατζηδάκης, προσθέτοντας ότι «έχουμε την μοναδική πολιτική ευκαιρία να προωθήσουμε όλες τις αλλαγές που θα ανεβάσουν την Ελλάδα ψηλότερα». Στη συνέχεια παρέθεσε τις κυριότερες εκ των παρεμβάσεων, από το μείγμα οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης.
Αναλυτικά ολόκληρο το άρθρο:
«Λοιπόν, δεν τα σχεδιάσαμε καλά. Τα νέα δεν είναι θετικά για την οικονομία. Η κυβέρνηση το έχει ρίξει στα επιδόματα και δεν ασχολείται με την παραγωγική βάση της οικονομίας. Αλήθεια, για να δούμε. Είναι έτσι τα πράγματα;
Δεν θα σταθώ τόσο στη μείωση ρεκόρ του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ από το 2019 στο 2023. Ούτε στην -πάντως εντυπωσιακή- μείωση της ανεργίας κατά 7 περίπου μονάδες την ίδια περίοδο (περίπου 400 χιλ. παραπάνω απασχολούμενοι). Ή στην αύξηση 19% του μέσου μισθού (πάνω από το 14% πληθωρισμού) και του κατώτατου μισθού κατά 20%, ενώ επίκειται και νέα αύξησή του στα τέλη Μαρτίου. Χωρίς να υποτιμούμε, φυσικά, το πρόβλημα του πληθωρισμού. Όπου πάντως (λίγο πάνω-λίγο κάτω) είμαστε κοντά στον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Και με το πρόβλημα στα τρόφιμα να επιμένει, αλλά και με το Υπουργείο Ανάπτυξης να έχει πάρει μία σειρά από αποφασιστικά μέτρα.
Αλλά ας θυμηθούμε:
Τα κόκκινα δάνεια -συνολικά, όχι μόνο των τραπεζών- έχουν μειωθεί από 98 δισ. το 2021 σε 73 δισ. ευρώ το 2023. Οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων έχουν αυξηθεί κατά 53 δισ. από το 2019, με το 60% της αύξησης να προέρχεται από καταθέσεις νοικοκυριών. Οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (25 δισ. σωρευτικά στην τετραετία) έχουν φτάσει στο υψηλότερο σημείο της τελευταίας εικοσαετίας. Χωρίς να υποτιμώ το επενδυτικό κενό που ακόμη υπάρχει, και το οποίο με μια φιλο-επενδυτική πολιτική επιδιώκουμε να περιορίσουμε περαιτέρω. Αλλά και τα ρεκόρ στις εξαγωγές: Με αυξανόμενη παρουσία τόσο των εξαγωγών τροφίμων και ποτών (18% της αξίας των εξαγωγών) όσο και της βιομηχανίας, η οποία παρουσιάζει μία εντυπωσιακή ανάκαμψη τα τελευταία χρόνια. Επίσης, το αυξανόμενο μερίδιο των αγαθών υψηλής τεχνολογίας στις εξαγωγές. Εξέλιξη η οποία προφανώς δεν είναι άσχετη με το γεγονός ότι 6 στις 10 θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν μεταξύ γ’ τριμήνου 2019 και γ’ τριμήνου 2023 (ΕΛΣΤΑΤ) ήταν θέσεις υψηλών δεξιοτήτων. Και ναι, μας απασχολεί το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών το οποίο πάντως μειώθηκε το 2023 κατά ένα τρίτο σε σχέση με το 2022!
Κάποιοι θα επιμείνουν: Καλά όλα αυτά, αλλά, μήπως τώρα, μετά τις εκλογές, έχετε χάσει τη μεταρρυθμιστική σας δυναμική;
Εφαρμόσαμε αμέσως μετά τις εκλογές το 50% του οικονομικού μας προγράμματος για την τετραετία! Βέβαια, πριν τις εκλογές, διάφοροι μιλούσαν για κίνδυνο προβλημάτων με την ΕΕ, αν το εφαρμόζαμε. Η πραγματικότητα απέδειξε ποιος είχε δίκιο και ποιος όχι. Φέραμε, επίσης, νόμο για τις τράπεζες: Τη δυνατότητα παροχής δανείων και από μη τραπεζικά ιδρύματα, όπως γίνεται σε πολλές χώρες της ΕΕ, για την ενίσχυση του ανταγωνισμού στο τραπεζικό σύστημα. Ψηφίσαμε τον νόμο με τις 11 πρωτοβουλίες περιορισμού της φοροδιαφυγής μεταξύ των οποίων το νέο σύστημα φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών και η υποχρεωτικότητα της ηλεκτρονικής τιμολόγησης.
Το κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, χάρη και στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας έχει πέσει κατακόρυφα μετά τις εκλογές. Δανειζόμαστε φθηνότερα από την Ιταλία και απέχουμε πλέον μόλις μία μονάδα από τη Γερμανία. Μόνο από τον δανεισμό που θα κάνουμε με δεκαετή ομόλογα φέτος θα εξοικονομήσουμε 850 εκατ. ευρώ σε βάθος δεκαετίας για τους φορολογούμενους. Στο οκτάμηνο από τις εκλογές προχώρησαν 10 αποκρατικοποιήσεις και συμβάσεις παραχώρησης (4 από το ΤΧΣ και 6 από το ΤΑΙΠΕΔ) οι οποίες έφεραν έσοδα πάνω από 7,1 δισ. ευρώ. Ειδικά για τις αποκρατικοποιήσεις των τραπεζών είχαμε εντυπωσιακό επενδυτικό ενδιαφέρον και υψηλές προσφερόμενες τιμές. Δεν ξεχνώ, βεβαίως, την ανάπτυξη. Μέσα σε ένα περιβάλλον χαμηλών ευρωπαϊκών «πτήσεων» -και παρά τη δυσμενή επίδραση των φυσικών καταστροφών του φθινοπώρου- η Ελλάδα πέτυχε ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ πενταπλάσιο της Ευρωζώνης (2% έναντι 0,4%).
Μετά τις τελευταίες εκλογές συνδυάζεται στην Ελλάδα το σωστό μείγμα οικονομικής πολιτικής με την πολιτική σταθερότητα. Έχουμε την μοναδική πολιτική ευκαιρία να προωθήσουμε όλες τις αλλαγές που θα ανεβάσουν την Ελλάδα ψηλότερα. Να, ποιες από αυτές έχουμε ήδη βάλει μπροστά:
Η εφαρμογή του νόμου περιορισμού της φοροδιαφυγής και η διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τα POS η οποία, το επαναλαμβάνω, θα ολοκληρωθεί πάση θυσία. Η μεταρρύθμιση του εθνικού Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων ώστε να καταστεί πιο απλό, διαφανές και εν τέλει αποδοτικό για την ελληνική οικονομία. Το νομοσχέδιο με τα φορολογικά και χρηματοδοτικά κίνητρα για τις συγχωνεύσεις επιχειρήσεων και την καινοτομία, ώστε να παράγονται προϊόντα υψηλής τεχνολογίας και προστιθέμενης αξίας.
Και ακόμη, το νομοσχέδιο για το Υπερταμείο και τις θυγατρικές του. Το οποίο θα καταστήσει το Υπερταμείο περισσότερο αναπτυξιακό, θα δημιουργήσει το νέο Εθνικό Επενδυτικό Ταμείο και θα κάνει ευέλικτες τις θυγατρικές του Υπερταμείου κατά το πρότυπο της ΔΕΗ. Το νομοσχέδιο που θα θωρακίσει την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στη θεσμική της λειτουργία και θα καταστήσει πιο ελκυστικό το Χρηματιστήριο. Και, βεβαίως, το Fiscal Structural Plan της χώρας που θα προδιαγράψει τη δημοσιονομική μας πορεία σε ένα πλαίσιο σύνεσης με βάση τους κανόνες οικονομικής διακυβέρνησης που πρόσφατα συμφωνήθηκαν από την ΕΕ. Κανόνες από τους οποίους δεν έχουμε ζητήσει ειδικές εξαιρέσεις. Ακριβώς διότι θέλουμε να στείλουμε το μήνυμα ότι συνεχίζουμε με σοβαρότητα την προσπάθεια πραγματικής σύγκλισης με την ΕΕ!»