Επιστολή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή απέστειλε η Ευρωπαϊκή Ένωση Ιδιωτικών Τηλεοπτικών σταθμών (ACT), μετά την επιβολή πρόσθετης φορολογίας 20% στις ελληνικές τηλεοπτικές επιχειρήσεις, την οποία χαρακτηρίζει αντίθετη με όλους τους κανόνες Δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως επισημαίνει η ACT, με τη νέα επιβάρυνση, η συνολική φορολόγηση των τηλεοπτικών σταθμών στην Ελλάδα φθάνει στο 64,5%, με συνέπεια να απειλείται πλέον η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων.
Σχολιάζοντας τον ελληνικό φόρο, ο Γενικός Διευθυντής της ACT, κ. Ross Biggam, δήλωσε ότι «ο φόρος αυτός επιφέρει μια σημαντική πρόσθετη επιβάρυνση στους ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς της Ελλάδας, η οποία απειλεί τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της τηλεοπτικής βιομηχανίας και θέτει σε κίνδυνο την επιβίωσή της σε περιόδους οικονομικής κρίσης. Πιστεύουμε ότι ο φόρος εγείρει πολλά ζητήματα που αφορούν στη συμβατότητά του προς τη Συνθήκη της ΕΕ, την ψηφιακή στρατηγική της ΕΕ, τους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής κρατικής βοήθειας και την ισχύουσα νομοθεσία της ΕΕ, όπως η Απόφαση 9443/10 του Συμβουλίου σχετικά με την ανάγκη να λάβει μέτρα η Ελλάδα για τη μείωση του ελλείμματός της και για το Νέο Ρυθμιστικό Πλαίσιο για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι ίσως πρέπει να γίνουν κάποιες επίσημες κοινοποιήσεις».
Τα βασικά επιχειρήματα, σύμφωνα με την ACT, είναι τα εξής:
– Απειλείται η Μετάβαση στην Ψηφιακή Τηλεόραση: Όλα τα Κράτη Μέλη ενθαρρύνονται να καταργήσουν τις αναλογικές επίγειες μεταδόσεις μέσα στο 2010. Πρόσφατα η Ελλάδα υιοθέτησε μια στρατηγική για την κατάργηση της αναλογικής επίγειας τηλεόρασης μέχρι το 2012. Ωστόσο, αυτό το εγχείρημα κοστίζει στους τηλεοπτικούς σταθμούς, καθώς απαιτεί να επενδύσουν πολλά εκατομμύρια ευρώ σε άδειες, τεχνολογία και περιεχόμενο. Η απρόσμενη επιβολή του νέου φόρου απειλεί να εμποδίσει την επίτευξη του στόχου που έχει θέσει η Ψηφιακή Ατζέντα της ΕΕ για μετάβαση στην ψηφιακή τηλεόραση μέχρι το 2012.
– Δεν γίνεται σεβαστή η αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας: Η επιβολή του φόρου μονομερώς και ειδικά στην τηλεοπτική διαφήμιση αποτελεί σαφή διάκριση ανάμεσα στην τηλεόραση και άλλα ανταγωνιστικά μέσα.
– Παρακωλύεται η ελευθερία παροχής υπηρεσιών: Είναι σαφές ότι ο φόρος θα επιβληθεί και σε ξένες επιχειρήσεις τηλεοπτικών και διαφημιστικών υπηρεσιών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, δηλαδή μπορεί να επηρεάσει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των Κρατών Μελών. Η ACT αφενός αμφισβητεί την αναλογικότητα αυτού του μέτρου – που επιβάλλει συνολικό φόρο 64,5% πριν από τη φορολόγηση του εταιρικού εισοδήματος – και αφετέρου θεωρεί ότι πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο το μέτρο ενδέχεται να εμποδίσει την είσοδο πολυεθνικών διαφημιζόμενων στην ελληνική αγορά.
– Ο φόρος θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις στο πρόγραμμα αποκατάστασης της ελληνικής οικονομίας: Η ACT αμφισβητεί το κατά πόσον ο νέος φόρος, ο οποίος μεροληπτεί σε βάρος του μέσου με το υψηλότερο επίπεδο επανεπένδυσης των διαφημιστικών του εσόδων στην εγχώρια οικονομία, μπορεί να συμβαδίζει με τη δέσμευση που ορίζεται στην Απόφαση 9443/10 του Συμβουλίου για τόνωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
– Ο φόρος υποκρύπτει κρατική βοήθεια και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τους δημόσιους τηλεοπτικούς σταθμούς: 20% ειδικός φόρος επί των διαφημιστικών εσόδων δίνει ένα πλεονέκτημα στην κρατική τηλεόραση, η οποία -σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές της στην ιδιωτική τηλεόραση -θα παρουσιάσει βελτίωση της οικονομικής της κατάστασης. Απουσία αντίστοιχων μέτρων για τη μείωση των εισοδημάτων της ελληνικής κρατικής τηλεόρασης, αυτή η βελτίωση στην οικονομική της κατάσταση θα ερμηνευθεί ως υπεραντιστάθμιση, καθώς οι πόροι της μπορεί να υπερβούν τους αναγκαίους για την παροχή των δημόσιων υπηρεσιών της.