Ένα στα τρία εμφράγματα είναι σιωπηλό και συνήθως αυτός ο τύπος εμφράγματος προτιμάει τις γυναίκες, μετά την εμμηνόπαυση, τους διαβητικούς και τους ηλικιωμένους. Στις γυναίκες μάλιστα διαγιγνώσκεται πολύ αργότερα απ΄ ότι στους άνδρες, δηλώνει καρδιολόγος και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Λιπιδιολογίας Δημήτρης Ρίχτερ, στο Πρακτορείο Fm.
«Σε μεγάλες καταγραφικές μελέτες έχουμε βρει ότι περίπου το ένα τρίτο έως το ένα τέταρτο των εμφραγμάτων που υπήρχαν, ο ασθενής δεν το είχε καταλάβει. Η λέξη σιωπηλό σημαίνει ότι δεν έχουμε στην πραγματικότητα κανένα σύμπτωμα, οπότε εκεί είναι ένα πολύ πιο δύσκολο κομμάτι, αναφέρει ο γνωστός καρδιολόγος και τονίζει ότι για τις γυναίκες έχει φανεί σε όλο τον κόσμο, πως όταν παθαίνουν ένα στεφανιαίο επεισόδιο, έχουν πιο άτυπα συμπτώματα.
«Τι σημαίνει άτυπο: Ότι δεν έχεις τον κλασσικό πόνο, ο οποίος είναι σαν βάρος, πιέζει στο στήθος, ορισμένες φορές πιάνει σαγόνι, ορισμένες φορές πιάνει αριστερό χέρι, κάτι το οποίο όμως είναι εμφανές, ότι κάτι δεν πάει καλά. Οι γυναίκες για παράδειγμα πολλές φορές το έχουν ως μία δύσπνοια, ή ως ένα σύμπτωμα που δεν καταλαβαίνουν επακριβώς τι είναι. Εδώ και 4 χρόνια στην Αμερική έχει ξεκινήσει μία πολύ μεγάλη καμπάνια, για να ενημερώσει τις γυναίκες, ότι έχουν διαφορετικό τρόπο εμφάνισης των συμπτωμάτων, όσο και τους γιατρούς ότι πρέπει να το προσέξουν, γιατί πολλές φορές έρχονται γυναίκες με καρδιακό πρόβλημα στο νοσοκομείο και η διάγνωση τους γίνεται πολύ πιο καθυστερημένα από ότι στους άντρες».
Ο μόνος κίνδυνος που έχουν οι γυναίκες από την καρδιά τους, μέχρι την εμμηνόπαυση , είναι να μείνουν χήρες, λέει χαριτολογώντας ο κ. Ρίχτερ, γιατί όπως αιτιολογεί, όσο η γυναίκα προστατεύεται από την έμμηνο ρύση και τα οιστρογόνα τα οποία παράγει, είναι πολύ χαμηλό το κομμάτι των καρδιακών. «Ωστόσο μετά τα 50 φαίνεται ότι αυξάνονται σημαντικά τα καρδιαγγειακά. Μέχρι τα 70-75 έχει ισοφαριστεί το νούμερο καρδιακών όσο είναι και των ανδρών. Οπότε θα λέγαμε ότι μία γυναίκα, μετά τα 55 κατά μέσον όρο, βρίσκεται σε κατηγορία κινδύνου».
Ο κ. Ρίχτερ θεωρεί ότι ναι μεν ο έλεγχος είναι σημαντικός από πλευράς εξετάσεων, ωστόσο τονίζει ότι είναι πιο σημαντικό να προλάβει κανείς να μην το πάθει, με τον τρόπο ζωής του.:« Να μην καπνίζουμε, να προσέχουμε το βάρος μας, να περπατάμε, να ελέγχουμε την πίεση και τη χοληστερίνη μας, να προσπαθήσουμε να μη γίνουμε διαβητικοί και ταυτόχρονα ψυχολογικά να μην έχουμε ούτε άγχος ούτε κατάθλιψη».
Όσον αφορά τον καρδιολογικό έλεγχο ο κ. Ρίχτερ αναφέρει: «Σε πολύ γενικές γραμμές θα πρέπει να γίνεται μεταξύ ενός και πέντε ετών, ανάλογα με το ιστορικό του κάθε ατόμου κι αυτό ξεκινάει από μία ηλικία μετά τα 40 για τους άνδρες και μετά τα 50 για τις γυναίκες».