-Έχετε άδεια;
Εγώ κράταγα το σχοινάκι για να δέσουμε τη βάρκα. Εκείνος δεν το έπαιρνε. Του εξήγησα ότι είμαστε περαστικοί και ότι θα θέλαμε να δούμε τον τάφο και να ανάψουμε ένα κεράκι. Μίλησε στον ασύρματο στον ανώτερό του. Πέρασε λίγη ώρα, και αφού πήρε την έγκριση, σήκωσε το χέρι για να του πετάξω το σχοινί.
Ένας ωραίος, μάλλον αξιωματικός, εμφανίστηκε με στρατιωτική βερμούδα, αρβύλες και μπλούζα παραλλαγής. Είχε μουστάκι, ήταν αξύριστος και με ένα χαμόγελο ευγένειας, αλλά και απόστασης, μας υποδέχθηκε. Άρχισα να του κάνω ερωτήσεις, αλλά οι απαντήσεις ήταν δωρικές.
-Πόσοι είστε εδώ;
-Όσοι χρειάζεται… απάντησε με χαμόγελο. -Είστε μόνο φαντάροι ή μπορούν να έρθουν και εθελοντές να ζήσουν και να βοηθήσουν;
-Τι εννοείτε, με ρώτησε.
-Εάν μπορεί να έρθει και κάποιος σαν εμένα να ζήσει εδώ, απάντησα.
-Όχι, μου είπε και πάλι γλυκά.
Εγώ συνέχισα τις ερωτήσεις μήπως και τον ξεκλειδώσω αλλά δεν «μασούσε». Περπατήσαμε αμίλητοι ως τον τάφο και μόλις φτάσαμε εκεί, μάς ρώτησε. Διάβασε περισσότερα για τη Δέσποινα Αχλαδιώτη, την Κυρά της Ρω στο Love Yourself