Σε μία τελετή γεμάτη απρόοπτα, απονεμήθηκαν σήμερα το μεσημέρι, σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στην κατάμεστη αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, τα Βραβεία «Κάρολος Κουν» και τα Βραβεία της Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών & Μουσικών Κριτικών, για τη σεζόν 2013- 2014.
Η εκδήλωση διοργανώθηκε και φέτος σε συνεργασία με τον Οργανισμό Πολιτισμού Αθλητισμού & Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων. Η Χρυσούλα Διαβάτη αρνήθηκε να παραλάβει το βραβείο της, εκφράζοντας την αμφισβήτησή της στον θεσμό, ενώ έντονες αντιδράσεις μερίδας του κοινού που φώναζε «Ντροπή σας» προκάλεσε η βράβευση του Σάκη Ρουβά, στην κατηγορία του αρχαίου δράματος.
Με το Βραβείο Σκηνοθεσίας «Κάρολος Κουν» τιμήθηκε ο Νίκος Καραθάνος για τη σκηνοθεσία του δραματικού ειδυλλίου «Γκόλφω» του Σπυρίδωνα Περεσιάδη, το οποίο παρουσιάστηκε στη Σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη- Rex» του Εθνικού Θεάτρου. Η κριτική επιτροπή τού απένειμε το βραβείο για «τη γόνιμη αναμέτρησή του με έναν δύσκολο δραματουργικό αντίπαλο, αναδεικνύοντας με σημερινούς όρους, εξπρεσιονιστικά, την ποίηση αυτού του παλιού «δραματικού ειδυλλίου» ως ένα συλλογικό μοιρολόι».
Η Μαρίνα Ασλάνογλου κέρδισε το Βραβείο Κουν Γυναικείας Ερμηνείας επειδή «υποδύθηκε με τρόπο σφαιρικό το σύνθετο πρόσωπο, ρεαλιστικό και ονειρικό, της νέας Ελληνίδας, σε δύο έργα του Ιάκωβου Καμπανέλλη, στη «Γειτονιά των Αγγέλων» όπου κράτησε πολύ δυνατά τον γήινο πρωταγωνιστικό ρόλο της Ξένιας (Εθνικό Θέατρο, σκηνοθεσία Κώστα Τσιάνου), και στο «Μεγάλο μας Τσίρκο» (ΚΘΒΕ, σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη), όπου έδωσε ζωή, με τρόπο μοναδικό και ανεπανάληπτο, στο θρυλικό πια, «Ρωμιάκι», σύμβολο των καημών του λαού μας».
Το Βραβείο Δραματουργίας Ελληνικού Έργου απονέμήθηκε στον Γιάννη Καλαβριανό για το έργο «Γιοι και Κόρες, μία παράσταση για την αναζήτηση της ευτυχίας» που πρωτοπαρουσιάστηκε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών 2012, σε σκηνοθεσία του ίδιου. Η κριτική επιτροπή τού έδωσε το βραβείο για «τη δύναμη και τη γνησιότητα που απέπνεε αυτό το “σκηνικό ντοκιμαντέρ” αναδεικνύοντας όχι μόνο το βίωμα των ανθρώπων στο φόντο της μεγάλης Ιστορίας της Ελλάδας τον τελευταίο αιώνα, αλλά και την προσωπική εμπλοκή των νέων ηθοποιών μ’ αυτό το ιστορικό παρελθόν».
Στα Βραβεία Κριτικών Θεάτρου και Χορού, η επιτροπή απένειμε τιμητική διάκριση διεθνούς θεατρικού ρεπερτορίου στη Χρυσούλα Διαβάτη και τη Θάλεια Ματίκα για το «κυριολεκτικό ρεσιτάλ υποκριτικής στους ρόλους της ηλικιωμένης και της νεαρής γυναίκας, αντιστοίχως, που μάς παρέδωσαν στο έργο «Δύο γυναίκες χορεύουν» του Ζουζέπ Μαρία Μπενέτ ι Ζουρνέτ, στο Θέατρο Ιλίσια Βολανάκης, σε σκηνοθεσία Τάσου Ιορδανίδη». Η Χρυσούλα Διαβάτη ήταν παρούσα στην εκδήλωση, αλλά αρνήθηκε να παραλάβει το βραβείο της. «Το δέχομαι το βραβείο μόνο γιατί το αξίζω. Αλλά θα μετανιώσετε που ανέβηκα εδώ πάνω. Τα τελευταία χρόνια στο θέατρο έχει τελειώσει η αξιοκρατία, αφού όλοι γίνανε το ίδιο. Όσοι γίνανε ηθοποιοί θα πρέπει να ξέρουν τι κουβαλάει αυτή η λέξη: πόνο, μόχθο και θείο ταλέντο. Παρόλα αυτά εδώ γίνεται της κακομοίρας… Θα έπρεπε να υπάρχει αστυνομία θεάτρου. Σταρ, μοντέλα, ωραίοι, ωραίες, κάνουν θέατρο κι όλα ξεκίνησαν από τότε που η Μελίνα Μερκούρη απελευθέρωσε το επάγγελμα. Δεν μπορούν να γίνονται όλοι ηθοποιοί. Δεν το δέχομαι αυτό…. Ο Κουν, που τον ήξερα προσωπικά, δεν τα πίστευε τα βραβεία. Τα κορόιδευε και θύμωνε όταν τον βράβευαν…. Με πονάει το θέατρο. Έχουμε καταθέσει σάρκα κι αίμα. Την εποχή που ξεκινήσαμε δεν υπήρχε ούτε ο ελληνικός κινηματογράφος. Δεν ξεκινήσαμε για να γίνουμε σταρ…. Γι’ αυτό και δεν δέχομαι τη διάκριση, γιατί έτσι θα αναβαθμίσω έναν θεσμό που δεν τον πιστεύω» ανέφερε η ηθοποιός, από τη σκηνή της Αίθουσας «Χρήστος Λαμπράκης».
Αντιδράσεις, αυτήν τη φορά από το κοινό, προκάλεσε και η απόνομή του Βραβείου Αρχαίου Δράματος με το άκουσμα του ονόματος του Σάκη Ρουβά. Η κριτική επιτροπή τού απένειμε το βραβείο για το μέρος του Διονύσου στην τραγωδία «Βάκχαι» του Ευριπίδη (που παρουσιάστηκε μεταξύ άλλων στο πλαίσιο των Φεστιβάλ Φιλίππων & Θάσου και Αθηνών & Επιδαύρου, καθώς και στο Θέατρο Βράχων «Μελίνα Μερκούρη»), επειδή, «σε μιαν εποχή όπου πληθαίνουν τα κρούσματα “εκσυγχρονιστικής” κακοποίησης της αρχαιοελληνικής τραγωδίας, η οποία είναι από μόνη της αρκούντως “μοντέρνα” ώστε να μην έχει ανάγκη από επίδοξους “εκμοντερνιστές”, ο Σάκης Ρουβάς, με τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Δημήτρη Λιγνάδη, έδωσε τον Θεό Διόνυσο, σε μιαν εκ βαθέων προσέγγιση, με τρόπο ευθύ, άμεσο, ρευστό και χειροπιαστό, σαν από πνεύμα και ύλη, γη, νερό, αέρα και φωτιά, έναν πάντοτε “ερχόμενο” ελληνικό θεό- χορευτή, φωτεινό και σκοτεινό συγχρόνως, αιώνιο και σύγχρονο, παρόντα στις χαρές και στις λύπες μας, στους θριάμβους και στις απώλειες».
Φανερά ψύχραιμος ο δημοφιλής ερμηνευτής, όταν ανέβηκε στη σκηνή να παραλάβει το βραβείο είπε: «Είμαι ένας νέος άνθρωπος που ονειρεύεται και θέλει να κάνει τα όνειρά του πραγματικότητα. Και αυτό δεν μπορεί να μου το στερήσει κανείς. Επέλεξα τον δρόμο του θεάτρου και της μουσικής». Όταν ρωτήθηκε από μία κυρία από το κοινό «με τι εφόδια θα το κάνει αυτό» εκείνος απάντησε: «Με την ψυχή μου! Η ψυχή και η καρδιά των ανθρώπων δεν χρειάζονται διπλώματα. Και καμία “αστυνομία θεάτρου” δεν μπορεί να με σταματήσει να πραγματοποιήσω τα όνειρά μου. Οι γονείς μου ήταν ερασιτέχνες ηθοποιοί στην Κέρκυρα. Θυμάμαι από τα επτά μου χρόνια, να βρίσκομαι σε μικρά θέατρα, τα οποία μύριζαν σκόνη και μούχλα. Εκεί πρωτοπάτησα το θεατρικό σανίδι. Όταν σε μία παράσταση χρειάστηκε να υποδυθώ τον ρόλο ενός παιδιού. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το συναίσθημα που ένιωσα όταν είδα τον κόσμο να χειροκροτεί από την πλατεία. Δεν χρειάζεται κανένα δίπλωμα για να προσφέρεις στον κόσμο αυτή την ψυχική ανάταση που μπορεί να νιώσει κάποιος όταν μοιράζεσαι τον εαυτό σου μαζί του». Στη συνέχεια, ευχαρίστησε τον Δημήτρη Λιγνάδη που τον «μύησε στον χώρο της αρχαίας τραγωδίας», την οικογένειά του και όλους όσους βρίσκονται δίπλα του όλα αυτά τα χρόνια.
Την τιμητική διάκριση σε νέο- πρωτοεμφανιζόμενο καλλιτέχνη απέσπασε η Ομάδα Ubuntu για τη «μεταφορά της σάτιρας «Διαβολιάδα» του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ από τη μετεπαναστατική Ρωσία του 1921 στη σκηνή της σημερινής υπό πτώχευση Ελλάδας». Η παράσταση ανέβηκε στον χώρο BIOS Main, σε σκηνοθεσία Ελεάνας Τσίχλη, τη σεζόν 2013- 2014.
Μεγάλο Βραβείο Θεάτρου δόθηκε στον σπουδαίο ηθοποιό Κώστα Γαλανάκη, ακούραστο και αειθαλή, για «τη διαρκή, επί μισόν αιώνα, χωρίς κενά, θητεία του, αποκλειστικά στο ποιοτικό θέατρο, με την ευκαιρία της πρόσφατης ενσάρκωσης, με τρόπο ιδανικό, του ρόλου του «Κραπ» στον μονόλογο «Εκείνη τη φορά… Η τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ» του Σάμιουελ Μπέκετ στο Θέατρο Ροές, σε σκηνοθεσία Νίκου Πασχίδη». Ο Κώστας Γαλανάκης αφιέρωσε το βραβείο στο σπουδαίο δάσκαλό του Δημήτρη Ροντήρη, από τον όποιο έμαθε το αλφαβητάρι του θεάτρου. «Δεν θα ξεχάσω ποτέ την αγάπη, τη ζέση και το δόσιμό του για τους μαθητές του» είπε ο ηθοποιός. Ακόμη, τιμητική διάκριση απονεμήθηκε και στον Ιωσήφ Βιβιλάκη για τη μελέτη «Το κήρυγμα ως performance. Εκκλησιαστική ρητορική και θεατρική τέχνη μετά το Βυζάντιο» (εκδόσεις Αρμός, 2013), σύγγραμμα το οποίο- κατά την κριτική επιτροπή- παρέχει έναυσμα για περαιτέρω εμβάθυνση όσον αφορά την σύνδεση υπόκρισης και θεολογικής πρακτικής.
Το Βραβείο Χορού απέσπασε η χορευτική ομάδα «κι όμΩς ΚΙΝΕΙΤΑΙ» για την παράσταση «Το σωματίδιο του Θεού» βασισμένη σε κείμενα του Χαΐνη Δ. Αποστολάκη, «μία απρόσμενη ματιά στο εγχείρημα του CERN, ένα έργο συνθετικό, επίκαιρο, καλοστημένο, σε συναρπαστική εκτέλεση από τους χορευτές- ακροβάτες στο Ίδρυμα Μιχάλη Κακογιάννη».
Με το μεγάλο Βραβείο Μουσικής τιμήθηκε ο βαρύτονος, Τάσης Χριστογιαννόπουλος, για τις εμφανίσεις του ως σολίστ συναυλίας της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, με τις μελωδίες που συνέθεσαν ο Ζακ Ιμπέρ και ο Μωρίς Ραβέλ για την ταινία «Δον Κιχώτης» του Πάμπστ, σε μουσική διεύθυνση Χάιμε Μαρτίν (12/10/2012), στην όπερα του Βέρντι «Μάκβεθ», σε παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (18, 22, 24, 26/1/2014), καθώς και για την ατομική συναυλιακή εμφάνισή του στις 26/02/2014 με μελωδίες από τον κύκλο «Des Knaben Wunderhorn» του Γκούσταφ Μάλερ, από κοινού με την υψίφωνο Λένια Ζαφειροπούλου και τη συνοδεία στο πιάνο του Θανάση Αποστολόπουλου, αλλά και για «την εν γένει πολυδιάστατη σταδιοδρομία του που καταδεικνύει καλλιτεχνική ωριμότητα, καλλιέπεια εκφοράς και υφολογική διαφοροποίηση των ερμηνειών του».
Στην εκδήλωση, η οποία διήρκησε περισσότερο από δύο ώρες, απονεμήθηκαν, επίσης, διακρίσεις και έπαινοι σε καλλιτέχνες που ξεχώρισαν τη χρονιά που πέρασε. Την τελετή παρουσίασαν ο κριτικός χορού της «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ» και συνεργάτης του Γ’ Προγράμματος της ΝΕΡΙΤ, Ανδρέας Ρικάκης και ο πρόεδρος της Ένωσης, Κυριάκος Λουκάκος, κριτικός μουσικής της «ΑΥΓΗΣ» με μακρά θητεία και ο ίδιος στο Γ’ Πρόγραμμα της ΕΡΤ. Όπως ανέφεραν οι ίδιοι κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, ο αναγνωρισμένος θεσμός των Βραβείων Κριτικών Θεάτρου και Μουσικής αγκαλιάζει όλες τις κατηγορίες της ελληνικής λόγιας δραστηριότητας σε αυτά τα δύο κεντρικά παραστατικά αντικείμενα, αλλά και τα επιστημονικά παρακολουθήματά τους, τη θεατρολογική και μουσικολογική επιστήμη. Εξάλλου, σε εναρμόνιση με τον διεπιστημονικό χαρακτήρα της κριτικής των παραστατικών τεχνών, όπως αυτός σηματοδοτήθηκε κατά το πρόσφατο 27ο Συνέδριο της Διεθνούς Ένωσης στο Πεκίνο, η Ένωση Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών εμπλουτίζει από φέτος πιλοτικά την κατηγορία του θεάτρου και με το αντικείμενο του χορού.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή Θεάτρου και Χορού διαμορφώθηκε εφέτος με συμμετέχοντες τους Λέανδρο Πολενάκη (πρόεδρο), Όλγα Μοσχοχωρίτου, Κωστή Δ. Μπίτσιο, Καλλιόπη Ραπανάκη και Μίρκα Ψαροπούλου, ενώ η Επιτροπή Μουσικής συγκροτήθηκε από τους Κυριάκο Λουκάκο (πρόεδρο), Αθανάσιο Βαβλίδα, Σοφία Θεοφάνους, Γιώργο Λεωτσάκο και Θωμά Ταμβάκο. Εκτός διαδικασίας, «ειδική διάκριση συνολικής προσφοράς» απονεμήθηκε στον 94χρονο λογοτέχνη και θεατρικό κριτικό Μανώλη Πράτσικα (Παπαδόπουλο) για τη συνολική προσφορά του στην Ένωση Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών, που επί δεκαετίες τίμησε με την αφοσίωση και την ανιδιοτελή και συνεπή συμμετοχή του.
Το σύμβολο για τα Βραβεία Θεάτρου και Μουσικής είναι επίχρυσο ακριβές αντίγραφο στεφάνου, που ανακαλύφθηκε σε βασιλικό τάφο της Αττικής Ελληνιστικής Εποχής και φυλάσσεται στο Μουσείο Μπενάκη. Το βασικό σύμβολο των Βραβείων Καρόλου Κουν είναι αντίγραφο του «Ήλιου», το οποίο φιλοτέχνησε ο ζωγράφος Διαμαντής Διαμαντόπουλος για τις ανάγκες της σκηνοθεσίας της «Άλκηστις» του Ευριπίδη, που υπήρξε και το πρώτο αρχαιοελληνικό έργο που σκηνοθέτησε ο Κάρολος Κουν.